Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Εις τα Εισόδια της Θεοτόκου, του μακαριστού Μητροπολίτη Πατρών (†)Νικοδήμου



του μακαριστού Μητροπολίτη Πατρών (†)Νικοδήμου Βαλληνδρά
από το βιβλίο του «Εόρτια Μηνύματα», Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας
«Μακαριά  η  κοιλία η βαστάσασά σε και μαστοί ους εθήλασας» (Λουκ. ια' 27 )

Χρέος ιερόν και καθήκον σπουδαίον επιτελούντες οι ευσεβείς γονείς της Υπεραγίας Θεοτόκου, οδηγούν αυτήν — μικράν ήδη κορασίδα — εις τον Ναόν του Θεού, προς αφιέρωσιν. Το χρέος των αυτό, του οποίου την εκπλήρωσιν υπενθυμίζει η σημερινή εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, δεν είχε μόνον την έννοιαν της τηρήσεως κάποιας ευλαβούς υποσχέσεως των προς τον Θεόν, κατά την παράδοσιν, δια την λύσιν της ατεκνίας των. Έχει βαθύτερον νόημα. Άλλωστε και η σημερινή ευαγγελική περικοπή υπεγράμμισε την μεγάλην τιμήν, η οποία ανήκει εις τους γονείς δια τα εξαίρετα τέκνα των. Η προσφώνησις «μακαρία η κοιλία η βαστάσασά σε», η οποία απηυθύνθη προς την Θεοτόκον, άριστα θα ήρμοζε και εις τους γονείς Αυτής, διότι εγέννησαν τοιαύτην θυγατέρα. Πώς λοιπόν να μη προβούν εις μίαν εκδήλωσιν ευγνωμοσύνης προς τον Θεόν; Ακριβώς δε η αφιέρωσις της Παναγίας Παρθένου εις τον Θεόν, όπως θα εξήγηση η παρούσα ομιλία, εκφράζει τα βαθύτερα συναισθήματα των προς τον Θεόν, δια την θεόπαιδα Μαρίαν, την οποίαν εχάρισεν εις αυτούς.

1. Προϋποθέτει, εν πρώτοις, την κατανόησιν, ότι τα γεννώμενα τέκνα έχουν πατέρα και δημιουργόν τον Θεόν. Εις Αυτόν επομένως ανήκουν. Ιδικά Του είναι τα γεννώμενα παιδιά. Η αφιέρωσις λοιπόν εις τον Θεόν δεν είναι τίποτε άλλο, ειμή αναγνώρισις έμπρακτος και προσφορά του εις Αυτόν ανήκοντος.

Όταν η πρώτη γυναίκα — η Εύα — απέκτησε το πρώτο της παιδί — τον Κάϊν — έκθαμβος ενώπιον της συνεχιζόμενης δημιουργίας του Θεού, έλεγεν «εκτησάμην όνθρωπον δια του Θεού» (Γεν. δ' 1) Αυτό δε είναι πράγματι το ορθόν φρόνημα εν προκειμένω. Δημιουργός και πλάστης όλων των ανθρώπων είναι ο Θεός. Οι γονείς είναι, τρόπον τινά, η χοάνη, δια της οποίας μετοχετεύεται υπό του Πλαστού πασά «ψυχή ζώσα». Είναι, εν πάση περιπτώσει, οι γονείς συνεργοί του Θεού εις την συνέχισιν της δημιουργίας. Μεγάλη η τιμή, ομολογουμένως. Και όμως, υπάρχουν πολλοί καταφρονούντες αυτήν την τιμήν, και αρνούμενοι ή περιορίζοντες το καθήκον της πατρότητας και της μητρότητας. Τούτο δε δεν είναι απλώς έλλειψις κατανοήσεως της εν λόγω υψίστης τιμής, δεν είναι μόνον λιποταξία από ιερόν καθήκον άλλ' είναι και ανταρσία κατά του Θεού και επανάστασις κατά της φύσεως. Το εσκέφθημεν ποτέ; ο άνθρωπος τολμά να παρεμβάλλη εμπόδιον εις την δημιουργίαν!

Είναι δε γνωστά τα επιχειρήματα της φυγοτεκνίας. Η σημερινή ανώμαλος κατάστασις, τα δύσκολα οικονομικά μας κ.ο.κ. Όλα όμως αυτά μεταφράζονται εις έλλειψιν θερμής πίστεως, εφ' όσον μάλιστα οι αρνηταί του καθήκοντος αυτού δεν είναι τόσον οι πτωχότεροι, όσον εκείνοι πού διαθέτουν ικανήν επάρκειαν αγαθών. Οιαιδήποτε δυσμενείς συνθήκαι, είτε ατομικαί (πτώχεια, ασθένεια κλπ), είτε γενικώτεραι (κατάστασις της όλης κοινωνίας) δεν πρέπει να γίνωνται κακοί σύμβουλοι και να οδηγούν εις εγκλήματα, ή έστω εις άρνησιν ιεροτάτου καθήκοντος, ούτε εις μολυσμόν σαρκός και πνεύματος. Ζη Κύριος ο Θεός. Δεν πρόκειται να αφήση τα γεννώμενα παιδιά να πεινάσουν, ούτε τους γονείς των να πάθουν κακόν. Ας σημειωθή δε καλώς, ότι η ευθεία οδός έχει ολιγωτέρους κινδύνους από την σκολιάν. Τα παιδιά είναι ευλογία Θεού, δεν είναι κατάρα. Είναι δώρα της ευδοκίας Του. Δια τούτο είναι απαράδεκτος χριστιανικώς πασά σχετική παράβασις νόμων φυσικών και ηθικών υπό οιανδήποτε δικαιολογίαν. Και δεν μένει ποτέ ατιμώρητος. Πλείστα δυσάρεστα επακολουθούν εις τους λιποτάκτας (ασθένειαι των γονέων, θάνατοι τέκνων, ατυχήματα και θλίψεις διάφοροι), ενώ ο πιστός οικογενειάρχης ευφραίνεται «κύκλω της τραπέζης καθαρών τα έκγονα αυτού»,

2. Άλλ' η κατανόησις ότι τα παιδιά μας είναι πρωτίστως τέκνα του Θεού πρέπει να ολοκληρωθή και ως προς ημάς τους ιδίους, δια να μας γίνη φρόνημα, ότι όλοι, μικροί και μεγάλοι, δεν ανήκομεν εις τον εαυτόν μας. «Ούκ έστε εαυτών», λέγει ο θείος Απ. Παύλος. Και επεξηγεί, «ηγοράσθητε γαρ τιμής». Διότι έχετε εξαγορασθή με το τίμιον Αίμα του Υιού του Θεού. Και συμπεραίνει – «δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, άτινα εστί του Θεού» (Α' Κορ. ς' 19,20). Δηλ. η ψυχή και το σώμα μας πρέπει να αγιάζονται πάντοτε, προς δόξαν Θεού. Ακριβώς δε και η σήμερον εν τω ναώ είσοδος της Υπεραγίας Θεοτόκου ενέχει και τούτον τον συμβολισμόν μία προσφορά αγία — κυριολεκτικώς παναγία — προσφέρεται εις τον άγιον Θεόν, εν τω αγίω Ναώ Του.

Εφ' όσον δε ο Θεός είναι «άγιος και εν αγίοις αναπαυόμενος», έχομεν χρέος και όλοι ημείς να του προσφέρωμεν τον εαυτόν μας, πού Του ανήκει — όπως είπομεν — προσφοράν και «θυσίαν ζώσαν», με μίαν ζωήν ενάρετον και αγίαν. Ψυχή και σώματι Του ανήκομεν. Και οφείλομεν να διατηρώμεν καθαρότητα «από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού» (Β' Κορ. ζ' 1), οπότε όντως «δοξάζομεν τον Θεόν εν τω σώματι ημών και εν τω πνεύματι ημών, άτινα εστί του Θεού

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου