Ἡ εἰκόνα τῆς Λέσνας εἶναι ἀνάγλυφη σέ σκούρα πολύτιμη πέτρα, σχήματος ὀβάλ καί φέρει μεγάλης ἀξίας κοσμήματα καί ἀφιερώματα. Μοιάζει περισσότερο μέ παράσημο. Βρέθηκε κατά τήν ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τοῦ 1683, ὅταν ἕνας βοσκός μπῆκε σ' ἕνα δάσος γιά νά προφυλαχθεῖ ἀπό τόν καύσωνα.
Ἀμέσως μετά τήν εὕρεση ἡ Εἰκόνα κατατέθηκε στόν παλαιό ξύλινο ναό τοῦ χωριοῦ Μπουκοβίτσι, πού βρίσκεται σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό τήν Λέσνα (μία μικρή πόλη μεταξύ Χόλμ καί Λούμπεν, σήμερα Πολωνικό ἔδαφος) καί σύντομα ἀναδείχθηκε θαυματουργή. Γιά τόν λόγο αὐτό οἱ Ρωμαιοκαθολικοί Πολωνοί κατακτητές τῆς περιοχῆς, ἀφαίρεσαν μέ τήν βία τήν Εἰκόνα ἀπό τόν Ὀρθόδοξο ναό τοῦ Μπουκοβίτσι καί τήν κατέθεσαν στόν Παπικό Καθεδρικό Ναό τῆς Λέσνας, ἐλπίζοντας στόν προσηλυτισμό τῶν Ὀρθοδόξων κατοίκων στόν Παπισμό.
Ἡ Εἰκόνα ἔμεινε ἐκεῖ γιά διάστημα δύο περίπου αἰώνων, μέχρι τό 1863, ὁπότε ὁ Παπικός ναός περιῆλθε στήν δικαιοδοσία τῶν Ὀρθοδόξων. Τό 1885 ἱδρύθηκε ἐκεῖ γυναικεῖο μοναστήρι πρός τιμήν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἡ ἰδέα τῆς ἱδρύσεως μονῆς ἀνῆκε στόν Ἐπίσκοπο Λεόντιο Λεμπεντίνσκυ, ὁ ὁποῖος ἤθελε ἕνα μοναστικό ἱεραποστολικό κέντρο στήν Ἐπισκοπή του, γιά νά βοηθήσει στήν ἐπάνοδο στήν Ὀρθοδοξία τῶν Οὐνιτῶν Λευκορώσων. Τό μοναστήρι ἵδρυσε μέ τήν εὐλογία του ἡ Μοναχή Αἰκατερίνη (κατά κόσμον Κόμισσα Ε. Α. Ἐφίμοβα), μέ πέντε δόκιμες ἀδελφές καί δύο ὀρφανά κορίτσια πού προστάτευε.
Τό 1889 ἀναγνωρίσθηκε ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τό κοινοβιακό καθεστώς τῆς Μονῆς. Μέ κέντρο τήν θαυματουργή εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἡ Μονή παρουσίασε σημαντική ἀνάπτυξη, χάρις στήν πνευματική βοήθεια τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τῆς Κρονστάνδης καί τήν ὑλική ὑποστήριξη τῆς Αὐτοκρατορικῆς Οἰκογενείας. Διέθετε πέντε ναούς, μετόχια στήν Ἁγία Πετρούπολη, τήν Βαρσοβία καί τήν Γιάλτα, σχολεῖο (ὁ Α' Παγκόσμιος Πόλεμος διέκοψε τήν φοίτηση 700 μαθητῶν), νοσοκομεῖο, κλινική γιά τούς ἀπόρους, φαρμακεῖο, γηοκομεῖο, Σχολή Νοσοκόμων, διάφορα ἐργαστήρια (ραπτικῆς, ζωγραφικῆς, μεταξοκαλλιέργειας καί χρυσοκεντήματος), ἕνα μεγάλο ἀγρόκτημα, μονάδες ἐκτροφῆς ζώων καί βιοτεχνίες σαπουνιοῦ, τούβλων καί ζυμαρικῶν! Ἡ κοινωνική καί πνευματική στήριξη τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς ἦταν τέτοια, ὥστε τό προσκυνηματικό ρεῦμα πρός αὐτήν ἦταν τεράστιο (30.000 περίπου προσκυνητές ἔφθαναν στήν πανήγυρι τῆς 14ης Σεπτεμβρίου, ἡμέρα τῆς Εὑρέσεως), οἱ δέ δραστηριότητές της ὑποχρέωσαν τίς Ἀρχές νά δημιουργήσουν εἰδικό σιδηροδρομικό σταθμό!
Τήν τεράστια αὐτή πνευματική καί κοινωνική ἐργασία διέκοψαν τό 1915 τά γεγονότα τοῦ Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Τότε 400 μοναχές καί 100 δόκιμες ὑποχρεώθηκαν νά φύγουν ἀπό τό μοναστήρι καί νά ζητήσουν καταφύγιο στήν Ἁγία Πετρούπολη (στό ἐκεῖ Μετόχι τους, στή Μονή πού εἶχε ἱδρύσει ὁ ἁγ. Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης, σέ ἄλλες μονές καί σέ σπίτια εὐσεβῶν Χριστιανῶν). Τό 1917, μέ τά γεγονότα τῆς Ἐπαναστάσεως καί τοῦ Ρωσικοῦ Ἐμφυλίου Πολέμου, ἡ ἀδελφότητα οὐσιαστικά διαλύθηκε, ἕνα μεγάλο μέρος της ὅμως μαζί μέ τήν Εἰκόνα μετακινήθηκε στή Βεσσαραβία καί βρῆκε καταφύγιο σέ μονή τῆς Ἐπισκοπῆς Κίσενεφ. Ὅταν ἡ περιοχή προσαρτήσθηκε στή Ρουμανία καί οἱ Ρουμανικές Ἀρχές προσπάθησαν νά ἐκρουμανίσουν τήν ἀδελφότητα, 62 μοναχές μέ τήν Εἰκόνα καί τίς Γερόντισσες Αἰκατερίνη καί Νίνα μετακινήθηκαν στή Γιουγκοσλαβία, ὅπου τό Πατριαρχεῖο Σερβίας τούς πρόσφερε τήν Μονή τοῦ Χόποβο.
Στό Χόποβο οἱ μοναχές τῆς Λέσνας συνέχισαν τήν παράδοση τῆς κοινωνικῆς τους προσφορᾶς, μέ τήν λειτουργία ἑνός μικροῦ ὀρφανοτροφείου, στό ὁποῖο περιέθαλψαν στά 25 χρόνια τῆς παραμονῆς τους στή Σερβία 500 περίπου παιδιά! Δέχθηκαν ἀκόμη καί ἀδελφές Σερβικῆς καταγωγῆς, συντελῶντας μέ τόν τρόπο αὐτό στήν μελλοντική στελέχωση 32 Σερβικῶν μονῶν!
Ὁ Β' Παγκόσμιος Πόλεμος βρῆκε τήν ἀδελφότητα τῆς Λέσνας στό Χόποβο, νά ἀριθμεῖ 40 μοναχές καί νά φιλοξενεῖ 6 ἐξορίστους Ρώσους Ἱερομονάχους καί τούς Ἀρχιεπισκόπους Ἑρμογένη (Μαξίμωφ, + 1944) καί Θεοφάνη (Γαβρίλωφ, + 1944). Ἡ πυρπόληση τῆς Μονῆς τό 1943 ἀνάγκασε τίς ἀδελφές νά ζητήσουν καταφύγιο σέ κατοικές Σέρβων καί Ρώσων Ὀρθοδόξων. Μέ τήν ἐπικράτηση τοῦ Κομμουνισμοῦ στή Γιουγκοσλαβία (1945) καί ὁρατό τόν κίνδυνο ἀπελάσεως στήν Σοβιετική Ἕνωση τῶν Ρώσων αὐτοεξορίστων, οἱ μοναχές προτίμησαν καί πάλι τόν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς. Ἔτσι τό 1950, χάρις στίς προσπάθειες τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ναθαναήλ Ἀβώφ (ὁ ὁποῖος τούς ἐξασφάλισε Γαλλικά διαβατήρια), οἱ μοναχές μετακινήθηκαν στήν Γαλλία. Ἐκεῖ, ἀρχικά φιλοξενήθηκαν σέ ἕνα Ρωμαιοκαθολικό μοναστήρι καί στή συνέχεια στίς ἐγκαταστάσεις ἑνός Σεμιναρίου, δυτικά τοῦ Παρισιοῦ.
Νέα μετακίνηση τῶν ἀδελφῶν ἔγινε ἀναγκαστικά τό 1968, ὅταν πωλήθηκαν οἱ ἐγκαταστάσεις τοῦ πρώην Σεμιναρίου. Γιά τήν ἐνίσχυση τῶν 32 μοναζουσῶν πού εἶχαν μείνει, ἡ ὑπό τόν Μητροπολίτη Φιλάρετο Σύνοδος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς ἔκανε ἔρανο μεταξύ τῶν μελῶν της καί ἔτσι στάθηκε δυνατή ἡ ἀγορά ἑνός ἀγροκτήματος (μέ ναό, ἕνα νεοκλασσικό ἀρχοντικό κ.ἄ. ἐγκαταστάσεις), στό χωριό Προβεμόντ τῆς Νορμανδίας. Στό ναό (Γοτθικοῦ ρυθμοῦ) τῆς νέας μονῆς, μέ τό ἐξαιρετικῆς τέχνης ρωσικοῦ ρυθμοῦ ξυλόγλυπτο τέμπλο (πού σχεδίασε ὁ Ἀρχιτέκτονας Μ. Φ. Κόζμιν καί ἁγιογράφησε ἡ Μοναχή Φλαβιανή (+ 1979), κατατέθηκε τελικά ἡ Παναγία τῆς Λέσνας καί ἐκεῖ δέχεται τήν προσκύνηση τῶν πιστῶν Ὀρθοδόξων. Στόν ναό - τόν ὁποῖο ἐγκαινίασε ὁ Ρῶσος Ἀρχιεπίσκοπος Γενεύης καί Δυτικῆς Εὐρώπης Ἀντώνιος (Μποτρόσεβιτς, + 1993), ἐκτός ἀπό τήν Εἰκόνα φυλάσσονται πολλά ἅγια Λείψανα καί ἄλλες παλαιές Ρωσικές εἰκόνες. Τό 1995 ἡ Μονή εἶχε 20 μοναχές.
Ἡ Παναγία τῆς Λέσνας τιμᾶται τήν 14η Σεπτεμβρίου, ἡμέρα τῆς εὑρέσεώς της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου