Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου
Ἀρχική δημοσίευση στό Περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» Λευκωσίας (φ. 56/1998, σελ. 84 – 93). Στή συνέχεια δημοσιεύεται μέρος τοῦ ἀρχικοῦ κειμένου.
Ἡ Παναγία τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς Θείας ἈγάπηςἩ θαυματουργή αὐτή εἰκόνα τῆς Παναγίας συνδέεται μέ τό πρόσωπο τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς Θείας Ἀγάπης (ρωσιστί Μπογκολιούμπσκυ) καί τίς ἀπαρχές τῆς Ρωσικῆς Χριστιανικῆς Ἱστορίας.
Ὁ ἅγ. Ἀνδρέας ἦταν γιός τοῦ Μεγάλου Ἡγεμόνα τοῦ Κιέβου Γεωργίου τοῦ Μακρόχειρα (ρωσιστί Ντολγκορούκι) καί ἔτυχε ἱκανῆς παιδείας. Ἀρχικά ἀνέλαβε τήν Ἡγεμονία τοῦ Βλαδιμήρ, ὅπου ἐπέδειξε μεγάλες διοικητικές ἱκανότητες. Ὅταν πατέρας του ἔγινε Μεγάλος Ἡγεμόνας, ὁ Ἀνδρέας μετακινήθηκε στό Βύσγκοροντ, ἀπ' ὅπου πῆρε τήν μετέπειτα ἐφέστια Εἰκόνα τῆς Ρωσίας, τήν ἐπονομαζομένη "Παναγία τοῦ Βλαδιμή-ρου" (πρόκειται γιά ἀρχαῖα εἰκόνα τῆς Παναγίας πού ἀποδίδεται στόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ, ἡ ὁποῖο δωρήθηκε στόν Γεώργιο Ντολγκοροῦκι ἀπό τόν Πατριάρχη ΚΠόλεως Λουκᾶ Χρυσοβέργη). Κατά τήν παράδοση ἔξω ἀπό τήν πόλη τοῦ ἐμφανίσθηκε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί τοῦ ζήτησε νά ἱδρύση μονή στό σημεῖο ἐκεῖνο. Ὁ Ἀνδρέας πράγματι ἵδρυσε μονή καί ἔπειτα πόλη καί ζήτησε νά ἁγιογραφήσουν τήν ἐμφάνιση τῆς Θεομήτορος στήν ἀναξιότητά του. Ὅλα (ἡ Μονή, ἡ πόλη, ἡ εἰκόνα, ἀλλά καί ὁ ἴδιος), ὀνομάσθηκαν "τῆς Θείας Ἀγάπης" (ρωσιστί Μπογκολιούμποβο).
Τό 1157, μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἀναδείχθηκε Μεγάλος Ἡγεμόνας καί μετέφερε τήν ἕδρα τῆς Κιεβινῆς Ρωσίας ἀπό τό Κίεβο στό Βλαδιμήρ, ὅπου ὕψωσε λαμπρούς ναούς (περίπου 30· ὁ πλέον γνωστός εἶναι ὁ Ναός τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ὅπου κατατέθηκε - τό 1164 - ἡ Παναγία τοῦ Βλαδιμήρου). Τό 1164 ἔκτισε τίς λεγόμενες Χρυσές Πύλες τοῦ Κιέβου.
Δολοφονήθηκε στό Μπογκολιούμποβο τό 1175 ἀπό συνωμότες Βογιάρους, ἄν καί ἦταν ἄριστος κυβερνήτης καί ἱεραπόστολος τοῦ Εὐαγγελίου στόν ἐντόπιο πληθυσμό. Ἐνταφιάσθηκε στό Ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στό Βλαδιμήρ, ὅπου διαφυλάχθηκε τό ἀδιάφθορο Λείψανό του. Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 29η Ἰουνίου.
Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, τόσο τό Λείψανο τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα, ὅσο καί ἡ Θεομητορική Εἰκόνα πού φέρει τό ὄνομά του, ἐκτέθηκαν στό τοπικό Μουσεῖο Σούζνταλ – Βλαδιμήρ. Τό 1987, κατά τήν περίοδο τῆς Περεστρόϊκα, τό Λείψανο ἐπιστράφηκε στή Ρωσική Ἐκκλησία καί σήμερα φυλάσσεται στόν Καθεδρικό Ναό Κοιμ. Θεοτόκου Βλαδιμήρ.
Ἀπό τά πλέον γνωστά ἀντίγραφα τῆς Παναγίας τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα εἶναι ἐκεῖνα τῆς Μόσχας καί τοῦ Ζιτομίρ. Τιμᾶται τήν 18η Ἰουνίου, ἡμέρα μνήμης τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα.
Ἡ Παναγία τοῦ Κούρσκ Ἡ Παναγία τοῦ Κούρσκ ἀνῆκει στόν εἰκονογραφικό τύπο τοῦ Σημείου, τοῦ ὁποίου κατά τήν παράδοση τό πρωτότυπο βρέθηκε στή Ρώμη, στήν Κατακόμβη τῆς ἁγ. Ἄννας (πρόκειται γιά τόν εἰκονογραφικό τύπο τῆς Βυζαντινῆς Πλατυτέρας). Εἶναι ἀντίγραφο παλαιό-τερης εἰκόνας πού βρέθηκε στό Νόβγκοροντ τό 1170, τήν ἐπονομαζομένη «τῆς Ρίζης», ἐπειδή βρέθηκε στή ρίζα ἑνός δένδρου ἀπό ἕναν κυνηγό. Στό σημεῖο τῆς εὑρέσεως ὑψώθηκε ἀμέσως ξύλινος ναός τόν ὁποῖο κατέστρεψαν οἱ Τάταροι τό 1382, ἀφοῦ προηγουμένως τεμάχισαν τήν εἰκόνα στά δύο καί βασάνισαν τόν ἐφημέριο.
Στά πρῶτα θαύματα τῆς Παναγίας τοῦ Κούρσκ ἀνήκει ἡ θαυμαστή ἕνωση τῶν δύο τμημάτων, ἐνῶ εὑρύτατα γνωστή εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ ἁγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ (τόν 18ο αἰ.), ὅταν ἀρρώστησε βαριά κατά τήν παιδική του ἡλικία. Τό 1597 ἱδρύθηκε στό σημεῖο τῆς εὑρέσεως τό περίφημο ἐρημητήριο τοῦ Κούρσκ Ρούτ (τό γνωστό Κορέναγια Πουστίν).
Ἡ Παναγία τοῦ Κούρσκ ὀνομάζεται «Ἡ Ὁδηγήτρια τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς» (στή φωτό τό πρωτότυπο). Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 ἀκολούθησε τήν πορεία τῆς ἐξόριστης Ρωσικῆς Συνόδου στό Κάρλοβιτς τῆς Σερβίας ἀρχικά, στή συνέχεια στό Μόναχο (Μονή ἁγ. Ἰώβ τοῦ Ποτσάεφ) καί τελικά στή Νέα Ὑόρκη (πρῶτα στή Μονή Νέα Κορέναγια καί ἐπειτα στόν Συνοδικό Καθεδρικό Ναό, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται).
Τιμᾶται τήν 3η Μαρτίου, τήν 8η Σεπτεμβρίου καί τήν 27η Νοεμβρίου.
Ἡ Παναγία τοῦ ΝτόνΠαλαιότατη εἰκόνα, ἕνα τῶν μεγαλυτέρων κειμηλίων τῆς Ρωσικῆς ἐθνικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, ἀφοῦ συνδέ-εται μέ τό Ρωσικό Πουατιέ, τήν Μάχη τοῦ Κουλίκοβο Πόλ, καί τόν ἐθνικό ἥρωα τῆς Ρωσίας καί Ἅγιο τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδοξίας ἅγ. Δημήτριο Ντόνσκοϊ.
Ὁ ἅγ. Δημήτριος (Μεγ. Ἡγεμόνας 1359 – 1389), γεννήθηκε τήν 12. 10. 1350 καί ἦταν γιός τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα Ἰωάννη Β’ τοῦ Ἀγαθοῦ (1353 – 1359) καί τῆς Ἀλεξάνδρας Ἰβάνοβνας Δημήτριεβνας. Ἀνατράφηκε κάτω ἀπό τήν γόνιμη ἐπιρροή τοῦ Μητροπ. Ρωσίας ἁγ. Ἀλεξίου καί ὅταν ἀνέλαβε τήν διακυβέρνηση σέ ἡλικία 9 ἐτῶν, βρέθηκε κάτω ἀπό τήν προστασία τοῦ ἁγίου αὐτοῦ ἀνδρός καί ἐξαιρετικοῦ κυβερνήτη. Ὁ πολιτικός στόχος τοῦ ἁγ. Ἀλεξίου, τόν ὁποῖο ἐμφύτευσε στόν νεαρό Δημήτριο, ἦταν ἡ ἕνωση ὅλων τῶν Ρωσικῶν ἐδαφῶν - Ἡγεμονιῶν κάτω ἀπό τήν Ἡγεμονία τῆς Μόσχας καί ἡ δημιουργία ἑνός ἰσχυροῦ συγκεντρωτικοῦ κράτους, ἱκανοῦ νά ἀπαλλάξει τήν χώρα ἀπό τόν Ταταρικό ζυγό.
Τό 1360 ὁ Τάταρος Χάν ἀπένειμε τόν τίτλο τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα τοῦ Βλαδιμήρ στόν Δημήτριο Κωνσταντίνοβιτς, Ἡγεμόνα τοῦ Νίζνι Νόβγκοροντ. Ὁ Δημήτριος Κωνσταντίνοβιτς γεννήθηκε τό 1324 καί κατάγοταν ἀπό τήν οἰκογένεια τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα τοῦ Κιέβου Βσέβολοντ Γ. Τό 1359 ἡγεμόνευε στό Σούζνταλ καί τό 1365 στό Νίζνι Νόβγκοροντ. Ἰσχυρός ἡγεμόνας, προσπάθησε νά ἐξουδετερώσει τούς πειρατές πού λυμαίνονταν τήν λεκάνη τοῦ Βόλγα καί διεκδίκησε γιά τόν ἑαυτό του τήν Μεγ. Ἡγεμονία τοῦ Βλαδιμήρ, πράγμα πού πέτυχε τό 1360. Αὐτό τόν ἔφερε σέ σύγκρουση μέ τόν Δημήτριο Ἰβάνοβιτς, ἀλλά ὅταν τό 1363 ὁ Δημήτριος Κωνσταντίνοβιτς καθαιρέθηκε καί τίτλος ἀπονεμήθηκε στό Δημήτριο Ἰβάνοβιτς, ἐκεῖνος συνῆψε εἰρήνη μέ τόν ἀντίπαλό του καί νυμφεύθηκε τήν κόρη του Εὐδοκία (ὁσ. Εὐφροσύνη τῆς Μόσχας, + 1407), μέ τήν ὁποία ἀπέκτησε 12 παιδιά (μεταξύ αὐτῶν καί τόν Μεγ. Ἡγεμόνα Βασίλειο Α’). Ἔτσι ἀποφεύχθηκε ἕνας νέος ἐμφύλιος πόλεμος καί ἐνισχύθηκε ἡ ἑνωτική προσπάθεια γιά τήν ἀποτίναξη τοῦ Ταταρικοῦ ζυγοῦ.
Τό ἑπόμενο ἔτος 1367 ὁ Δημήτριος ὀχύρωσε τό Κρεμλίνο μέ πέτρινα τείχη, γεγονός πού ἐπέτρεψε στή Μόσχα νά ἀντιμετωπίσει δύο ἐπιθέσεις τῶν Λιθουανῶν (τό 1368 καί τό 1370). Τό 1376 οἱ ἑνωμένες κάτω ἀπό τήν ἡγεσία του Ρωσικές δυνάμεις νίκησαν τούς Βουλγάρους τοῦ κάτω Βόλγα. Ἐνισχυμένος ὁ Δημήτριος ἀπό τίς ἐπιτυχίες αὐτές καί ἐκμεταλευόμενος τίς ἐσωτερικές διαμάχες τῶν Τατάρων, ἀποπειράθηκε νά ἀποτινάξει τόν ζυγό τους ἀρνούμενος τήν πληρωμή τῶν φόρων. Σέ ἀπάντηση ὁ Χάν Μαμάϊ συμμάχησε μέ τούς Λιθουανούς καί εἰσέβαλε στή Ρωσία μέ στράτευμα 200.000 ἀνδρῶν. Ὁ Δημήτριος, μέ τήν εὐλογία τοῦ ἁγ. Σεργίου τοῦ Ραντονέζ, συγκρούσθηκε μαζί τους στήν περίφημη Μάχη τοῦ Κουλίκοβο Πόλ (Ἀγροῦ τῆς Μπεκάτσας), τήν 8η Σεπτεμβρίου 1380, ἐπικεφαλής στρατεύματος 150.000 ἀνδρῶν. Κατά τήν πλέον κρίσιμη στιγμή τῆς μάχης, πρίν οἱ Τάταροι ἑνωθοῦν μέ τούς Λιθουανούς, ὁ ὅσ. Σέργιος ἔστειλε στό Δημήτριο τήν εὐλογία του καί τήν διαβεβαίωση γιά τήν νίκη τῶν Χριστιανικῶν στρατευμάτων. Προηγουμένως εἰχε διαθέσει στό νεαρό Ἡγεμόνα δύο μοναχούς πρώην στρατιωτικούς, τόν Ἀλέξανδρο Περεσβέτ καί τόν Ἀνδρέα Ὀσλιάμπα.
Ἀνάμεσα σ’ αὐτούς πού ἔσπευσαν νά ἀγωνιστοῦν μαζί μέ τόν Πρίγκιπα Δημήτριο ἦταν καί οἱ Κοζάκοι τοῦ ποταμοῦ Ντόν, πού ἔφεραν μαζί τους μία παλαιά εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἀπό τόν Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Σιποτίν. Κατά τήν ὥρα τῆς συγκρούσεως ἡ εἰκόνα εἶχε ὑψωθεῖ σέ ἕνα ἀκόντιο καί δέσποζε τοῦ πεδίου τῆς μάχης, ἐνθαρρύνοντας τούς Χριστιανούς μαχητές.
Κατά τήν σύγκρουση ὁ Δημήτριος νίκησε τούς Τατάρους καί τούς κατέστρεψε ὁλοκληρωτικά. Ἡ νίκη αὐτή ἀπέδειξε στούς Ρώσους, ὅτι οἱ Τάταροι δέν ἦσαν ἀήττητοι καί ἀνέξειδε τόν Δημήτριο σέ ἐθνικό ἥρωα καί προστάτη τῆς Ρωσίας στόν ἀγῶνα γιά τήν ἐθνική ἀποκατάσταση.
Μετά τήν μάχη οἱ Κοζάκοι δώρησαν τήν εἰκόνα στόν νικητή ἅγ. Δημήτριο Ντόνσκοϊ καί αὐτός τήν κατέθεσε στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, στό Κρεμλίνο.
Ὅμως πέραν τῶν ἠθικῶν πλεονεκτημάτων ἡ Μάχη τοῦ Κουλίκοβο Πόλ δέν εἶχε πρακτικά ἀποτελέσματα, ἀφοῦ τό 1382 ὁ νέος Χάν Τοκτάμυς κατέλαβε καί πυρπόλησε τήν Μόσχα καί ὁ Δημήτριος ὑποχρεώθηκε νά διαφύγει στό βορρᾶ. Εἶναι ἄξιο σημειώσεως, ὅτι στήν εἰσβολή τοῦ Χάν Τοκτάμυς συμμετεῖχε καί ὁ παλαιός ἀντίπαλος τοῦ Δημητρίου Ντόνσκοϊ καί πεθερός του Δημήτριος Κωνσταντίνοβιτς, ὁ ὁποῖος μάλιστα ἔστειλε καί τούς γιούς του νά ὑπηρετήσουν στόν Ταταρικό στρατό! (Ὁ Δημ. Κωνσταντίνοβιτς ἀπεβίωσε τήν 5. 6. 1383).
Ἀργότερα στό σημεῖο τῆς μάχης καί πάνω στούς τάφους τῶν πεσόντων Ρώσων, ὁ Πρίγκιπας Δημήτριος ἵδρυσε τήν Μονή τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου καί ταυτόχρονα ἐπέβαλλε τήν μνημόνευση τῶν ἐθνικῶν ἠρώων.
Ὁ Δημήτριος ἀπεβίωσε τήν 19. 5. 1389 σέ ἡλικία μόλις 39 ἐτῶν καί ἐνταφιάστηκε στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ἀφήνοντας στό γιό καί διάδοχό του Βασίλειο Α’ διπλάσια ἐπικράτεια ἡγεμονίας ἀπό ἐκείνη πού εἶχε παραλάβει.
Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε τό 1988 (μέ ἀφορμή τόν ἑορτασμό τῆς Χιλιετηρίδος τοῦ Βαπτίσματος τῶν Ρώσων, 988 - 1988), "σέ ἀναγνώριση τῶν ὑπηρεσιῶν του πρός τήν Ἐκκλησία καί τό Ἔθνος καί γιά τήν ταπεινή χριστιανική ζωή, θυσίας γιά τόν πλησίον του". Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 19η Μαϊου.
Τό 1591 ἡ Παναγία τοῦ Ντόν βρέθηκε καί πάλι στό πεδίο τῆς μάχης, ὅταν ἡ Μόσχα πολιορκήθηκε ἀπό τούς Τατάρους τῆς Κριμαίας. Οἱ τότε ἐθνικοί καί ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες τῆς Ρωσίας μέ ἐπικεφαλής τόν Τσάρο Θεόδωρο Α’ Ἰβάνοβιτς (1584 – 1598) καί τόν Πατριάρχη ἅγ. Ἰώβ (1587 – 1598), κάλεσαν τόν λαό νά προσευχηθεῖ μπροστά στήν εἰκόνα καί σύντομα οἱ εἰσβολεῖς ἀποκρούστηκαν, στή μάχη τοῦ ποταμοῦ Μόσκβα. Σέ ἀνάμνηση τῆς νίκης ἱδρύθηκε στό σημεῖο αὐτό ἡ περίφημη Μονή Ντόνσκοϊ.
Ἡ Παναγία τοῦ Ντόν εἶναι ἁγιογραφημένη κατά τήν τεχνοτροπία τοῦ περίφημου ἁγιογράφου Θεοφάνη τοῦ Ἕλληνα, δασκάλου τοῦ κορυφαίου Ρώσου ἁγιογράφου ἁγ. Ἀνδρέα Ρουμπλιώφ. Μέχρι τό 1930 ἦταν κατατεθημένη στήν Πινακοθήκη Τρετιάκωφ. Μετά τήν πτώση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστώτος ἡ εἰκόνα ἀποδόθηκε στή Ρωσική Ἐκκλησία. Τιμᾶται τήν 19η Αὐγούστου.
Ἡ Παναγία τῆς ΤόλγαςἩ εὕρεση τῆς θαυματουργῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας τῆς Τόλγας, ἔγινε μέ τρόπο θαυμαστό τήν 8η Αὐγούστου 1314. Ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ Γιαροσλάβ Πρόχορος (Μεγαλόσχημος Τρύφωνας), ἐπιστρέφοντας ἀπό μία περιοδεία στήν ἐπαρχία του, εἶχε κατασκηνώσει μέ τήν συνοδεία του στή συμβολή τοῦ ποταμοῦ Τόλγα μέ τόν μεγάλο ποταμό Βόλγα. Τήν νύκτα ἕνα ἐκτυφλωτικό φῶς ξύπνησε τόν ἐνάρετο Ἱεράρχη καί τόν ἀνάγκασε νά βγεῖ ἀπό τήν σκηνή του. Ἔκπληκτος τότε ὁ Πρόχορος ἀντίκρυσε μία στήλη φωτός στήν ἀπέναντι ὄχθη καί μία γέφυρα νά συνδέει τίς δύο πλευρές. Μέ πίστη ὁ Ἐπίσκοπος πέρασε τήν γέφυρα στηριζόμενος στή ράβδο του καί φθάνοντας στή στήλη τοῦ φωτός εἶδε νά αἰωρεῖται σέ ὕψος 10 περίπου ποδῶν μία εἰκόνα τῆς Παναγίας. Μετά ἀπό προσευχή ὁ Ἐπίσκοπος γύρισε ταραγμένος στήν κατασκήνωση, ξεχνῶντας πάνω στήν ταραχή του τήν ράβδο του στό σημεῖο τοῦ θαύματος. Ὅταν τό ἑπόμενο πρωϊ πληροφόρησε σχετικά τούς συνοδούς του, ἔκπλητκος διαπίστωσε ὅτι ἡ γέφυρα εἶχε χαθεπι, σέ πίστωση ὅμως τοῦ θαύματος, ὅταν πέρασαν ἀπέναντι μέ σχεδία, βρῆκαν τήν ράβδο μαζί μέ τήν εἰκόνα!
Στό σημεῖο τῆς εὑρέσεως ὑψώθηκε ἀμέσως ξύλινος ναός καί ἀργότερα δημιουργήθηκε μονή. Ἀπό τό 1392 θαυματουργό μῦρο ἄρχισε νά ρέει ἀπό τήν εἰκόνα. Ὁ τελευταῖος Ἡγούμενος τῆς μονῆς (καί ποιητής κανόνος πρός τήν Εἰκόνα), ἦταν ὁ μετέπειτα Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Σεραφείμ τοῦ Οὔγκλιτς.
Ἡ Παναγία τῆς Τόλγας ἀνῆκει στόν εἰκονογραφικό τύπο τῆς Ἐλεούσας καί ἑορτάζει τήν ἡμέρα τῆς εὑρέσεώς της (8η Αὐγούστου). Στήν Πινακοθήκη Τρετιάκωφ σώζεται ἀντίγραφό της τοῦ 13ου αἰ., τῆς Σχολῆς τοῦ Ἀλμπάτωφ.
Ἡ Παναγία τοῦ Καζάν Ἡ περισσότερο δημοφιλής Θεομητορική εἰκόνα ἀνάμεσα στόν Ὀρθόδοξο Ρωσικό λαό, ἐφέστια εἰκόνα τῆς παραδοσιακῆς Ρωσικῆς οἰκογενείας, μέ τήν ὁποία συνήθως εὐλογοῦνται οἱ ἀρραβῶνες. Εἰκονίζει τό σεπτό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου νά στρέφεται τρυφερά πρός τόν Υἱό Της, ὁ Ὁποῖος βρίσκεται σέ ὄρθια θέση καί εὐλογεῖ.
Ἡ Παναγία τοῦ Καζάν ἐμφανίζεται στή Ρωσική ἐθνική καί ἐκκλησιαστική Ἱστορία τόν 16ο αἰ., λίγο μετά τήν κατάληψη τοῦ μέχρι τότε Ταταρικοῦ Καζάν ἀπό τόν Τσάρο Ἰβάν Δ’ τόν Τρομερό (1547 – 1584). Ὅπως συνέβαινε σέ παρόμοιες περιπτώσεις, τήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν κυριαρχία τῶν Τατάρων ἀκολούθησε σημαντική ἱεραποστολική ἐργασία ἀπό τόν πρῶτο Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως ἅγ. Γουρία.
Ὁ ἅγ. Γουρίας ἦταν γόνος ἀριστοκρατικῆς οἰκογενείας ἀπό τό Ραντονέζ καί ὑπηρέτησε κοντά στόν Πρίγκιπα Ἰβάν Πενκώφ. Κατά τήν διάρκεια κάποιας διαμάχης τοῦ Πρίγκιπα μέ τήν σύζυγό του, ὁ νέος συκοφαντήθηκε καί φυλακίσθηκε, ἀλλά στή φυλακή ἔδειξε τήν ποιότητα τοῦ χαρακτήρα του, ἀφοῦ ἀφιέρωσε τόν χρόνο του στή συγγραφή παιδικῶν βιβλίων! Μόνασε στή Μονή τοῦ ἁγ. Ἰωσήφ τοῦ Βολοκολάμσκ, τῆς ὁποίας ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος, τό 1543. Ἡγουμένευσε 9 χρόνια καί μετά ἡσύχασε, μέχρι τόν διορισμό του στή Μονή Ἁγίας Τριάδος Σελιζχάρωφ, τῆς Ἐπισκοπῆς Τβέρ.
Τό 1552, ὅταν καταλήφθηκε τό Ταταροκρατούμενο Καζάν, ὁ Τσάρος Ἰβάν ἵδρυσε τήν ὁμώνυμη Ἀρχιεπισκοπή. Τό 1555 ὁ Ἅγιος ἐκλέχθηκε "διά κλήρου" πρῶτος Ἐπίσκοπός της. Στά ὀκτώ χρόνια τῆς ἀρχιερατείας του, μέ τήν βοήθεια τοῦ ἁγ. Βαρσανουφίου Ἐπισκόπου Τβέρ (+ 1576, 11η Ἀπριλίου), τότε Ἀρχιμανδρίτου, ἀνέπτυξε σημαντική ἱεραποστολική δραστηριότητα. Ἵδρυσε 4 Μονές καί ἔκτισε τόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί πλέον τῶν 10 ἐνοριακῶν Ναῶν.
Τό 1561 ἀσθένησε καί δέχθηκε τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα. Κοιμήθηκε τό 1563 καί ἐνταφιάσθηκε στή Μονή Μεταμορφώσεως (τήν ὁποία εἶχε ἱδρύσει ὁ ἅγ. Βαρσανούφιος καί ἐνταφιάσθηκε καί ὁ ἴδιος).
Τό 1595, ὁ τότε Μητροπολίτης Καζάν καί ἔπειτα Πατριάρχης Μόσχας ἅγ. Ἑρμογένης, ἀνακόμισε ἀδιάφθορα τά Λείψανα καί τῶν δύο Ἁγίων. Τό 1630, τό εὐωδιαστό Λείψανο τοῦ ἁγ. Γουρία μεταφέρθηκε στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 5η Δεκεμβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 4η Ὀκτωβρίου.
Ἡ εὕρεση τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν ἔγινε κάτω ἀπό τίς ἀκόλουθες συνθῆκες: Ὅταν μία τυχαῖα πυρκαγιά κατέστρεψε τό Κρεμλίνο τῆς πόλεως, τά λαϊκά στρώματα – στά ὁποῖα ἦταν βαθειά ριζωμένος ὁ Μωαμεθανισμός – ἀπέδοσαν τό γεγονός στήν ὀργή τοῦ «Προφήτου» Μωάμεθ. Τότε ἀκριβῶς ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ οἰκονόμησε τήν εὕρεση τῆς περιώνυμης - ἔκτοτε – εἰκόνας τοῦ Καζάν, γιά τήν στήριξη τῆς ἀληθινῆς πίστεως.
Μία νύκτα ἀμέσως μετά τήν πυρκαγιά ἡ Κυρία Θεοτόκος ἐμφανίσθηκε σέ ἕνα νεαρό κορίτσι, τήν Ματρώνα, καί τήν διέταξε νά μεταφέρει στόν ἅγιο Ποιμενάρχη τῆς πόλεως μία ἐντολή Της: Ἔπρεπε
νά σκάψουν σέ συγκεκριμένο σημεῖο, γιά νά βροῦν μία θαμμένη εἰκόνα Της. Ὅταν τό ὅραμα ἐμφανίσθηκε γιά τρίτη φορά, ἡ μητέρα τῆς Ματρώνας ἀναγκάστηκε νά ἐνημερώσει τόν ἅγ. Γουρία. Ὁ ἐνάρετος Ἐπίσκοπο ὑπάκουσε στή Θεομητορική ἐντολή καί τέθηκε ἐπικεφαλής τῶν Χριστιανῶν κατοίκων οἱ ὁποῖοι ἔσκαψαν καί βρῆκαν σέ βάθος τριῶν ποδῶν μία θαυμάσια εἰκόνα τῆς Παναγίας με΄ λαμπερά χρώματα, πού φαίνοταν σάν νά εἶχε βγεῖ τήν στιγμή ἐκείνη ἀπό τό ἐργαστήριο τοῦ ἁγιογράφου! Ὁ ἅγ. Γουρίας μετέφερε λιτανευτικά τήν εἰκόνα στόν παρακείμενο ναό τοῦ ἁγ. Νικολάου, τοῦ ὁποίου ἐφημέριος ἦταν ὁ ἔπειτα Ἱερομάρτυρας Πατριάρχης Μόσχας ἅγ. Ἑρμογένης (1606 – 1612). Τήν ἴδια ἡμέρα ἄρχισε ἡ μεγάλη σειρά τῶν θαυμάτων τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν, μέ πρῶτο τήν θεραπεία τοῦ τυφλοῦ Ἰωσήφ.
Κατά τήν Περίοδο τῶν Ταραχῶν (1598 – 1613) - τήν περίοδο τῆς Ρωσικῆς Ἱστορίας ἀπό τόν θάνατο τοῦ Τσάρου Θεοδώρου Α’ Ἰβάνοβιτς (1598), μέχρι τήν ἀνάδειξη τοῦ Τσάρου Μιχαήλ Ρωμανώφ (1613), κατά τήν ὁποία ἡ Ρωσία βρέθηκε στή δύνη τῆς ἀναρχίας καί τῆς ξένης (Πολωνικῆς) κατοχῆς - τό γόητρο τοῦ Ρωσικοῦ Κράτους σώθηκε ἀπό τόν ἡρωϊκό Πατριάρχη ἅγ. Ἑρμογένη. Ἀρνούμενος νά συνεργαστεῖ μέ τούς κατακτητές καί τούς συνεργάτες τους, πέθανε στή φυλακή ἀπό ἀσιτία, τήν 17η Φεβρουαρίου 1612. Τόν ἴδιο χρόνο - σάν ἀποτέλεσμα τοῦ κηρύγματός του καί τῶν ποιμαντικῶν του ἐπιστολῶν - ἦρθε ἀπό τόν Βόλγα ἕνας στρατός ἐθελοντῶν, κάτω ἀπό τήν ἡγεσία τοῦ λαϊκοῦ Κοσμᾶ Μίνιν ἀπό τό Νίζνι Νόβγκοροντ καί τοῦ Πρίγκιπα Δημ. Ποζάρσκυ, ἐπικεφαλῆς τοῦ ὁποίου εἶχε τεθεῖ ἡ θαυματουργός Εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν. Τήν 22α Ὀκτωβρίου ἐλευθερώθηκε ἡ Μόσχα καί τήν 26η τό Κρεμλῖνο. Ἡ νίκη τῶν Ρώσων κατά τῶν Πολωνῶν ἀποδόθηκε στήν προστασία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Τόν ἴδιο χρόνο, σέ ἀνάμνησι τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, ὁ Τσάρος Μιχαήλ Θεοδώροβιτς (1613 – 1645), ὁ πρῶτος τῆς Δυναστείας τῶν Ρωμανώφ, θέσπισε δύο ἑορτές πρός τιμήν τῆς εἰκόνας τοῦ Καζάν: Τήν Ἰουλίου (Εὕρεση) καί τήν 22α Ὀκτωβρίου (ἀπελευθέρωση τῆς Μόσχας ἀπό τούς Πολωνούς).
Πρός τιμήν τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν ὑπῆρχε στήν Κόκκινη Πλατεία τῆς Μόσχας περίφημος Καθεδρικός Ναός, στόν ὁποῖο ἦταν κατατεθημένη ἡ εἰκόνα. Κατά τόν Ἀρχιεπίσκοπο Συρακουςῶν καί Ἁγίας Τριάδος Ἀβέρκιο (τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς), μία παράδοση ἔλεγε, ὅτι ὅσο ὑπῆρχε ἡ εἰκόνα, ἡ Ρωσία θά εἶχε εἰρήνη στήν Ἀνατολή. Τό 1905 ἡ εἰκόνα χάθηκε μέ ἐντελῶς ἀνεξήγητο τρόπο καί ἀμέσως ξέσπασε ὁ ἀτυχής γιά τήν Ρωσία πόλεμος μέ τήν Ἰαπωνία! Ἀκολούθησε ὁ Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος καί ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1917. Τό περίεργο στό θέμα εἶναι, ὅτι ἐνῶ βρέθηκαν τά πολύτιμα ἀφιερώματα καί κοσμήματα τῆς εἰκόνας, ἡ ἴδια ἡ εἰκόνα δέν βρέθηκε ποτέ, σάν κάποιος νά τήν ἐξαφάνισε γιά συγκεκριμένο λόγο!
Τόν Καθεδρικό Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν στήν Κόκκινη Πλατεία κατεδάφισε τό 1937 ὁ Στάλιν γιά νά δημιουργηθεῖ χῶρος γιά δημόσια ἀποχωρητήρια! Μετά τήν πτώση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστώτος (1989), ὁ ναός ἐπανακτίσθηκε στό ἴδιο σημεῖο, χάρις στά σχέδια πού εἶχε διασώσει ὁ Πέτρος Μπαρανόφσκυ (ἀρχιτέκτονας πού διαφωνοῦσε μέ τόν Στάλιν στό θέμα τῆς κατεδαφίσεως ναῶν). Ὁ νέος ναός ἐγκαινιάστηκε τόν Νοέμβριο τοῦ 1993 ἀπό τόν Πατριάρχη Ἀλέξιο Β’, παρουσία τοῦ τότε Προέδρου τῆς Ρωσικῆς Ὁμοσπονδίας Μπόρις Γιέλτσιν (Περιοδικό “Frontier”, φ, Ἰανουαρίου – Φεβρουαρίου 1994, σελ. 5).Τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν μνημονεύονται 60 περίπου θαυματουργά ἀντίγραφα. Περισσότερο γνωστά εἶναι ἐκεῖνα τοῦ Γιαροσλάβ, τοῦ Ταμπώφ, τοῦ Τομπόλσκ, τοῦ Νιζνιελόμωφ καί τοῦ Καπλουνώφ. Τό θαυματουργό ἀντίγραφο τῆς Μόσχας φυλάσσεται κατατεθημένο στόν Πατριαρχικό Ναό τῶν Ἐπιφανίων(Σόλωνος Νινίκα, «Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας καί ἡ Περεστρόϊκα», σελ. 163). Τό εὑρύτατα γνωστό θαυματουργό ἀντίγραφο τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 ἔγινε κτῆμα διαφόρων καί τελικά κατέληξε στό μεγάλο Θεοημητορικό προσκύνημα τῶν Παπικῶν στήν Φατίμα τῆς Πορτογαλίας, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Στό Ἅγιο Ὄρος, στή Ρωσική Μονή τοῦ ἁγ. Παντελεήμονος, φυλάσσεται ἀντίγραφο μεγάλης καλλιτεχνικῆς καί κειμηλιακῆς ἀξίας.
Στήν Ἑλλάδα, παλαιά Ρωσική εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν πού εὐωδιάζει, φυλάσσεται στό Καθολικό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Κερατέας Ἀττικῆς. Ἐπίσης, στό Παρεκκλήσιο τῆς ὁσ. Ξένης τῆς Ρωσίδος Μάνδρας Ἀττικῆς, φυλάσσεται ἀντίγραφο τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν ἀναγόμενο στόν 18ο αἰ. καί ἄλλο στό ναό Κοιμ. Θεοτόκου Καλιθέας Ἀττικῆς.
Ἡ Παναγία τῆς Γεωργίας
Ἀνῆκει στόν εἰκονογραφικό τύπο τῆς Ὁδηγητρίας καί ἔχει πολλές ὁμοιότητες μέ τήν Παναγία τοῦ Τιχβίν. Μέχρι τόν 17ο αἰ. βρίσκοταν στή Γεωργία, ἀπ’ ὅπου καί ὀνομάστηκε. Ὅταν τό 1622 οἱ Πέρσες κατέλαβαν τήν Γεωργία, ἀνάμεσα στά λάφυρα πού ἀφαίρεσαν ἦταν καί πολλά ἐκκλησιαστικά κειμήλια, τά ὁποῖα πῆραν μέ σκοπό νά τά πουλήσουν στούς Ὀρθόδοξους Ρώσους πού ζοῦσαν στήν Περσία. Ἀνάμεσα στά κειμήλια αὐτά ἦταν καί ἡ ἔπειτα γνωστή Παναγία τῆς Γεωργίας, εἰκόνα παλαιά, διακοσμημένη μέ χρυσό καί ἀσήμι.
Ἡ εἰκόνα αὐτή ἀγοράστηκε ἀπό τόν Ρῶσο Στέφανο Λαζάρεφ, πράκτορα τοῦ ἐμπόρου Λίτκιν ἀπό τό Γιαροσλάβ. Τήν ἴδια στιγμή μέ ἐκείνη τῆς ἀγορᾶς, ὁ Λίτκιν πληροφορήθηκε μέ ὄνειρο, ὅτι ὁ συγκεκριμένος ὑπάλληλός του εἶχε ἀγοράσει μία εἰκόνα, ἡ ὁποία ἔπρεπε νά ἀφιερωθεῖ στή Μονή Κρασνογκόρσκ (πού εἶχε ἱδρυθεῖ τό 1603 στίς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Πίνεγκα, στήν περιοχή τοῦ Ἀρχαγγέλου). Μή γνωρίζοντας τι νά πράξει ὁ Λίτκιν λησμόνησε τήν ὑπόθεση, μέχρις ὅτου ἐπέστρεψε στή Ρωσία ὁ Λαζάρεφ (τό 1629), φέρνοντας μαζί του καί τήν εἰκόνα. Ἀμέσως τότε ἡ εἰκόνα κατατέθηκε στή Μονή Κασνογκόρσκ καί κατά τήν διάρκεια τῆς ἀγρυπνίας ὑποδοχῆς της ἐπιτελέστηκε τό πρῶτο θαῦμα, ὅταν ὁ μοναχός Πιτιρίμ, τυφλός ἀπό χρόνια, θεραπεύθηκε θαυματουργικά. Ἀκολούθησαν ἄλλα θαύματα καί τό 1650 ὁ τότε Μητροπολίτης Νόβγκοροντ καί ἔπειτα Πατριάρχης Μόσχας Νίκων, θέσπισε τήν ἑορτή τῆς εἰκόνας τήν 22α Αὐγούστου, ἡμέρα ἀφίξεώς της στή μονή.
Τό 1654 ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε στή Μόσχα γιά καθαρισμό. Τότε ὁ ἀργυροτεχνίτης Γαβριήλ Εὐδοκίμωφ ζήτησε ἀπό τόν μοναχό πού τήν συνόδευε, νά μεταφερθεῖ ἡ εἰκόνα στό σπίτι του καί νά ψαλλεῖ μία Παράκλησι γιά τόν ἄρρωστο γιό του. Μετά τήν θαυματουργική θεραπεία τοῦ παιδιοῦ, ὁ Εὐδοκίμωφ ἁγιογράφησε ἕνα ἀντίγραφο τῆς εἰκόνας καί τό ἁφιέρωσε στό Ναό τῆς Ἁγίας Τριάδος, κοντά στήν Πύλη τῆς ἁγ. Βαρβάρας. Τό ἀντίγραφο αὐτό ἀναδείχθηκε ἐπίσης θαυματουργό, σέ σημεῖο νά προκληθεῖ τό ἐνδιαφέρον τῶν Ἀνακτόρων. Ἔτσι, τήν 12η Ἀπριλίου 1900, ἐπισκέφθηκε τόν ναό καί προσκύνησε τήν εἰκόνα τό τελευταῖο Αὐτοκρατορικό ζεῦγος τῆς Ρωσίας, ὁ Τσάρος Νικόλαος Β’ καί ἡ Τσαρίνα Ἀλεξάνδρα.
Ἡ Παναγία τοῦ Σουϊσκ
Ἡ ἱστορία τῆς εἰκόνας τοῦ Σουϊσκ ἀρχίζει στά μέσα τοῦ 17ου αί., ὅταν ἡ Ρωσία ὑπέφερε ἀπό λοιμώδη νόσο. Στήν πόλη Σουϊσκ πού εἶχε πληγεῖ ἰδιαίτερα, οἱ κάτοικοι - ἀφοῦ ἔχασαν κάθε ἐλπίδα γιά ἀνθρώπινη βοήθεια – στράφηκαν ὁλοκληρωτικά στό Θεό καί μέ ὁλονυκτίες καί δεήσεις ζητοῦσαν τό ἔλεός Του.
Τήν περίοδο ἐκείνη οἱ ἐνορίτες τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, εἶχαν παραγγείλει σέ ἕναν ἐνάρετο ἀσκητή ἁγιογράφο, ἕνα ἀντίγραφο τῆς Ὁδηγητρίας τοῦ Σμολένσκ. Εὐσεβεῖς ἄνθρωποι ὅπως ἦταν, νήστεψαν ὅλη τήν ἑβδομάδα τῆς ἁγιογραφήσεως, προσευχήθηκαν καί ἀφοῦ ἐξομολογήθηκαν καί κοινώνησαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, πῆγαν μέ τόν ἐφημέριό τους νά τήν παραλάβουν. Ἀπό τήν στιγμή τῆς παραλαβῆς τῆς εἰκόνας ἡ ἐπιδημία ἄρχισε σταδιακά νά ὑποχωρεῖ, ἀρχικά στήν ἐνορία τῆς Ἀναστάσεως καί στή συνέχεια καί στήν ὑπόλοιπη πόλη!
Ἡ Παναγία τοῦ Σουϊσκ ἀναδείχθηκε πολύ θαυματουργή. Ἕνας κατάλογος θαυμάτων πού ἄρχισε ἀπό τότε νά τηρεῖται, σύντομα κατέγραψε 117 περιπτώσεις, ἀπό τίς ὁποίες οἱ 7 ἀφοροῦσαν θεραπείες παραλυτικῶν!
Ἡ εἰκόνα τιμᾶται τήν 2α Νοεμβρίου (σέ ἀνάμνηση τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπό τήν νόσο), τήν 18η Ἰουλίου καί ἐπίσης τήν 28η Ἰουλίου (σέ ἀνάμνηση ἀπαλλαγῆς ἀπό χολέρα, τό 1831), τήν Τρίτη τοῦ Πάσχα καί τήν πρώτη Κυριακή τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.
Ἡ Παναγία τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς Θείας ἈγάπηςἩ θαυματουργή αὐτή εἰκόνα τῆς Παναγίας συνδέεται μέ τό πρόσωπο τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς Θείας Ἀγάπης (ρωσιστί Μπογκολιούμπσκυ) καί τίς ἀπαρχές τῆς Ρωσικῆς Χριστιανικῆς Ἱστορίας.
Ὁ ἅγ. Ἀνδρέας ἦταν γιός τοῦ Μεγάλου Ἡγεμόνα τοῦ Κιέβου Γεωργίου τοῦ Μακρόχειρα (ρωσιστί Ντολγκορούκι) καί ἔτυχε ἱκανῆς παιδείας. Ἀρχικά ἀνέλαβε τήν Ἡγεμονία τοῦ Βλαδιμήρ, ὅπου ἐπέδειξε μεγάλες διοικητικές ἱκανότητες. Ὅταν πατέρας του ἔγινε Μεγάλος Ἡγεμόνας, ὁ Ἀνδρέας μετακινήθηκε στό Βύσγκοροντ, ἀπ' ὅπου πῆρε τήν μετέπειτα ἐφέστια Εἰκόνα τῆς Ρωσίας, τήν ἐπονομαζομένη "Παναγία τοῦ Βλαδιμή-ρου" (πρόκειται γιά ἀρχαῖα εἰκόνα τῆς Παναγίας πού ἀποδίδεται στόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ, ἡ ὁποῖο δωρήθηκε στόν Γεώργιο Ντολγκοροῦκι ἀπό τόν Πατριάρχη ΚΠόλεως Λουκᾶ Χρυσοβέργη). Κατά τήν παράδοση ἔξω ἀπό τήν πόλη τοῦ ἐμφανίσθηκε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί τοῦ ζήτησε νά ἱδρύση μονή στό σημεῖο ἐκεῖνο. Ὁ Ἀνδρέας πράγματι ἵδρυσε μονή καί ἔπειτα πόλη καί ζήτησε νά ἁγιογραφήσουν τήν ἐμφάνιση τῆς Θεομήτορος στήν ἀναξιότητά του. Ὅλα (ἡ Μονή, ἡ πόλη, ἡ εἰκόνα, ἀλλά καί ὁ ἴδιος), ὀνομάσθηκαν "τῆς Θείας Ἀγάπης" (ρωσιστί Μπογκολιούμποβο).
Τό 1157, μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἀναδείχθηκε Μεγάλος Ἡγεμόνας καί μετέφερε τήν ἕδρα τῆς Κιεβινῆς Ρωσίας ἀπό τό Κίεβο στό Βλαδιμήρ, ὅπου ὕψωσε λαμπρούς ναούς (περίπου 30· ὁ πλέον γνωστός εἶναι ὁ Ναός τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ὅπου κατατέθηκε - τό 1164 - ἡ Παναγία τοῦ Βλαδιμήρου). Τό 1164 ἔκτισε τίς λεγόμενες Χρυσές Πύλες τοῦ Κιέβου.
Δολοφονήθηκε στό Μπογκολιούμποβο τό 1175 ἀπό συνωμότες Βογιάρους, ἄν καί ἦταν ἄριστος κυβερνήτης καί ἱεραπόστολος τοῦ Εὐαγγελίου στόν ἐντόπιο πληθυσμό. Ἐνταφιάσθηκε στό Ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στό Βλαδιμήρ, ὅπου διαφυλάχθηκε τό ἀδιάφθορο Λείψανό του. Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 29η Ἰουνίου.
Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, τόσο τό Λείψανο τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα, ὅσο καί ἡ Θεομητορική Εἰκόνα πού φέρει τό ὄνομά του, ἐκτέθηκαν στό τοπικό Μουσεῖο Σούζνταλ – Βλαδιμήρ. Τό 1987, κατά τήν περίοδο τῆς Περεστρόϊκα, τό Λείψανο ἐπιστράφηκε στή Ρωσική Ἐκκλησία καί σήμερα φυλάσσεται στόν Καθεδρικό Ναό Κοιμ. Θεοτόκου Βλαδιμήρ.
Ἀπό τά πλέον γνωστά ἀντίγραφα τῆς Παναγίας τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα εἶναι ἐκεῖνα τῆς Μόσχας καί τοῦ Ζιτομίρ. Τιμᾶται τήν 18η Ἰουνίου, ἡμέρα μνήμης τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα.
Ἡ Παναγία τοῦ Κούρσκ Ἡ Παναγία τοῦ Κούρσκ ἀνῆκει στόν εἰκονογραφικό τύπο τοῦ Σημείου, τοῦ ὁποίου κατά τήν παράδοση τό πρωτότυπο βρέθηκε στή Ρώμη, στήν Κατακόμβη τῆς ἁγ. Ἄννας (πρόκειται γιά τόν εἰκονογραφικό τύπο τῆς Βυζαντινῆς Πλατυτέρας). Εἶναι ἀντίγραφο παλαιό-τερης εἰκόνας πού βρέθηκε στό Νόβγκοροντ τό 1170, τήν ἐπονομαζομένη «τῆς Ρίζης», ἐπειδή βρέθηκε στή ρίζα ἑνός δένδρου ἀπό ἕναν κυνηγό. Στό σημεῖο τῆς εὑρέσεως ὑψώθηκε ἀμέσως ξύλινος ναός τόν ὁποῖο κατέστρεψαν οἱ Τάταροι τό 1382, ἀφοῦ προηγουμένως τεμάχισαν τήν εἰκόνα στά δύο καί βασάνισαν τόν ἐφημέριο.
Στά πρῶτα θαύματα τῆς Παναγίας τοῦ Κούρσκ ἀνήκει ἡ θαυμαστή ἕνωση τῶν δύο τμημάτων, ἐνῶ εὑρύτατα γνωστή εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ ἁγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ (τόν 18ο αἰ.), ὅταν ἀρρώστησε βαριά κατά τήν παιδική του ἡλικία. Τό 1597 ἱδρύθηκε στό σημεῖο τῆς εὑρέσεως τό περίφημο ἐρημητήριο τοῦ Κούρσκ Ρούτ (τό γνωστό Κορέναγια Πουστίν).
Ἡ Παναγία τοῦ Κούρσκ ὀνομάζεται «Ἡ Ὁδηγήτρια τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς» (στή φωτό τό πρωτότυπο). Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 ἀκολούθησε τήν πορεία τῆς ἐξόριστης Ρωσικῆς Συνόδου στό Κάρλοβιτς τῆς Σερβίας ἀρχικά, στή συνέχεια στό Μόναχο (Μονή ἁγ. Ἰώβ τοῦ Ποτσάεφ) καί τελικά στή Νέα Ὑόρκη (πρῶτα στή Μονή Νέα Κορέναγια καί ἐπειτα στόν Συνοδικό Καθεδρικό Ναό, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται).
Τιμᾶται τήν 3η Μαρτίου, τήν 8η Σεπτεμβρίου καί τήν 27η Νοεμβρίου.
Ἡ Παναγία τοῦ ΝτόνΠαλαιότατη εἰκόνα, ἕνα τῶν μεγαλυτέρων κειμηλίων τῆς Ρωσικῆς ἐθνικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, ἀφοῦ συνδέ-εται μέ τό Ρωσικό Πουατιέ, τήν Μάχη τοῦ Κουλίκοβο Πόλ, καί τόν ἐθνικό ἥρωα τῆς Ρωσίας καί Ἅγιο τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδοξίας ἅγ. Δημήτριο Ντόνσκοϊ.
Ὁ ἅγ. Δημήτριος (Μεγ. Ἡγεμόνας 1359 – 1389), γεννήθηκε τήν 12. 10. 1350 καί ἦταν γιός τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα Ἰωάννη Β’ τοῦ Ἀγαθοῦ (1353 – 1359) καί τῆς Ἀλεξάνδρας Ἰβάνοβνας Δημήτριεβνας. Ἀνατράφηκε κάτω ἀπό τήν γόνιμη ἐπιρροή τοῦ Μητροπ. Ρωσίας ἁγ. Ἀλεξίου καί ὅταν ἀνέλαβε τήν διακυβέρνηση σέ ἡλικία 9 ἐτῶν, βρέθηκε κάτω ἀπό τήν προστασία τοῦ ἁγίου αὐτοῦ ἀνδρός καί ἐξαιρετικοῦ κυβερνήτη. Ὁ πολιτικός στόχος τοῦ ἁγ. Ἀλεξίου, τόν ὁποῖο ἐμφύτευσε στόν νεαρό Δημήτριο, ἦταν ἡ ἕνωση ὅλων τῶν Ρωσικῶν ἐδαφῶν - Ἡγεμονιῶν κάτω ἀπό τήν Ἡγεμονία τῆς Μόσχας καί ἡ δημιουργία ἑνός ἰσχυροῦ συγκεντρωτικοῦ κράτους, ἱκανοῦ νά ἀπαλλάξει τήν χώρα ἀπό τόν Ταταρικό ζυγό.
Τό 1360 ὁ Τάταρος Χάν ἀπένειμε τόν τίτλο τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα τοῦ Βλαδιμήρ στόν Δημήτριο Κωνσταντίνοβιτς, Ἡγεμόνα τοῦ Νίζνι Νόβγκοροντ. Ὁ Δημήτριος Κωνσταντίνοβιτς γεννήθηκε τό 1324 καί κατάγοταν ἀπό τήν οἰκογένεια τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα τοῦ Κιέβου Βσέβολοντ Γ. Τό 1359 ἡγεμόνευε στό Σούζνταλ καί τό 1365 στό Νίζνι Νόβγκοροντ. Ἰσχυρός ἡγεμόνας, προσπάθησε νά ἐξουδετερώσει τούς πειρατές πού λυμαίνονταν τήν λεκάνη τοῦ Βόλγα καί διεκδίκησε γιά τόν ἑαυτό του τήν Μεγ. Ἡγεμονία τοῦ Βλαδιμήρ, πράγμα πού πέτυχε τό 1360. Αὐτό τόν ἔφερε σέ σύγκρουση μέ τόν Δημήτριο Ἰβάνοβιτς, ἀλλά ὅταν τό 1363 ὁ Δημήτριος Κωνσταντίνοβιτς καθαιρέθηκε καί τίτλος ἀπονεμήθηκε στό Δημήτριο Ἰβάνοβιτς, ἐκεῖνος συνῆψε εἰρήνη μέ τόν ἀντίπαλό του καί νυμφεύθηκε τήν κόρη του Εὐδοκία (ὁσ. Εὐφροσύνη τῆς Μόσχας, + 1407), μέ τήν ὁποία ἀπέκτησε 12 παιδιά (μεταξύ αὐτῶν καί τόν Μεγ. Ἡγεμόνα Βασίλειο Α’). Ἔτσι ἀποφεύχθηκε ἕνας νέος ἐμφύλιος πόλεμος καί ἐνισχύθηκε ἡ ἑνωτική προσπάθεια γιά τήν ἀποτίναξη τοῦ Ταταρικοῦ ζυγοῦ.
