Μετάφραση από τα ρώσικα
Απολυτίκιον
Απάλυνον τας σκληράς καρδίας ημών Θεοτόκε και σβέσον τας επιθέσεις των μισούντων ημάς και λύσον πάσας τας στεναχωρίας της ψυχής ημών. Ότι ορώντες την Αγίαν Εικόνα Σου πληρούμεθα λύπης εκ των βασάνων και της στοργής Σου δι’ ημας και ασπαζόμεθα τας πληγάς Σου’ πληρούμεθα τρόμου δια τα βέλη τα πληγώνοντα Σε. Μήτηρ της Στοργής συμφώνως της σκληρότητος των καρδιών ημών είθε να μην απολεσθώμεν εκ της σκληρότητος των καρδιών των πλησίον ημών, ότι Συ εί αληθώς η Απαλύνουσα τας σκληράς καρδίας.
Κοντάκιον
Βοώμεν εγκαρδίως τη εκλελεγμένη Παρθένω Μαρία ανωτέρα εκ πασών των θυγατέρων της γης, Μήτερ του Υιού του Θεού, τον δίδοντα σωτηρίαν τω κόσμω. Επίβλεψον τον βίον ημών τον πλήρη παντοειδών θλίψεων και ενθυμού της θλίψεως του πόνου, των οποίων υπέφερας ως γεννηθέσα τη γη μεθ’ ημών και ποίησον μεθ’ ημάς συμφώνως τη ευστόργω καρδία Σου, ίνα κράζομεν Σοι’ Χαίρε πολυοδυνόμενη Μήτερ, του Θεού, τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Άγγελος ανήγγειλε την γέννησιν του Σωτήρος του κόσμου τοις ποιμένοις εν Βηθλεέμ(εκ. γ’) και συν τω πλήθει των ουρανίων ταγμάτων υμνούντων τω Θεώ ψαλλόντων: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία1». Αλλά Συ Μήτερ του Θεού, μηδενί τόπω έχουσα ίνα κλίνης την κεφαλήν Σου, ότι ουχ υπήρχε δώμα, εγέννησας τον πρωτότοκον Υιόν Σου εν σπηλαίω, τυλίττουσα Αυτόν εν σπαργάνοις, Θέτοντας Τον εν πάχνη. Γνώντες τον πόνον εν τη καρδία Σου, βοώμεν Σοι ούτως ‘
Χαίρε, ότι εθέρμανας τη ανάσα Σου τον πολυαγαπημένον Υιόν Σου.
Χαίρε, ότι ενετύλιξας το θείον Παιδίον εν σπαργάνοις.
Χαίρε, ότι έθρεψας τω γάλακτί Σου, τον βαστάζοντα τα σύμπαντα.
Χαίρε, ότι μετέτρεψας τω σπήλαιον εις θρόνων.
Χαίρε, ότι εποίησας τον θρόνον Σου επί των Χερουβίμ.
Χαίρε, ότι έμεινας παρθένος εν τη γεννήσει και μετά την γέννησιν.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Βλέπωντες το αιώνιον Παιδίον εσπαργανωμένον και κοιτώμενον εν πάχνη, οι ποιμένες της Βηθλεέμ ήλθον ίνα προσκυνήσωσιν Αυτόν και ίνα αφηγηθώσι ότι οι Άγγελοι είπον αυτοίς περί του Παιδίου. Αλλά η Παναγία φύλαττε πάντα ταύτα εν τη καρδία Της. Και μετά την παρέλευση οκτώ ημερών ο Ιησούς επεριτεμνήθη, συμφώνως τω νόμω του Ισραήλ, ως άνθρωπος. Υμνώντας την ταπείνωνσιν και την υπομονήν Σου, Θεοτόκε ψάλλομεν τω Παναγάθω Αιώνιω Θεώ.
Αλληλούια.
Γνώσιν έχοντες θεϊκήν και φυλάττοντες τον Νόμον Τοτ, παρελθόντων των ημερών του καθαρισμού Του, οι γονείς οδήγησον τον Ιησούν τη Ιερουσαλήμ, ίνα παρουσιάσωσι Αυτόν ενώπιον του Κυρίου και προσφέρουσι θυσίαν υπέρ Αυτού συμφώνως προς τον νόμον του Κυρίου. Αλλά υμνώμεν Σε Θεοτόκε ούτως..
Χαίρε, ότι οδήγησας τη Ιερουσαλήμ τον του σύμπαντος Δημιουργόν ίνα εκπληρώσεις τον Νόμον.
Χαίρε, ότι συνήντησας εκεί εν χαρά τον θεοδόχον Συμεών.
Χαίρε, Συ Πάναγνη και Ευλογημένη εν γυναιξί.
Χαίρε, ότι εν ταπεινώσει έφερας τον Σταυρόν Σου κεκοσμημένον εν θλίψεσι.
Χαίρε, ότι ουδέποτε παρήκουσας το θέλημα του Θεού.
Χαίρε, ότι απεκάλυψας εαυτόν ως πρότυπον υπομονής και ταπεινώσεως.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Δύναμις κατήλθεν εξ’ ύψους ενδυναμούσαν Σε, Μήτερ του Θεού, όταν ήκουσας τους λόγους του θεοδόχου Συμεών, ειπών Σοι: «Ιδού. Τούτο το Παιδίον προόρισται εις ανάστασιν και πτώσιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον και Σου δε, αυτής την ψυχήν διελέυσεται ρομφαία, όπως αποκαλυφθώσι εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί.» Και μεγάλιην θλίψην εισήχθη εν τη καρδία της Θεοτόκου και εν θλίψει εβόησε τω Θεώ .
Αλληλούια.
Επέσπευσε ο Ηρώδης την απώλειαν του Παιδίου, ενετείλατο τον θάνατο πάντων των τέκνων εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής, από διετούς και κατωτέρω, κατά τον χρόνον όν ηκρίβωσε παρά των Μάγων. Και ιδού συμφώνως τη θεϊκή εντολή. Ο μνήστωρ Ιωσήφ χρηματισθείς παρά του αγγέλου κατ’ όναρ όπως παραμείνει εκείθεν άχρι της τελευτής Ηρώδου. Διά τούτο εν μετανοία, κράζομίν Σοι, Θεοτόκε.
Χαίρε, ότι ηνέχθης την αναστάτωσιν της εξορίας.
Χαίρε, ότι πάντα τα είδωλα έπεσον επί της γης της Αιγύπτου, μη δυνάμενα την δύναμιν του Υιού Σου.
Χαίρε, ότι κατέφθασας τη Ναζαρέτ συν τω πρωτοτόκω νανία και τω μνήστωρί Σου.
Χαίρε, ότι έζησας εν πτωχεία τω Γέροντι Ιωσήφ τω Σω Μνήστωρι.
Χαίρε, ότι εν σκληροίς μόχθοις επέρασας άπαντα τω καιρώ Σου.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Ζάλην θλίψεω εστροβίλησε τη Πανάγνω Μητρί επιστρέφοντες εκ της Ιερουσαλήμ, μη ευρόντες τον Παίδαν Ιησού εν τη συνοδεία. Διά τούτο υπέστεψαν προς αναζήτησιν Του και μετά τρείς ημέρας εύρον Αυτόν εν τω Ναώ καθεζόμενον εν μέσω των διδασκάλων ακούοντα αυτών και επερωτώντα αυτούς απορίας. Και επερώτησε Αυτόν η Μήτηρ Αυτού: «Τέκνον, τι εποίησας ημίν ούτως; Ιδού ο πατήρ Σου καγώ οδυνόμενοι εζητούμεν Σε.» Και είπε προς αυτούς: «Τι ότι ζητείτε Με; Ουκ ήδειτε ότι εν τοις του πατρός Μου δεί είναι Με;» Και Συ Πάναγνε, εφύλαττας ταύτα πάντα τα ρήματα εν τη καρδία Σου, βοώσα τω Θεώ.
Αλληλούια.
Η μήτηρ του Θεού ήκουσε ότι ο Ιησούς εταξίδεψε εις πάσαν την Γαλιλαίαν, διδάσκων ταις συναγωγαίς αυτών, κηρύττων το Ευαγγέλιο της Βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και μαλακίαν εν τω λαώ. Και απήλθεν η ακοή αυτού εις όλην την Συρίαν και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας ποκίλαις νόσους και βασάνοις συνοχόμενος και διαμονιζομένους και παραλυτικούς και εθεράπευσεν αυτούς. Αλλά Συ, Μήτερ του Θεού, γνούσα την προφητείαν, έθλιβες εν τη καρδία Σου, γνούσα ότι λίαν συντόμως είσιν ο καιρός, όπου ο Υιός Σου παρουσιάσει εαυτόν, ως θυσίαν υπέρ των αμαρτιών του κόσμου. Δια τούτο, Σε ευλογούμεν πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού βοώντες.
Χαίρε, ότι έδωκας τον Υιόν Σου τη υπηρεσία των Ιουδαίων.
Χαίρε, ότι εθίβη η καρδία Σου, αλλά υπετάχθης τω Θείω θελήματι.
Χαίρε, ότι έσωσας τον κόσμον εκ του κατακλυσμού της αμαρτίας.
Χαίρε, ότι συνέτριψας την κεφαλήν του αρχαίου όφεως.
Χαίρε, ότι προσέφερας εαυτόν ως ζώσαν θυσίαν τω Θεώ.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Θεού την Βασιλείαν κηρύττων ο Ιησούς απεκάλυψε την των φαρισαίων υπεροψίαν φανταζόμενοι εαυτούς είναι δίκαιοι. Ακροόμενοι ούτοι, τας παραβολάς Αυτού κατενόουν ότι ωμιλεί περί αυτών και εζήτουν όπως πιάσωσιν Αυτόν, αλλά εφοβούντο το πλήθος ότι προφήτην είχον Αυτόν. Ορώσα ταύτα πάντα, η Μήτηρ του Θεού εθλίβετο δια τον ηγαπημένον Υιόν Αυτής και εφοβείτο ότι απολέσωσιν Αυτόν. Αλλά βοώμεν Σοι Πάναγνε.
Αλληλούια.
Ιουδαίοι τινές, ορώντες την του Λαζάρου ανάστασιν, επήγαν τοις φαρισαίοις και είπον αυτοίς ότι ο Ιησούς πεποίηκε. Και ο Καϊαφας, αρχιερεύς ων του ενιαυτού εκείνου είπεν: «...συμφέρει ημίν ίνα εις άνθρωπος αποθάνη υπέρ του λαού και μη όλον το έθνος απώλειται.» Απ’ εκείνης της ημέρας συνεβουλεύσαντο ίνα αποκτείνωσιν αυτόν. Αλλά βοώμεν Σοι Πάναγνε.
Χαίρε, η γεννήσασα τον Σωτήρα του κόσμου.
Χαίρε, η πηγή της ημών σωτηρίας.
Χαίρε, ότι εξελέχθεις εκ της γεννήσεως είναι η Μήτηρ του Σωτήρος ημών.
Χαίρε, Μήτερ του Θεού, προορισμένη ίνα υποφέρει.
Χαίρε, ευλογημένη Βασίλισσα των Ουρανών.
Χαίρε, ευλογημένη η αεί πρεσβεύουσα υπέρ ημών.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Κήρυκας του Θείου Λόγου ποτέ, Ιούδας ο Ισκαριώτης και νυν προδότης, εις εκ των δώδεκα αποστόλων, απήλθε τω αρχιερεί ίνα παραδώ τον Διδάσκαλον αυτού. ήκουσαν αυτόν, εχάρησαν και συνέθετο αυτώ τριάκοντα αργύρια δούναι. Αλλά Συ Μήτερ του Θεού, εθλιβόσουν δια τον ηγαπημένον Υιόν Σου και εβόας εν λύπη τω Θεώ.
Αλληλούια.
Λαβόντες μέρος τω υστάτω δείπνω συν τοις μαθηταίς όπου έπλυνε τους πόδας αυτών, αποκαλύπτων παράδειγμα ταπεινώσεως, ο Χριστός είπον αυτοίς: «Εις εξ’υμών παραδώσει με.» Αλλά υποφέροντες και ημείς συν τη Μητρί του Θεού βοώμεν Αυτή.
Χαίρε, Μητέρα του Θεού μαρανθείσα εκ του βασάνου της καρδίας Σου.
Χαίρε, η υποστήσασα άπαντα εν τη πολυοδυνώμενη κοιλάδι.
Χαίρε, η ευρούσα παρηγορίαν τη προσευχή.
Χαίρε, χαρά πάντων των θλιβομένων.
Χαίρε, η σώζουσα ημάς εκ του βορβόρου της αμαρτίας.
Χαίρε, σκεύος πλήρες της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Μυστικώ δείπνω ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ευλόγησε και έκλασε ψωμίον, επιθυμών ίνα επιδείξει την εαυτού αγάπην υπέρ του ανθρωπίνου γένους και έδωκεν τοις μαθηταίς Αυτού και αποστόλοις ειπών: «Λάβετε, φάγετε τούτο εστί το Σώμα Μου.» Και λαβών τω ποτηρίω και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων: «Πίετε εξ’ αυτού πάντες, τούτο εστί το Αίμα Μου, το της καινής διαθήκης, το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.» Ευχαριστώντες τον εύσπλαχνων Θεόν δια το άφατον έλεος δι’ ημάς, ψάλλομεν Αυτώ.
Αλληλούια.
Νέον σημείον του ελέους Αυτού απεκάλυψεν ο Κύριος τοις μαθηταίς Αυτού, όταν υπεσχέθη ίνα αποστείλη αυτοίς τον Παράκλητον, το Πνεύμα της Αληθείας, ο εκπορευόμενον εκ του Πατρός και ο μαρτυρών περί Αυτού. αλλά προς Σε, Μήτερ του Θεού καθαγιασμένην πάλιν εν τη εορτή της Πεντηκοστής υπό του Αγίου Πνεύματος, βοώμεν.
Χαίρε, παλάτιον του Αγίου Πνεύματος.
Χαίρε, λαμπροφώτιστη νυφική παστάς.
Χαίρε, ευρύχωρος κατοικία του Θεού Λόγου.
Χαίρε, η διανοίξασα δι’ ημάς τας πύλας του παραδείσου τη γεννήσει Σου.
Χαίρε, η φανερώσασα σημείον του θείου ελέους εαυτόν προς ημάς.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Ξένον και λυπηρότατον εστί δι ‘ημάς ακούοντες την προδοσίαν Ιούδα του Ισκαριώτη, τω Διδασκάλω και Κυρίω Αυτού εν ασπασμώ. Τότε η σπείρα και ο χιλίαρχος και οι υπηρέται των Ιουδαίων συνέλαβον τον Ιησούν και έδησαν αυτόν και πήγαγον αυτόν προς τω πρωτοπρεσβύτερω Άννα και είτα τω αρχιερεί Καϊάφα. Αλλά Συ Μήτερ του Θεού, αναμείνασα την καταδικαστικήν απόφασιν τω ηγαπημένω Υιώ Σου, εβόας τω Θεώ.
Αλληλούια.
Όλον το συνέδριον των ιουδαίων, ήγαγον τον Ιησού εκ του Καϊάφα εις το πραιτώριον τω Πιλάτω, ειπόντων ότι ούτος κακοποιός ην. Αλλά ο Πιλάτος ανακρίνας Αυτόν, είπεν αυτοίς ότι ουκ ευρίσκει αιτίαν ουδεμίαν εν Αυτώ. Αλλά κράζομέν Σοι, Μήτερ του Θεού, την ιδούσα τους συκοφάντας του Υιού Σου.
Χαίρε, Συ η υπομείνασα το δυσβάστακτον φορτίον της θλίψεως.
Χαίρε, η χύσασα δάκρυα τω Υιώ Σου.
Χαίρε, η ιδούσα τον ηγαπημένον Υιόν Σου παραδομένον δίκη.
Χαίρε, ότι υπέφερες άπαντα άνευ γογγυσμού ως αληθή δούλη Κυρίου.
Χαίρε, παρά, τος σον θρήνον και οδυρμόν.
Χαίρε, Άνασσα ουρανού και γης, η αποδέχουσα τας δεήσεις των δούλων Σου.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Πάσαι αι γενεαί μακαρίζουσί Σε, την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ, την Δέσποινα ημών και Μητέρα του Λυτρωτού ημών, ότι η γέννησίς Σου χαράν έφερε παντί κόσμω. Αλλά Συ υπέφερας την ύστατην μεγάλην θλίψην ιδούσα τον ηγαπημένον Υιόν Σου υβριζόμενον, μαστιγωμένον και καταδικαζόμενον θανάτω. Δια τούτο, λέγομεν τούτον τον ύμνον εκ καρδίας προς Σε, Πάναγνη, υμνώντες τον Παντοδύναμον Θεόν.