Τό ἑπόμενο ἔτος 1367 ὁ Δημήτριος ὀχύρωσε τό Κρεμλίνο μέ πέτρινα τείχη, γεγονός πού ἐπέτρεψε στή Μόσχα νά ἀντιμετωπίσει δύο ἐπιθέσεις τῶν Λιθουανῶν (τό 1368 καί τό 1370). Τό 1376 οἱ ἑνωμένες κάτω ἀπό τήν ἡγεσία του Ρωσικές δυνάμεις νίκησαν τούς Βουλγάρους τοῦ κάτω Βόλγα. Ἐνισχυμένος ὁ Δημήτριος ἀπό τίς ἐπιτυχίες αὐτές καί ἐκμεταλευόμενος τίς ἐσωτερικές διαμάχες τῶν Τατάρων, ἀποπειράθηκε νά ἀποτινάξει τόν ζυγό τους ἀρνούμενος τήν πληρωμή τῶν φόρων. Σέ ἀπάντηση ὁ Χάν Μαμάϊ συμμάχησε μέ τούς Λιθουανούς καί εἰσέβαλε στή Ρωσία μέ στράτευμα 200.000 ἀνδρῶν. Ὁ Δημήτριος, μέ τήν εὐλογία τοῦ ἁγ. Σεργίου τοῦ Ραντονέζ, συγκρούσθηκε μαζί τους στήν περίφημη Μάχη τοῦ Κουλίκοβο Πόλ (Ἀγροῦ τῆς Μπεκάτσας), τήν 8η Σεπτεμβρίου 1380, ἐπικεφαλής στρατεύματος 150.000 ἀνδρῶν. Κατά τήν πλέον κρίσιμη στιγμή τῆς μάχης, πρίν οἱ Τάταροι ἑνωθοῦν μέ τούς Λιθουανούς, ὁ ὅσ. Σέργιος ἔστειλε στό Δημήτριο τήν εὐλογία του καί τήν διαβεβαίωση γιά τήν νίκη τῶν Χριστιανικῶν στρατευμάτων. Προηγουμένως εἰχε διαθέσει στό νεαρό Ἡγεμόνα δύο μοναχούς πρώην στρατιωτικούς, τόν Ἀλέξανδρο Περεσβέτ καί τόν Ἀνδρέα Ὀσλιάμπα.
Ἀνάμεσα σ’ αὐτούς πού ἔσπευσαν νά ἀγωνιστοῦν μαζί μέ τόν Πρίγκιπα Δημήτριο ἦταν καί οἱ Κοζάκοι τοῦ ποταμοῦ Ντόν, πού ἔφεραν μαζί τους μία παλαιά εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἀπό τόν Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Σιποτίν. Κατά τήν ὥρα τῆς συγκρούσεως ἡ εἰκόνα εἶχε ὑψωθεῖ σέ ἕνα ἀκόντιο καί δέσποζε τοῦ πεδίου τῆς μάχης, ἐνθαρρύνοντας τούς Χριστιανούς μαχητές.
Κατά τήν σύγκρουση ὁ Δημήτριος νίκησε τούς Τατάρους καί τούς κατέστρεψε ὁλοκληρωτικά. Ἡ νίκη αὐτή ἀπέδειξε στούς Ρώσους, ὅτι οἱ Τάταροι δέν ἦσαν ἀήττητοι καί ἀνέξειδε τόν Δημήτριο σέ ἐθνικό ἥρωα καί προστάτη τῆς Ρωσίας στόν ἀγῶνα γιά τήν ἐθνική ἀποκατάσταση.
Μετά τήν μάχη οἱ Κοζάκοι δώρησαν τήν εἰκόνα στόν νικητή ἅγ. Δημήτριο Ντόνσκοϊ καί αὐτός τήν κατέθεσε στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, στό Κρεμλίνο.
Ὅμως πέραν τῶν ἠθικῶν πλεονεκτημάτων ἡ Μάχη τοῦ Κουλίκοβο Πόλ δέν εἶχε πρακτικά ἀποτελέσματα, ἀφοῦ τό 1382 ὁ νέος Χάν Τοκτάμυς κατέλαβε καί πυρπόλησε τήν Μόσχα καί ὁ Δημήτριος ὑποχρεώθηκε νά διαφύγει στό βορρᾶ. Εἶναι ἄξιο σημειώσεως, ὅτι στήν εἰσβολή τοῦ Χάν Τοκτάμυς συμμετεῖχε καί ὁ παλαιός ἀντίπαλος τοῦ Δημητρίου Ντόνσκοϊ καί πεθερός του Δημήτριος Κωνσταντίνοβιτς, ὁ ὁποῖος μάλιστα ἔστειλε καί τούς γιούς του νά ὑπηρετήσουν στόν Ταταρικό στρατό! (Ὁ Δημ. Κωνσταντίνοβιτς ἀπεβίωσε τήν 5. 6. 1383).
Ἀργότερα στό σημεῖο τῆς μάχης καί πάνω στούς τάφους τῶν πεσόντων Ρώσων, ὁ Πρίγκιπας Δημήτριος ἵδρυσε τήν Μονή τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου καί ταυτόχρονα ἐπέβαλλε τήν μνημόνευση τῶν ἐθνικῶν ἠρώων.
Ὁ Δημήτριος ἀπεβίωσε τήν 19. 5. 1389 σέ ἡλικία μόλις 39 ἐτῶν καί ἐνταφιάστηκε στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ἀφήνοντας στό γιό καί διάδοχό του Βασίλειο Α’ διπλάσια ἐπικράτεια ἡγεμονίας ἀπό ἐκείνη πού εἶχε παραλάβει.
Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε τό 1988 (μέ ἀφορμή τόν ἑορτασμό τῆς Χιλιετηρίδος τοῦ Βαπτίσματος τῶν Ρώσων, 988 - 1988), "σέ ἀναγνώριση τῶν ὑπηρεσιῶν του πρός τήν Ἐκκλησία καί τό Ἔθνος καί γιά τήν ταπεινή χριστιανική ζωή, θυσίας γιά τόν πλησίον του". Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 19η Μαϊου.
Τό 1591 ἡ Παναγία τοῦ Ντόν βρέθηκε καί πάλι στό πεδίο τῆς μάχης, ὅταν ἡ Μόσχα πολιορκήθηκε ἀπό τούς Τατάρους τῆς Κριμαίας. Οἱ τότε ἐθνικοί καί ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες τῆς Ρωσίας μέ ἐπικεφαλής τόν Τσάρο Θεόδωρο Α’ Ἰβάνοβιτς (1584 – 1598) καί τόν Πατριάρχη ἅγ. Ἰώβ (1587 – 1598), κάλεσαν τόν λαό νά προσευχηθεῖ μπροστά στήν εἰκόνα καί σύντομα οἱ εἰσβολεῖς ἀποκρούστηκαν, στή μάχη τοῦ ποταμοῦ Μόσκβα. Σέ ἀνάμνηση τῆς νίκης ἱδρύθηκε στό σημεῖο αὐτό ἡ περίφημη Μονή Ντόνσκοϊ.
Ἡ Παναγία τοῦ Ντόν εἶναι ἁγιογραφημένη κατά τήν τεχνοτροπία τοῦ περίφημου ἁγιογράφου Θεοφάνη τοῦ Ἕλληνα, δασκάλου τοῦ κορυφαίου Ρώσου ἁγιογράφου ἁγ. Ἀνδρέα Ρουμπλιώφ. Μέχρι τό 1930 ἦταν κατατεθημένη στήν Πινακοθήκη Τρετιάκωφ. Μετά τήν πτώση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστώτος ἡ εἰκόνα ἀποδόθηκε στή Ρωσική Ἐκκλησία. Τιμᾶται τήν 19η Αὐγούστου.
Ἡ Παναγία τῆς ΤόλγαςἩ εὕρεση τῆς θαυματουργῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας τῆς Τόλγας, ἔγινε μέ τρόπο θαυμαστό τήν 8η Αὐγούστου 1314. Ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ Γιαροσλάβ Πρόχορος (Μεγαλόσχημος Τρύφωνας), ἐπιστρέφοντας ἀπό μία περιοδεία στήν ἐπαρχία του, εἶχε κατασκηνώσει μέ τήν συνοδεία του στή συμβολή τοῦ ποταμοῦ Τόλγα μέ τόν μεγάλο ποταμό Βόλγα. Τήν νύκτα ἕνα ἐκτυφλωτικό φῶς ξύπνησε τόν ἐνάρετο Ἱεράρχη καί τόν ἀνάγκασε νά βγεῖ ἀπό τήν σκηνή του. Ἔκπληκτος τότε ὁ Πρόχορος ἀντίκρυσε μία στήλη φωτός στήν ἀπέναντι ὄχθη καί μία γέφυρα νά συνδέει τίς δύο πλευρές. Μέ πίστη ὁ Ἐπίσκοπος πέρασε τήν γέφυρα στηριζόμενος στή ράβδο του καί φθάνοντας στή στήλη τοῦ φωτός εἶδε νά αἰωρεῖται σέ ὕψος 10 περίπου ποδῶν μία εἰκόνα τῆς Παναγίας. Μετά ἀπό προσευχή ὁ Ἐπίσκοπος γύρισε ταραγμένος στήν κατασκήνωση, ξεχνῶντας πάνω στήν ταραχή του τήν ράβδο του στό σημεῖο τοῦ θαύματος. Ὅταν τό ἑπόμενο πρωϊ πληροφόρησε σχετικά τούς συνοδούς του, ἔκπλητκος διαπίστωσε ὅτι ἡ γέφυρα εἶχε χαθεπι, σέ πίστωση ὅμως τοῦ θαύματος, ὅταν πέρασαν ἀπέναντι μέ σχεδία, βρῆκαν τήν ράβδο μαζί μέ τήν εἰκόνα!
Στό σημεῖο τῆς εὑρέσεως ὑψώθηκε ἀμέσως ξύλινος ναός καί ἀργότερα δημιουργήθηκε μονή. Ἀπό τό 1392 θαυματουργό μῦρο ἄρχισε νά ρέει ἀπό τήν εἰκόνα. Ὁ τελευταῖος Ἡγούμενος τῆς μονῆς (καί ποιητής κανόνος πρός τήν Εἰκόνα), ἦταν ὁ μετέπειτα Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Σεραφείμ τοῦ Οὔγκλιτς.