Αλληλούια.
Ρήτορες πολυφθόγγοι ουν ισχύουν περιγράψαι άπαντα βάσανον ον Συ υπέφερας, Σωτήρ ημών, στρατιωτών θέντων επί τη κεφαλή Σου στέφανον εξ’ ακανθών και ενέδυσάν Σε πορφύραν λέγοντες: «Χαίρε, ο Βασιλεύς των Ιουδαίων!» και εράπισάν Σε τω προσώπω. Αλλά ημείς, Μήτερ του Θεού, γνώντες τα Σα βάσανα, βοώμεν Σοι.
Χαίρε, η ορώσα τον Υιόν Σου θανατούμενον υπέρ ημών.
Χαίρε, ορώσα Αυτόν εν πορφύρα ενδεδυμένον και στέφανον εξ’ ακανθών τεθεικόντα.
Χαίρε, ορώσα Αυτόν βασανιζόμενον τον θρεψάμενον τω Σω γάλακτι.
Χαίρε, η υποφέρουσα το Πάθος Αυτού μετ’ Αυτού.
Χαίρε, η καθορώσα άπαντας τους μαθητάς Αυτού εγκαταλείποντα Αυτόν.
Χαίρε, η ορώσα Αυτόν καταδικαζόμενον εκ δίκης ανόμων.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Σώσαι θέλων τον Ιησούν, Πιλάτος είπε τοις Ιουδίαις: «Εστί συνήθεια υμίν ίνα έναν υμίν απολύσω εν τω πάσχα. Βούλεσθε ουν υμίν. Απολύσω τον βασιλέα των Ιουδαίων; Εκραύγασαν πάντες λέγοντες: «Μη τούτον αλλά τον Βαραββάν.» Ευχαριστούμεν το μέγα έλεος του Ουρανίου Πατρός, τον ηγαπηκόντα τον κόσμον τοσούτο, ώστε παρέδωκεν τον μονογενήν Υιόν Αυτού ίνα σταυρωθεί και ελευθερώσει ημάς εκ του αιωνίου θανάτου, καθώς βοώμεν Αυτώ.
Αλληλούια.
Τείχος γενού και οχύρωμα εις ημάς, Δέσποινα, τους υπερφορτωμένους θλίψεσι και βασάνοις. Ότι Συ η Ιδία υπέφερας ακούουσα τους Ιουδαίους κράζοντας: «Σταύρωσον, στάυρωσον αυτόν!» Νυν επάκουσον ημών βοώντος προς Σε.
Χαίρε, Μήτερ του ελέους, η σκουπίσασα άπαν δάκρυον εκ των σκληρών βασανιζομένων.
Χαίρε, η χαρίσασα ημίν δάκρυα ειλικρινούς μετανοίας.
Χαίρε, η σώζουσα τους αμαρτωλούς.
Χαίρε, η ακαταίσχυντος προστάτις των χριστιανών.
Χαίρε, η σώζουσα ημάς εκ των παθών ημών.
Χαίρε, η χαρίσασα παραμυθίαν ταις πληγωμέναις καρδίαις.
Χαίρε, πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Ύμνον εγκαρδίου λύπης προσφέρομεν τω Σωτήρι του κόσμου δια τοτ το εθελούσιο Πάθος Αυτού και την άρσιν του Σταυρού Αυτού εις Γολγοθά ίνα σταυρωθεί. Ειστήκεσαν παρά τω Σταυρώ του Ιησού, η Μήτηρ Αυτού, Μαρία η του Κλεόπα και Μαρία η Μαγδαληνή. Αλλά ιδών ο Ιησούς την Μητέρα Αυτού και τον μαθητή παρεστώτα ον ηγάπα είπεν τω μαθητή Αυτού: «Ιδού η Μήτηρ Σου». Και απ’ εκείνης της ώρας έλαβεν ο μαθητής αυτήν εις τα ίδια. Αλλά, Συ Μήτερ του Θεού ορώσα τον Υιόν Σου και Κύριόν Σου επί του Σταυρού συνεκλονίσθης και εβόησες τω Θεώ τω Υψίστω.
Αλληλούια.
Φως Μου, Υιέ Μου και προαιώνιε Θεέ, Ποιητή απάσης της κτίσεως! Κύριε, πώς υπέφερας βάσανον επί του Σταυρού; Η Αγνή Παρθένος κλαίουσα είπε: «Τη φοβερή γεννήσει Σου, Υιού Μου, μεμακάρισμαι υπέρ πάσας τας μητέρας αλλά αλλίμονον εις εμέ! Νυν ορώσα Σε, η μήτρα φλέγει εντός Μου». αλλά δακρυροώμεν ενθυμούμενί Σε και βοώμεν Σοι.
Χαίρε, η αποστερήσασα χαράς και φαιδρότητος.
Χαίρε, η καθορώσα το εθελούσιον Πάθος του Υιού Σου επί του Σταυρού.
Χαίρε, η ιδούσα τον ηγαπημένον Υιόν Σου αλγεινώς πληγωμένον.
Χαίρε, αμνάς ορώσα τον Υιόν Σου ως αμνόν οδηγημένον εις σφαγήν.
Χαίρε, η ιδούσα τον Ελευθερωτήν των πληγών ψυχής και σώματος κεκαλυμένον εν πληγαίς.
Χαίρε, η ιδούσα τον Υιόν Σου αναστημένον εκ των νεκρών.
Χαίρε, πολυδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Χάρισας υμίν πανελεήμων Σωτήρ έλεος, αφήκας το πνεύμα Σου επί του Σταυρού και έσχισας το χειρόγραφο των αμαρτιών ημών: «Ίδετε το Φως Μου, ο Θεός Μου σβήνειεν επί του Σταυρού!» η Παρθένος μεγάλη ταράχη ανεφώνησε. «Ιωσήφ, σπεύσε τω Πιλάτω προσέγγεισον αυτόν και ζήτησον αυτόν ίνα καταβιβάσεις τον Διδάσκαλο Σου από του Σταυρού. Ορώσα το πληγωμένο Σώμα Σου γυμνό και άδοξο, επί του Σταυρού, τέκνο Μου, ρομφαία διεπέρασε την ψυχήν Μου συμφώνως τη προφητεία του θεοδόχου Συμεών» είπεν η Μήτηρ Θεού υμνούσα .
Αλληλούια.
Ψάλλοντες τα ελέη Σου, Εραστή της ανθρωπότητος, γονατίζομεν τω γενναιοδώρω ελέει Σου, Κύριε. Η Πάναγνος είπεν: «Επιθυμών ίνα σώσης την δημιουργίαν την Σην, παρέδωκας τον ευατόν Σου εις θάνατον». Αλλά τη αναστάσει Σου, Σώτερ, ελέησον πάντας ημάς, τους καλούντας την Πάναγνον Μητέρα Σου.
Χαίρε, η ιδούσα τον Πανάγαθον Κύριον νεκρόν και άπνουν.
Χαίρε, η ασπαζόμενη το σώμα του ηγαπημένου Υιού Σου.
Χαίρε, η ιδούσα το Φώς Σου ως γυμνόν και πληγωμένον σώμα.
Χαίρε, η θετούσα το Φως του κόσμου εν τάφω.
Χαίρε, η τυλίσουσα το Σώμα Αυτού εν σινδόνι καθαρά.
Χαίρε, η ιδούσα την Ανάστασιν Αυτού εκ των νεκρών.
Χαίρε, πολυδυνόμενη Μήτερ του Θεού τρέψον τας θλίψεις ημών εις χαράν και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων.
Ω! Πανύμνητε Μήτερ, συντετριμμένη εκ της θλίψεως Σου επί τη Σταυρώσει του Υιού και Θεού Σου. Δέξου τα δάκρυα και τας θλίψεις ημών και σώσον από πάσης λύπης, οδύνης και αιωνίου θανάτου, πάντας τους ελπίζοντας τη αφάτω αγαθότητί Σου ίνα βοώμεν τω Θεώ.
Αλληλούια.
Προσευχές στην Μητέρα του Θεού ενώπιον της Εικόνας Της
ΑΠΑΛΎΝΟΥΣΑ ΤΑΣ ΣΚΛΗΡΑΣ ΚΑΡΔΊΑΣ
ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Πολυοδυνόμενη Μήτερ του Θεού, την μακαριζομένην υπεράνω πασών των παρθένων, συμφώνως τη αγνότητι και τη ποικιλία των βασάνων των υποφερόντων εκ Σου τη γη. Εισάκουσον τας ικεσίας ημών και απάλυνον τας καρδίας των σκληρών ανθρώπων και προστάτεψον ημάς υπό την σκέπην του ελέους Σου. Ότι άλλην καταφυγήν και ένθερμη μεσίτρια εκτός Σου ου γινώσκομεν, αλλά ως έχουσα μεγίστην παρρησίαν ενώπιον του Ενός του γεννηθέντος, υπό Σου, βοήθησον και σώσον ημάς ταις δεήσεσί Σου, ότι εκτός Σου ου δυνάμεθα ίνα επιτύχωμεν την Επουρανίον Βασιλείαν, όπου συν πάσι τοις Αγίοις, ψάλλομεν τον τρισάγιον ύμνον Ενί εν Τριάδι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τις μη καλέσει Σε Ευλογημένη, Παρθένε Κεχαριτωμένη! Τις μη υμνήσει Σου την στοργήν προς το γένος των ανθρώπων! Δεόμεθά Σου, ικετεύομεν Σε, μη εγκαταλείπεις ημάς εν δυστυχίαις . απάλυνον τας καρδίας ημών εν αγάπη και απόστειλον το έλεός Σου τοις εχθροίς ημών ίνα απαλύνει τας καρδίας αυτών τη ειρήνη Σου προς ημάς τους καταδιωκόμενους υπ’ αυτών. Έτι του κόσμου μισούντων ημάς, έκτεινον την Σην αγάπην προς ημάς, δέξου ημάς και δος ημίν την θεοδώρητον χάριν της υπομονής, ίνα ανθέξωμεν άνευ γογγυσμού τους πειρασμούς, συμπλοκάς εν τω κόσμω Δέσποινα. Απάλυνον τας καρδίας των μοχθηρών ανθρώπων των επανισταμένων εναντίον ημών, μήπως αι καρδίαι αυτών απολεσθούν εν τη αδικία, αλλά Κεχαριστωμένη, Συ ικέτευσον τον Σον Υιόν και Θεόν ημών όπως επισκιάσει τας καρδίας αυτών εν ειρήνη ίνα ο πονηρός, ο πατήρ του κακού καταισχυνθεί. Και ημείς ταπεινοί και αχρείοι καθώς ήμεν ψάλλοντες την στοργήν Σου προς ημάς, υμνήσωμέν Σοι, Πανθαύμαστη Κυρία, Παρθένε Κεχαριτωμένη . επάκουσον ημών τη ώρα ταύτη, ότι αι καρδίαι ημών εισί βαρείαι, προφύλαξον ημάς εν ειρήνη και αγάπη ο εις τω ετέρω και προς τους εχθρούς ημών, τίλλε πάσαν αδυναμίαν και εχθρότητα ην έχομεν, ίνα υμνώμεν εις Σε και τω Υιώ Σου τω Κυρίω ημών Ιησού Χριστώ. Αλληλούια (εκ.γ’).
ΤΡΙΤΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Ευχαριστούμεν Σοι, Κύριε ος αγαπάς την ανθρωπότητα, Βασιλεύ των αιώνων και δοτήρ πάντων των αγαθών. Συ διέλυσας εχθρότητα και εχάρισας ειρήνη παντί τω λαώ. Χάρισον νυν ειρήνην τοις δούλοις Σου και ενδυνάμωσον τον φόβον Σου εν αυτοίς, ούτως δυνάμεθα ίνα αγαπάμε αλλήλους. Πράϋνον διαφωνίας, αποδίωξον σκάνδαλα προκεκλημένα εκ γλωσσοφαγίας. Ότι Συ ει η ειρήνην ημών και εις Σε αποδίδομεν δόξαν τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.Αμήν