Ἡ Παναγία τῆς Τόλγας ἀνῆκει στόν εἰκονογραφικό τύπο τῆς Ἐλεούσας καί ἑορτάζει τήν ἡμέρα τῆς εὑρέσεώς της (8η Αὐγούστου). Στήν Πινακοθήκη Τρετιάκωφ σώζεται ἀντίγραφό της τοῦ 13ου αἰ., τῆς Σχολῆς τοῦ Ἀλμπάτωφ.
Ἡ Παναγία τοῦ Καζάν Ἡ περισσότερο δημοφιλής Θεομητορική εἰκόνα ἀνάμεσα στόν Ὀρθόδοξο Ρωσικό λαό, ἐφέστια εἰκόνα τῆς παραδοσιακῆς Ρωσικῆς οἰκογενείας, μέ τήν ὁποία συνήθως εὐλογοῦνται οἱ ἀρραβῶνες. Εἰκονίζει τό σεπτό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου νά στρέφεται τρυφερά πρός τόν Υἱό Της, ὁ Ὁποῖος βρίσκεται σέ ὄρθια θέση καί εὐλογεῖ.
Ἡ Παναγία τοῦ Καζάν ἐμφανίζεται στή Ρωσική ἐθνική καί ἐκκλησιαστική Ἱστορία τόν 16ο αἰ., λίγο μετά τήν κατάληψη τοῦ μέχρι τότε Ταταρικοῦ Καζάν ἀπό τόν Τσάρο Ἰβάν Δ’ τόν Τρομερό (1547 – 1584). Ὅπως συνέβαινε σέ παρόμοιες περιπτώσεις, τήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν κυριαρχία τῶν Τατάρων ἀκολούθησε σημαντική ἱεραποστολική ἐργασία ἀπό τόν πρῶτο Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως ἅγ. Γουρία.
Ὁ ἅγ. Γουρίας ἦταν γόνος ἀριστοκρατικῆς οἰκογενείας ἀπό τό Ραντονέζ καί ὑπηρέτησε κοντά στόν Πρίγκιπα Ἰβάν Πενκώφ. Κατά τήν διάρκεια κάποιας διαμάχης τοῦ Πρίγκιπα μέ τήν σύζυγό του, ὁ νέος συκοφαντήθηκε καί φυλακίσθηκε, ἀλλά στή φυλακή ἔδειξε τήν ποιότητα τοῦ χαρακτήρα του, ἀφοῦ ἀφιέρωσε τόν χρόνο του στή συγγραφή παιδικῶν βιβλίων! Μόνασε στή Μονή τοῦ ἁγ. Ἰωσήφ τοῦ Βολοκολάμσκ, τῆς ὁποίας ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος, τό 1543. Ἡγουμένευσε 9 χρόνια καί μετά ἡσύχασε, μέχρι τόν διορισμό του στή Μονή Ἁγίας Τριάδος Σελιζχάρωφ, τῆς Ἐπισκοπῆς Τβέρ.
Τό 1552, ὅταν καταλήφθηκε τό Ταταροκρατούμενο Καζάν, ὁ Τσάρος Ἰβάν ἵδρυσε τήν ὁμώνυμη Ἀρχιεπισκοπή. Τό 1555 ὁ Ἅγιος ἐκλέχθηκε "διά κλήρου" πρῶτος Ἐπίσκοπός της. Στά ὀκτώ χρόνια τῆς ἀρχιερατείας του, μέ τήν βοήθεια τοῦ ἁγ. Βαρσανουφίου Ἐπισκόπου Τβέρ (+ 1576, 11η Ἀπριλίου), τότε Ἀρχιμανδρίτου, ἀνέπτυξε σημαντική ἱεραποστολική δραστηριότητα. Ἵδρυσε 4 Μονές καί ἔκτισε τόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί πλέον τῶν 10 ἐνοριακῶν Ναῶν.
Τό 1561 ἀσθένησε καί δέχθηκε τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα. Κοιμήθηκε τό 1563 καί ἐνταφιάσθηκε στή Μονή Μεταμορφώσεως (τήν ὁποία εἶχε ἱδρύσει ὁ ἅγ. Βαρσανούφιος καί ἐνταφιάσθηκε καί ὁ ἴδιος).
Τό 1595, ὁ τότε Μητροπολίτης Καζάν καί ἔπειτα Πατριάρχης Μόσχας ἅγ. Ἑρμογένης, ἀνακόμισε ἀδιάφθορα τά Λείψανα καί τῶν δύο Ἁγίων. Τό 1630, τό εὐωδιαστό Λείψανο τοῦ ἁγ. Γουρία μεταφέρθηκε στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 5η Δεκεμβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 4η Ὀκτωβρίου.
Ἡ εὕρεση τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν ἔγινε κάτω ἀπό τίς ἀκόλουθες συνθῆκες: Ὅταν μία τυχαῖα πυρκαγιά κατέστρεψε τό Κρεμλίνο τῆς πόλεως, τά λαϊκά στρώματα – στά ὁποῖα ἦταν βαθειά ριζωμένος ὁ Μωαμεθανισμός – ἀπέδοσαν τό γεγονός στήν ὀργή τοῦ «Προφήτου» Μωάμεθ. Τότε ἀκριβῶς ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ οἰκονόμησε τήν εὕρεση τῆς περιώνυμης - ἔκτοτε – εἰκόνας τοῦ Καζάν, γιά τήν στήριξη τῆς ἀληθινῆς πίστεως.
Μία νύκτα ἀμέσως μετά τήν πυρκαγιά ἡ Κυρία Θεοτόκος ἐμφανίσθηκε σέ ἕνα νεαρό κορίτσι, τήν Ματρώνα, καί τήν διέταξε νά μεταφέρει στόν ἅγιο Ποιμενάρχη τῆς πόλεως μία ἐντολή Της: Ἔπρεπε
νά σκάψουν σέ συγκεκριμένο σημεῖο, γιά νά βροῦν μία θαμμένη εἰκόνα Της. Ὅταν τό ὅραμα ἐμφανίσθηκε γιά τρίτη φορά, ἡ μητέρα τῆς Ματρώνας ἀναγκάστηκε νά ἐνημερώσει τόν ἅγ. Γουρία. Ὁ ἐνάρετος Ἐπίσκοπο ὑπάκουσε στή Θεομητορική ἐντολή καί τέθηκε ἐπικεφαλής τῶν Χριστιανῶν κατοίκων οἱ ὁποῖοι ἔσκαψαν καί βρῆκαν σέ βάθος τριῶν ποδῶν μία θαυμάσια εἰκόνα τῆς Παναγίας με΄ λαμπερά χρώματα, πού φαίνοταν σάν νά εἶχε βγεῖ τήν στιγμή ἐκείνη ἀπό τό ἐργαστήριο τοῦ ἁγιογράφου! Ὁ ἅγ. Γουρίας μετέφερε λιτανευτικά τήν εἰκόνα στόν παρακείμενο ναό τοῦ ἁγ. Νικολάου, τοῦ ὁποίου ἐφημέριος ἦταν ὁ ἔπειτα Ἱερομάρτυρας Πατριάρχης Μόσχας ἅγ. Ἑρμογένης (1606 – 1612). Τήν ἴδια ἡμέρα ἄρχισε ἡ μεγάλη σειρά τῶν θαυμάτων τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν, μέ πρῶτο τήν θεραπεία τοῦ τυφλοῦ Ἰωσήφ.
Κατά τήν Περίοδο τῶν Ταραχῶν (1598 – 1613) - τήν περίοδο τῆς Ρωσικῆς Ἱστορίας ἀπό τόν θάνατο τοῦ Τσάρου Θεοδώρου Α’ Ἰβάνοβιτς (1598), μέχρι τήν ἀνάδειξη τοῦ Τσάρου Μιχαήλ Ρωμανώφ (1613), κατά τήν ὁποία ἡ Ρωσία βρέθηκε στή δύνη τῆς ἀναρχίας καί τῆς ξένης (Πολωνικῆς) κατοχῆς - τό γόητρο τοῦ Ρωσικοῦ Κράτους σώθηκε ἀπό τόν ἡρωϊκό Πατριάρχη ἅγ. Ἑρμογένη. Ἀρνούμενος νά συνεργαστεῖ μέ τούς κατακτητές καί τούς συνεργάτες τους, πέθανε στή φυλακή ἀπό ἀσιτία, τήν 17η Φεβρουαρίου 1612. Τόν ἴδιο χρόνο - σάν ἀποτέλεσμα τοῦ κηρύγματός του καί τῶν ποιμαντικῶν του ἐπιστολῶν - ἦρθε ἀπό τόν Βόλγα ἕνας στρατός ἐθελοντῶν, κάτω ἀπό τήν ἡγεσία τοῦ λαϊκοῦ Κοσμᾶ Μίνιν ἀπό τό Νίζνι Νόβγκοροντ καί τοῦ Πρίγκιπα Δημ. Ποζάρσκυ, ἐπικεφαλῆς τοῦ ὁποίου εἶχε τεθεῖ ἡ θαυματουργός Εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν. Τήν 22α Ὀκτωβρίου ἐλευθερώθηκε ἡ Μόσχα καί τήν 26η τό Κρεμλῖνο. Ἡ νίκη τῶν Ρώσων κατά τῶν Πολωνῶν ἀποδόθηκε στήν προστασία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Τόν ἴδιο χρόνο, σέ ἀνάμνησι τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, ὁ Τσάρος Μιχαήλ Θεοδώροβιτς (1613 – 1645), ὁ πρῶτος τῆς Δυναστείας τῶν Ρωμανώφ, θέσπισε δύο ἑορτές πρός τιμήν τῆς εἰκόνας τοῦ Καζάν: Τήν Ἰουλίου (Εὕρεση) καί τήν 22α Ὀκτωβρίου (ἀπελευθέρωση τῆς Μόσχας ἀπό τούς Πολωνούς).
Πρός τιμήν τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν ὑπῆρχε στήν Κόκκινη Πλατεία τῆς Μόσχας περίφημος Καθεδρικός Ναός, στόν ὁποῖο ἦταν κατατεθημένη ἡ εἰκόνα. Κατά τόν Ἀρχιεπίσκοπο Συρακουςῶν καί Ἁγίας Τριάδος Ἀβέρκιο (τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς), μία παράδοση ἔλεγε, ὅτι ὅσο ὑπῆρχε ἡ εἰκόνα, ἡ Ρωσία θά εἶχε εἰρήνη στήν Ἀνατολή. Τό 1905 ἡ εἰκόνα χάθηκε μέ ἐντελῶς ἀνεξήγητο τρόπο καί ἀμέσως ξέσπασε ὁ ἀτυχής γιά τήν Ρωσία πόλεμος μέ τήν Ἰαπωνία! Ἀκολούθησε ὁ Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος καί ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1917. Τό περίεργο στό θέμα εἶναι, ὅτι ἐνῶ βρέθηκαν τά πολύτιμα ἀφιερώματα καί κοσμήματα τῆς εἰκόνας, ἡ ἴδια ἡ εἰκόνα δέν βρέθηκε ποτέ, σάν κάποιος νά τήν ἐξαφάνισε γιά συγκεκριμένο λόγο!
Τόν Καθεδρικό Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν στήν Κόκκινη Πλατεία κατεδάφισε τό 1937 ὁ Στάλιν γιά νά δημιουργηθεῖ χῶρος γιά δημόσια ἀποχωρητήρια! Μετά τήν πτώση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστώτος (1989), ὁ ναός ἐπανακτίσθηκε στό ἴδιο σημεῖο, χάρις στά σχέδια πού εἶχε διασώσει ὁ Πέτρος Μπαρανόφσκυ (ἀρχιτέκτονας πού διαφωνοῦσε μέ τόν Στάλιν στό θέμα τῆς κατεδαφίσεως ναῶν). Ὁ νέος ναός ἐγκαινιάστηκε τόν Νοέμβριο τοῦ 1993 ἀπό τόν Πατριάρχη Ἀλέξιο Β’, παρουσία τοῦ τότε Προέδρου τῆς Ρωσικῆς Ὁμοσπονδίας Μπόρις Γιέλτσιν (Περιοδικό “Frontier”, φ, Ἰανουαρίου – Φεβρουαρίου 1994, σελ. 5).Τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν μνημονεύονται 60 περίπου θαυματουργά ἀντίγραφα. Περισσότερο γνωστά εἶναι ἐκεῖνα τοῦ Γιαροσλάβ, τοῦ Ταμπώφ, τοῦ Τομπόλσκ, τοῦ Νιζνιελόμωφ καί τοῦ Καπλουνώφ. Τό θαυματουργό ἀντίγραφο τῆς Μόσχας φυλάσσεται κατατεθημένο στόν Πατριαρχικό Ναό τῶν Ἐπιφανίων(Σόλωνος Νινίκα, «Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας καί ἡ Περεστρόϊκα», σελ. 163). Τό εὑρύτατα γνωστό θαυματουργό ἀντίγραφο τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 ἔγινε κτῆμα διαφόρων καί τελικά κατέληξε στό μεγάλο Θεοημητορικό προσκύνημα τῶν Παπικῶν στήν Φατίμα τῆς Πορτογαλίας, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Στό Ἅγιο Ὄρος, στή Ρωσική Μονή τοῦ ἁγ. Παντελεήμονος, φυλάσσεται ἀντίγραφο μεγάλης καλλιτεχνικῆς καί κειμηλιακῆς ἀξίας.
Στήν Ἑλλάδα, παλαιά Ρωσική εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν πού εὐωδιάζει, φυλάσσεται στό Καθολικό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Κερατέας Ἀττικῆς. Ἐπίσης, στό Παρεκκλήσιο τῆς ὁσ. Ξένης τῆς Ρωσίδος Μάνδρας Ἀττικῆς, φυλάσσεται ἀντίγραφο τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν ἀναγόμενο στόν 18ο αἰ. καί ἄλλο στό ναό Κοιμ. Θεοτόκου Καλιθέας Ἀττικῆς.
Ἡ Παναγία τῆς Γεωργίας
Ἀνῆκει στόν εἰκονογραφικό τύπο τῆς Ὁδηγητρίας καί ἔχει πολλές ὁμοιότητες μέ τήν Παναγία τοῦ Τιχβίν. Μέχρι τόν 17ο αἰ. βρίσκοταν στή Γεωργία, ἀπ’ ὅπου καί ὀνομάστηκε. Ὅταν τό 1622 οἱ Πέρσες κατέλαβαν τήν Γεωργία, ἀνάμεσα στά λάφυρα πού ἀφαίρεσαν ἦταν καί πολλά ἐκκλησιαστικά κειμήλια, τά ὁποῖα πῆραν μέ σκοπό νά τά πουλήσουν στούς Ὀρθόδοξους Ρώσους πού ζοῦσαν στήν Περσία. Ἀνάμεσα στά κειμήλια αὐτά ἦταν καί ἡ ἔπειτα γνωστή Παναγία τῆς Γεωργίας, εἰκόνα παλαιά, διακοσμημένη μέ χρυσό καί ἀσήμι.
Ἡ εἰκόνα αὐτή ἀγοράστηκε ἀπό τόν Ρῶσο Στέφανο Λαζάρεφ, πράκτορα τοῦ ἐμπόρου Λίτκιν ἀπό τό Γιαροσλάβ. Τήν ἴδια στιγμή μέ ἐκείνη τῆς ἀγορᾶς, ὁ Λίτκιν πληροφορήθηκε μέ ὄνειρο, ὅτι ὁ συγκεκριμένος ὑπάλληλός του εἶχε ἀγοράσει μία εἰκόνα, ἡ ὁποία ἔπρεπε νά ἀφιερωθεῖ στή Μονή Κρασνογκόρσκ (πού εἶχε ἱδρυθεῖ τό 1603 στίς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Πίνεγκα, στήν περιοχή τοῦ Ἀρχαγγέλου). Μή γνωρίζοντας τι νά πράξει ὁ Λίτκιν λησμόνησε τήν ὑπόθεση, μέχρις ὅτου ἐπέστρεψε στή Ρωσία ὁ Λαζάρεφ (τό 1629), φέρνοντας μαζί του καί τήν εἰκόνα. Ἀμέσως τότε ἡ εἰκόνα κατατέθηκε στή Μονή Κασνογκόρσκ καί κατά τήν διάρκεια τῆς ἀγρυπνίας ὑποδοχῆς της ἐπιτελέστηκε τό πρῶτο θαῦμα, ὅταν ὁ μοναχός Πιτιρίμ, τυφλός ἀπό χρόνια, θεραπεύθηκε θαυματουργικά. Ἀκολούθησαν ἄλλα θαύματα καί τό 1650 ὁ τότε Μητροπολίτης Νόβγκοροντ καί ἔπειτα Πατριάρχης Μόσχας Νίκων, θέσπισε τήν ἑορτή τῆς εἰκόνας τήν 22α Αὐγούστου, ἡμέρα ἀφίξεώς της στή μονή.
Τό 1654 ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε στή Μόσχα γιά καθαρισμό. Τότε ὁ ἀργυροτεχνίτης Γαβριήλ Εὐδοκίμωφ ζήτησε ἀπό τόν μοναχό πού τήν συνόδευε, νά μεταφερθεῖ ἡ εἰκόνα στό σπίτι του καί νά ψαλλεῖ μία Παράκλησι γιά τόν ἄρρωστο γιό του. Μετά τήν θαυματουργική θεραπεία τοῦ παιδιοῦ, ὁ Εὐδοκίμωφ ἁγιογράφησε ἕνα ἀντίγραφο τῆς εἰκόνας καί τό ἁφιέρωσε στό Ναό τῆς Ἁγίας Τριάδος, κοντά στήν Πύλη τῆς ἁγ. Βαρβάρας. Τό ἀντίγραφο αὐτό ἀναδείχθηκε ἐπίσης θαυματουργό, σέ σημεῖο νά προκληθεῖ τό ἐνδιαφέρον τῶν Ἀνακτόρων. Ἔτσι, τήν 12η Ἀπριλίου 1900, ἐπισκέφθηκε τόν ναό καί προσκύνησε τήν εἰκόνα τό τελευταῖο Αὐτοκρατορικό ζεῦγος τῆς Ρωσίας, ὁ Τσάρος Νικόλαος Β’ καί ἡ Τσαρίνα Ἀλεξάνδρα.
Ἡ Παναγία τοῦ Σουϊσκ
Ἡ ἱστορία τῆς εἰκόνας τοῦ Σουϊσκ ἀρχίζει στά μέσα τοῦ 17ου αί., ὅταν ἡ Ρωσία ὑπέφερε ἀπό λοιμώδη νόσο. Στήν πόλη Σουϊσκ πού εἶχε πληγεῖ ἰδιαίτερα, οἱ κάτοικοι - ἀφοῦ ἔχασαν κάθε ἐλπίδα γιά ἀνθρώπινη βοήθεια – στράφηκαν ὁλοκληρωτικά στό Θεό καί μέ ὁλονυκτίες καί δεήσεις ζητοῦσαν τό ἔλεός Του.
Τήν περίοδο ἐκείνη οἱ ἐνορίτες τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, εἶχαν παραγγείλει σέ ἕναν ἐνάρετο ἀσκητή ἁγιογράφο, ἕνα ἀντίγραφο τῆς Ὁδηγητρίας τοῦ Σμολένσκ. Εὐσεβεῖς ἄνθρωποι ὅπως ἦταν, νήστεψαν ὅλη τήν ἑβδομάδα τῆς ἁγιογραφήσεως, προσευχήθηκαν καί ἀφοῦ ἐξομολογήθηκαν καί κοινώνησαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, πῆγαν μέ τόν ἐφημέριό τους νά τήν παραλάβουν. Ἀπό τήν στιγμή τῆς παραλαβῆς τῆς εἰκόνας ἡ ἐπιδημία ἄρχισε σταδιακά νά ὑποχωρεῖ, ἀρχικά στήν ἐνορία τῆς Ἀναστάσεως καί στή συνέχεια καί στήν ὑπόλοιπη πόλη!
Ἡ Παναγία τοῦ Σουϊσκ ἀναδείχθηκε πολύ θαυματουργή. Ἕνας κατάλογος θαυμάτων πού ἄρχισε ἀπό τότε νά τηρεῖται, σύντομα κατέγραψε 117 περιπτώσεις, ἀπό τίς ὁποίες οἱ 7 ἀφοροῦσαν θεραπείες παραλυτικῶν!
Ἡ εἰκόνα τιμᾶται τήν 2α Νοεμβρίου (σέ ἀνάμνηση τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπό τήν νόσο), τήν 18η Ἰουλίου καί ἐπίσης τήν 28η Ἰουλίου (σέ ἀνάμνηση ἀπαλλαγῆς ἀπό χολέρα, τό 1831), τήν Τρίτη τοῦ Πάσχα καί τήν πρώτη Κυριακή τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.
ΠΗΓΗ.ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου