Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Μοναχοῦ Ἰακώβου Νεασκητιώτου, Δέησις πρός τήν Θεοτόκον


web statistics

ΜΟΝΑΧΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΝΕΑΣΚΗΤΙΩΤΟΥ (+ 1869): ΔΕΗΣΙΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ

ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ. ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟΝ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΑΚΟ ΝΑΟ ΤΗΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ. ΕΡΓΟ ΙΕΡΟΜ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΦΟΥΡΝΑ. Α΄ ΜΙΣΟ 18 ου ΑΙΩΝΑ

Τῆς ἀναξιότητός μου ἡ ἔνδεια, ἀνάρμοστον μοῦ σχηματίζει τό αἴτημα, ἀλλά τολμήσας ζητῶ νά ἀπολαύσω μιᾶς ῥανίδος ἐλέους ἀπόκτησιν ὡς ἀχρεῖος οἰκέτης σου καί πιστός.
  Σβέσον οὖν τῶν παθῶν τήν φλόγα τῇ δρόσῳ τῆς εὐσπλάγχνου σου συμπαθείας. Ὕψωσόν με ἀπό τήν πτῶσιν τῶν ἐγκλημάτων μου, ὁδηγοῦσα με πρός σωτηρίας ὁδούς, καί δώρησαι τήν ἄφεσιν τῶν ἐπταισμένων μοι, καί ἀσφάλειαν βίου ἐγχείρισόν μοι, μέ εὐαρέστησιν θείων ἔργων, καί ἄξιον λατρευτήν τοῦ σοῦ υἱοῦ καί Θεοῦ ἀνάδειξόν με.
  Καί ἀξίωσον πάντας τούς ὑμνοῦντας σε, καί ψάλλοντάς σοι τόν ἐφύμνιον τοῦτον ἱκετήριον κανόνα ἀκατακρίτους παραστάτας εἰς τό δεσποτικόν αὐτοῦ θεῖον πρόσωπον, εἰς τό φρικτόν βῆμα τῆς ἀδεκάστου αὐτοῦ κρίσεως. Ἀμήν»[1].






[1] Κώδικας Μονῆς Φιλοθέου Ἁγίου Ὄρους  220, φ. 3α.
πηγη.ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ

ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΛΑΥΡΙΩΤΟΥ: ΣΥΝΑΞΑΡΙΟΝ ΣΑΒΒΑΤΟΥ ΤΗΣ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ


web statistics

ΠΗΓΗ.ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ

Κώδ. Σκήτης Καυσοκαλυβίων 107 (φ. 42β)      
                    
                                  Τῷ Σαββάτῳ τῆς Ἀκαθίστου.

  Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, κατά τοῦτο τό πέμπτον Σάββατον τῆς τεσσαρακονθημέρου ταύτης πανσέπτου νηστείας, ψάλλομεν τόν ἀκάθιστον ὕμνον.
            Στίχοι: Ὕμνοις ἀΰπνοις εὐχαρίστως ἡ ποίμνη,
                           ἐν μάχαις ἄϋπνον ὑμνεῖ προστάτιν.
   
    πειδή πᾶσα πόλις, πᾶσα χώρα, πᾶσα μονή καί πᾶς ἄνθρωπος καταπολλά χρειάζεται τήν βοήθειαν καί ὑπεράσπισιν τῆς κυρίας καί δεσποίνης Θεοτόκου, καί χωρίς τῆς βοηθείας αὐτῆς, οὐαί ἡμῖν, διά τοῦτο, ἐν  τούτῳ τῷ Σαββάτῳ ἐπικαλούμεθα τήν βοήθειαν αὐτῆς καί ὁλονυκτίως δεόμεθα καί παρακαλοῦμεν αὐτήν τήν κυρίαν ἡμῶν Θεοτόκον, ἵνα βοηθῇ ἡμῖν, ἵνα ἔχῃ ἡμᾶς ὑπό τήν ἀντίληψιν, ὑπό τήν βοήθειαν καί ὑπό τήν ὑπεράσπισίν της. Καί οὐ μόνον ἡμᾶς, ἀλλά καί πᾶσαν πόλιν καί χώραν καί πᾶσαν μονήν, ὅλους δηλονότι τούς εὐσεβεῖς καί ὀρθοδόξους χριστιανούς, ὅσοι ταύτην μετά πίστεως ἐπικαλοῦνται. Καί βέβαιοι ἐσμέν, ἵνα ἐάν ταύτην καθώς ἁρμόζει ἐπικαλῶμεν εἰς βοήθειαν ἡμῶν, εὐθύς ὑπακούει εἰς τήν δέησιν καί πληροῖ τά αἰτήματα τῶν ψυχῶν ἡμῶν, καθώς πάλαι ποτέ ὑπήκουσεν τάς δεήσεις τῶν ταύτην ἐπικαλουμένων χριστιανῶν ἐν τῷ καιρῷ τοῦ βασιλέως Ἡρακλείου, ἐλευθερώσασα μέν αὐτούς τῆς τῶν ἐχθρῶν ἐπιδρομῆς, τούς δέ ἐχθρούς καταποντώσασα καί καταπνίξασα ἐν τῷ βυθῷ τῆς θαλάσσης. Ταῖς σῆς μητρός σου πρεσβεί // (φ. 43 α) αι Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, τῆς μόνης ἀκαταισχύντου προστασίας, καί βεβαίας ἐλπίδος ἡμῶν, κατάβαλαι τούς ἐχθρούς ἡμῶν ὁρατούς καί νοητούς καί ἐλέησον ἡμᾶς ὡς ἀγαθός καί φιλάνθρωπος. Ἀμήν.


Ἀπόσπασματα ἀπό τή μελέτη:
Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου, «Ὁ ἁγιορείτης λόγιος Κύριλλος Λαυριώτης καί τά ἀνέκδοτα Συναξάρια τοῦ Τριωδίου καί τοῦ Πεντηκοσταρίου. Συμβολή στή μελέτη τοῦ ἔργου του», Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς 844 (2012) 27-72.

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2015

«ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ»( Ομιλία του καθηγητού Βυζαντινής Φιλολογίας του Παν/μίου Κρήτης κ.Θεοχάρη Δετοράκη)

Η Θεολογική και αισθητική αξία του Ακαθίστου Ύμνου


web statistics
akauistos-umnos
Του Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου - Καθηγητού | Romfea.gr 
Η ορθόδοξη υμνολογία αποτελεί ένα κορυφαίο κεφάλαιο στον παγκόσμιο πολιτισμό.
Είναι η αδιάκοπη συνέχεια της ανεπανάληπτης αρχαιοελληνικής ποίησης, καθότι, όπως έχουμε τονίσει επανειλημμένα, ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός διασώθηκε και αναπτύχθηκε μέσα στο Χριστιανισμό.
Η ορθόδοξη εκκλησιαστική ποίηση, ως ύψιστη καλλιτεχνική έκφραση, κατέστη τα τελευταία χρόνια αντικείμενο μελέτης και θαυμασμού πολλών ξένων ετεροδόξων μελετητών. 
Ένα από τα σπουδαιότερα δείγματα της εκκλησιαστικής μας ποίησης είναι και ο λαοφιλής Ακάθιστος Ύμνος, ο οποίος ψάλλεται όπως είναι γνωστό, τμηματικά, κάθε Παρασκευή βράδυ στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες της Μ. Τεσσαρακοστής και ολόκληρος το βράδυ της Παρασκευής της Ε΄ εβδομάδος των Νηστειών.
Η αγάπη δε του πιστού λαού για την ακολουθία των Χαιρετισμών και του Ακαθίστου Ύμνου είναι τόσο μεγάλη ώστε κατακλύζει ασφυκτικά τους ναούς αυτές τις ημέρες.
Ο Ακάθιστος Ύμνος ανήκει στην υμνολογική κατηγορία των κοντακίων, των υπέροχων εκείνων ύμνων που μεσουράνησαν από τον ΣΤ΄ έως τον Η΄ αιώνα στο Βυζάντιο.
Ο ύμνος αυτός, όπως και όλα τα κοντάκια με τη σταθερή μορφή, αποτελείται από το προοίμιο, το οποίο είναι ένα τροπάριο εισαγωγικό και περιληπτικό του όλου ύμνου, το γνωστό μας «Τη υπερμάχω…» και ακολουθούν 24 στροφές (οι οίκοι), έχοντας ακροστιχίδα τα γράμματα της αλφαβήτου και ακροτελεύτιο, οι μεν δώδεκα περιττοί οίκοι το «Χαίρε νύμφη ανύμφευτε» και οι υπόλοιποι δώδεκα ζυγοί το «αλληλούια».
Οι στίχοι των οίκων είναι αντίστοιχα ισοσύλλαβοι και ομότονοι έτσι ώστε η ισοσυλλαβία και η ομοτονία των αντιστοίχων στίχων των οίκων να δημιουργεί αξιόλογη ρυθμική τάξη.
Ο ποιητής του θαυμαστού αυτού ποιήματος μας είναι άγνωστος, καθώς και ο χρόνος σύνθεσής του. Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε.
Κάποιοι δέχονται ως ποιητή τον Ρωμανό τον Μελωδό (6ος αιώνας), άλλοι τον πατριάρχη Σέργιο (7ος αιώνας), άλλοι τον Γεώργιο Πισίδη (7ος αιώνας), κάποιοι άλλοι τον πατριάρχη Γερμανό Α΄ (8ος αιώνας), τον ιερό Φώτιο (9ος αιώνας), την Κασσιανή (9ος αιώνας) κ.α. 
Πρόβλημα επίσης είναι και η αφορμή σύνθεσης του Ακαθίστου Ύμνου.
Οι ερευνητές παίρνοντας αφορμή από το υπέροχο προοίμιο «Τη υπερμάχω στρατηγώ…» και εστιάζοντας στην φράση «Ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια αναγράφω σοι η πόλις σου Θεοτόκε» επιχειρούν να προσδιορίσουν το πολεμικό γεγονός από το οποίο σώθηκε η Κωνσταντινούπολη, χάρη στην θαυματουργική επέμβαση της Θεομήτορος.
Έτσι κάποιοι μιλούν για την στάση του νίκα (534), άλλοι για την επιδρομή των Αβάρων επί Μαυρικίου και επί Ηρακλείου (626), ή των Αράβων επί Κωνσταντίνου Δ΄του Πωγωνάτου (7ος αιώνας) και την εποχή του Λέοντος Γ ΄του Ισαύρου (8ος αιώνας).
Οι πιο πολλοί συγκλίνουν στην άποψη ότι ο Ακάθιστος Ύμνος συντέθηκε γύρω στον 6ο αιώνα ανεξάρτητα από κάποιο ιστορικό γεγονός με μοναδικό σκοπό να εξυμνηθεί το ιερό πρόσωπο της Θεοτόκου και κατά κύριο λόγο ο Ευαγγελισμός Της. 
Την άποψη αυτή ενισχύει το γεγονός ότι το αρχικό προοίμιο του ύμνου ήταν άλλο, το «Το μυστικώς προσταχθέν λαβών εν γνώσει…», το οποίο έχει σχέση με το περιεχόμενο της εορτής του Ευαγγελισμού.
Είναι όμως πολύ πιθανό, όπως βεβαιώνει και η παράδοση, το έτος 626, επί Ηρακλείου, χάρη στη θαυματουργική επέμβαση της Θεοτόκου για τη σωτηρία της Βασιλεύουσας από τους Αβάρους, να συντέθηκε άλλο επίκαιρο προοίμιο, το «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…» από τον πατριάρχη Σέργιο, για να ταιριάζει στην περίσταση.
Ο προϋπάρχων θαυμαστός ύμνος μαζί με το νέο προοίμιο, το οποίο επεκράτησε τελικά, ψάλθηκε από τον ευσεβή λαό της Πόλης ως ευχαριστήρια ολονύκτια ωδή στην Υπέρμαχο Στρατηγό.
Ονομάστηκε δε Ακάθιστος, διότι, σε ένδειξη σεβασμού, κλήρος και λαός, έψαλλαν όρθιοι τον επινίκιο αυτόν ύμνο στη Θεοτόκο. 
Ανεξάρτητα από τα προβλήματα αυτά, η καλλιέπεια του Ακαθίστου Ύμνου είναι πραγματικά θαυμαστή. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι είναι η σπουδαιότερη υμνολογική σύνθεση της Εκκλησίας μας και ένα κορυφαίο ποίημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Πραγματικά, τα εκφραστικά και αισθητικά στοιχεία του είναι πάμπολλα. Εξαιρετική εντύπωση προκαλούν οι παρομοιώσεις, οι ζωηρές εικόνες από την καθημερινή ζωή, το φυτικό και ζωικό βασίλειο, οι αντιθέσεις, τα αφηρημένα ουσιαστικά, τα οποία έπλεξε αριστοτεχνικά ο ποιητής σε κάθε στίχο. 
Ως περιεχόμενο του ύμνου περιλαμβάνεται ο Ευαγγελισμός, η επίσκεψη της Θεοτόκου στην Ελισάβετ, οι αμφιβολίες του μνήστορος Ιωσήφ, η προσκύνηση του Θείου Βρέφους από τους Μάγους της Ανατολής, η Υπαπαντή, η φυγή στην Αίγυπτο, το όλο μυστήριο της σαρκώσεως του Θεού Λόγου και η εν Αυτώ σωτηρία του ανθρωπίνου γένους.
Μέσα από τη θαυμάσια ποιητική πλοκή προβάλλει το ιερότατο πρόσωπο της Θεομήτορος ως η αγνότερη, καθαρότερη και αγιότερη ανθρώπινη ύπαρξη, ο Οποία αξιώθηκε να γίνει το τίμιο και καθαρό δοχείο της θεότητας.
Αξιώθηκε Αυτή να γίνει η καθέδρα του Βασιλέως και η νοητή κλίμαξ, η οποία ένωσε τη γη με τον ουρανό, τον άνθρωπο με το Θεό.
Εξαίρεται επίσης με έμφαση η συμβολή της Θεοτόκου στο έργο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, η οποία χαρακτηρίζεται ως αναντικατάστατη. 
Ο υπέροχος αυτός ύμνος, με την ανεπανάληπτη ποιητική του αξία, ενέπνευσε κατά καιρούς πληθώρα καλλιτεχνών.
Μεγάλοι ζωγράφοι ιστόρισαν με το χρωστήρα τους ατόφιες σκηνές του Ακαθίστου Ύμνου.
Μεγάλοι ποιητές χρησιμοποίησαν αυτολεξεί φράσεις του θεσπεσίου ύμνου και δανείστηκαν από αυτόν καλλολογικά στοιχεία (Παλαμάς, Σικελιανός, Ελύτης).
Σπουδαίοι ρήτορες δεν παραλείπουν να χρησιμοποιούν φραστικά σχήματα του Ακαθίστου Ύμνου στους λόγους τους.
Επίσης η επίδραση του θαυμαστού ύμνου στον απλό λαό υπήρξε τεράστια. Δεν είναι λίγες οι φράσεις που χρησιμοποιούνται με σημασία στον καθημερινό λόγο, παρμένες από το θεσπέσιο λειμωνάριο αυτού του ποιήματος, π.χ. «χαίρε βάθος δυσθεώρητον». 
Οι ακολουθίες των Χαιρετισμών και του Ακαθίστου γίνονται ευκαιρία για τους πιστούς να κατακλείσουν τους ναούς.
Σπεύδουν να ακούσουν τον υπέροχο ύμνο και να σιγοψάλλουν το «Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε» στην Μεγάλη Μητέρα του κόσμου, το καταφύγιο κάθε πονεμένης ψυχής.
Υπάρχουν πιστοί που έχουν αποστηθίσει ολόκληρο τον Ακάθιστο Ύμνο, τον οποίο ψάλλουν στην καθημερινή τους προσευχή, ως βάλσαμο ουράνιο και ύψιστη πνευματική τέρψη για τις ψυχές τους.
Διότι μέσα από τους μελιστάλακτους στίχους του προβάλλει η γλυκιά μορφή της Παναγίας μας ως το αρχέτυπο της πραγματικής μητρικής αγάπης, της απύθμενης ευσπλαχνίας, της αείσκεπης προστασίας, της ταχείας βοηθείας.
Γι' αυτό το υπέροχο αυτό ποίημα είναι τόσο αγαπητό στο ορθόδοξο πλήρωμα!

Ω Πανύμνητε Μήτερ...


web statistics
psnymnhtΤου Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ
Κάθε φορά που η Αγία μας Εκκλησία με μία γιορτή της τιμά το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, ο νους και η σκέψη όλων μας τρέχει σε κείνη, που είναι η "Κιβωτός η χρυσωθείσα τω Πνεύματι", όπως ψάλλουμε στην Ακολουθία των Χαιρετισμών· σε κείνη, που ουράνωσε "το γεώδες ημών φύραμα" καί έφερε στη γη μας όχι απλώς την ουράνια βροχή, αλλά αυτόν τον Κύριο των νεφελών, τον Μονογενή Υιό του Θεού.
Πώς μπορεί όμως να μιλήσει κανείς για την Παναγία;
Ποιά γλώσσα ανθρώπινη μπορεί να εξυμνήσει τα θαυμάσια της Θεοτόκου;
Πώς μπορεί να φωτισθεί η πηγή του φωτός;
"Ταύτην ουκ ανθρωπίνη γλώσσα, ουκ αγγέλων νους υπερκόσμιος κατ΄ αξίαν ευφημείσαι δύναται· δι΄ ης ημίν δέδοται την δόξαν Κυρίου τηλαυγώς κατοπτρίζεσθαι".
Δηλαδή, δεν υπάρχει γλώσσα ανθρώπου, μήτε υπερκόσμιος αγγελικός νους, που να μπορεί επάξια να υμνήσει εκείνη, με την οποία μας δόθηκε η δυνατότητα να θεωρούμε καθαρά τη δόξα του Κυρίου.
Κι αν ακόμη, αδελφοί μου, διαθέταμε την καθαρότητα των Αγγέλων, τη μαρτυρία και την ομολογία των Αγίων Πατέρων, τα δάκρυα και την άσκηση των Οσίων, αν διαθέταμε όλα αυτά και πάλι δεν θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και να εξυμνήσουμε το πρόσωπο της Παναγίας, το μυστήριο των μυστηρίων, που είναι η Θεοτόκος, αφού "πάντα υπέρ έννοιαν πάντα υπερένδοξα", θα πει ο ιερός υμνογράφος, "τα σα Θεοτόκε μυστήρια".
Τι είναι η Παναγία; Σ΄ ένα τροπάριο ο εμπνευσμένος ιερός υμνογράφος μάς λέγει χαρακτηριστικά τα εξής:
"Τι σε καλέσωμεν, ω Κεχαριτωμένη; Ουρανόν; ότι ανέτειλες τον ήλιον της δικαιοσύνης· Παράδεισον; ότι εβλάστησας το άνθος της αφθαρσίας·
Παρθένον; ότι έμεινας άφθορος· Αγνήν Μητέρα; ότι έσχες σαις αγίαις αγκάλαις Υιόν, τον πάντων Θεόν".
Τι είναι, λοιπόν, η Θεοτόκος; Είναι, πρώτον, ένας πνευματικός ουρανός. Καί όπως από τον ουρανό ανατέλει καθημερινά ο ήλιος που ζωογονεί με τις ακτίνες του και φωτίζει με το φως του και απολυμαίνει με την ακτινοβολία του, έτσι και από τον πνευματικό ουρανό ανατέλει ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, ο Χριστός, ο Μονογενής Υιός του Θεού, το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, που έγινε άνθρωπος διά φιλανθρωπίαν, "ίνα το ωριάλωτον ευρών πρόβατον τοις ώμοις αναλαβών τω πατρί προσαγάγη".
Γι΄ αυτό και ψάλλουμε την ημέρα των Χριστουγέννων: "Ανέτειλας Χριστέ εκ Παρθένου νοητέ ήλιε της δικαιοσύνης".
Δεύτερον. Τι είναι η Παναγία; Είναι ο πνευματικός παράδεισος, ο "μυστικός και ωραίος" κατά την έκφραση των Αγίων Πατέρων, μέσα στον οποίον "εβλάστησε το άνθος της αφθαρσίας", το ευώδες λουλούδι, που με την παρουσία Του στον πλανήτη αυτό της γης ευωδίασε όχι μόνο τα επίγεια αλλά και τα καταχθόνια.
Γι΄ αυτό γεμάτος θαυμασμό ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός θα πει χαρακτηριστικά: "ο του Πατρός όρος και Λόγος, το γλυκύτατον και ουράνιον μάννα, το όνομα το ευώνυμον, το υπέρ παν όνομα, το φως το αΐδιον και απρόσιτον, ο άρτος της ζωής ο ουράνιος, ο αγεώργητος καρπός σωματικώς εκ σου ανεβλάστησε".
Τρίτον. Είναι, ακόμη, η Παναγία, Παρθένος, που συνέλαβε ασπόρως εκ Πνεύματος Αγίου στα πανάχραντα σπλάχνα της τον Υιό του Θεού.
Αλλά και παρέμεινε Παρθένος, όπως προ του τόκου, έτσι και "εν τόκω και μετά τόκον και εσσαεί Αειπάρθενος νω και ψυχή και σώματι αειπαρθενεύουσα", όπως θα πει χαρακτηριστικά ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Πρότυπον, με άλλα λόγια, αγνείας και ταμείον αρετής για κάθε άνθρωπο της κάθε εποχής.
Τέταρτον. Είναι η Παναγία η Μητέρα του Θεού. "Αγνήν Μητέρα ότι έσχες σαις αγίαις αγκάλαις Υιόν, τον πάντων Θεόν". Είναι αυτή που έδωσε στον Πλάστη το πλασθήναι και στον Υιό του Θεού το ανθρωπισθήναι.
Αυτή που Τον εβάστασε στην αγκαλιά της και Τον έθρεψε με το γάλα της. Αλλά και δική μας μητέρα, μητέρα των Χριστιανών, η ακαταίσχυντος προστασία όλων μας, που συμπονά το ανθρώπινο γένος, που σκουπίζει τα δάκρυα των ανθρώπων, που απαλύνει τον πόνο με τις δραστικότατες πρεσβείες της στο θρόνο του Υιού και Θεού της.
Πέμπτον. Τι είναι, ακόμη, η Θεοτόκος; Ο Άγιος Κύριλλος Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο οποίος στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο υπερμάχησε υπέρ του ονόματος της Θεοτόκου, μας λέγει ένα φοβερό λόγο: "Μαρίαν την Αειπάρθενον, την Αγίαν Εκκλησίαν λέγω".
Ονομάζει, δηλαδή, ή μάλλον ταυτίζει την Παναγία με την Εκκλησία. Και η ταύτιση αυτή και η συσχέτιση δεν είναι τυχαία, αφού το έργο, που άρχισε η Θεοτόκος με τη σάρκωση του Λόγου του Θεού, το συνεχίζει η Εκκλησία σε όλο το βάθος, το πλάτος και το ύψος, για να σωθεί ο κόσμος.
Γι΄ αυτό και ο μακαριστός Μητροπολίτης Κοζάνης κυρός Διονύσιος, στηριζόμενος στην παραπάνω άποψη του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, γράφει: "Δεν νοείται και δεν μπορεί να σταθεί η Εκκλησία χωρίς την Παναγία Μητέρα του Σωτήρος Χριστού. Η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η Εκκλησία και η Εκκλησία είναι η Υπεραγία Θεοτόκος. Όταν πει κανείς το Θεοτόκος, συμπεριλαμβάνει σ΄ αυτό την έννοια της Εκκλησίας, γιατί διά του ονόματος τούτου και στο πρόσωπο της Αειπαρθένου Μαρίας εκφράζεται όλο το θείο μυστήριο του προσώπου του Ιησού Χριστού. Η Πλατυτέρα, ζωγραφουμένη στο ημιθόλιο της κόγχης του Ιερού Βήματος μετά του Ιησού Χριστού, αυτό ακριβώς συμβολίζει, δηλαδή, την Εκκλησία μετά του Ιησού Χριστού εις το μέσον αυτής. Και η Οδηγήτρια είναι η επίγεια Εκκλησία, που οδηγεί όλους τους ανθρώπους να τους συνενώσει σε Σώμα Χριστού".
Και όπως "εις τούτο το όνομα της Θεοτόκου άπαν το μυστήριον της οικονομίας συνίστησι" (συγκεφαλαιώνεται) κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, έτσι και η Εκκλησία είναι τό "μυστήριον των μυστηρίων, τά άγια των αγίων, το ευαγγέλιον των ευαγγελίων. Όλη μυστήριον, όλη αγιότης, όλη ευαγγέλιον":
Το μυστήριο "το αποκεκρυμμένον από των αιώνων και των γενεών", που φανερώθηκε για να σώσει και να λυτρώσει τον κόσμο.
Να, λοιπόν, γιατί τιμά την Παναγία η Εκκλησία.
Να, γιατί δεν υπάρχει Ιερή Ακολουθία που να μην αναφέρεται με ευλάβεια το πανάγιο όνομά της.
Να, γιατί μέσα στο υπερφυέστατο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ευθύς μετά τον Καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, εκφωνεί ο Λειτουργός του Μυστηρίου: "Εξαιρέτως της Παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου, Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας".
Να, γιατί οι Χριστιανοί μας έχουν το όνομά της στα χείλη τους, μα πολύ περισσότερο στην καρδιά τους και κατακλύζουν τους Ιερούς Ναούς και τα Ιερά Προσκυνήματα για να ζητήσουν την πρεσβεία της και τη μεσιτεία της.
Είναι ριζωμένα βαθιά μέσα στην καρδιά του λαού μας ο σεβασμός και η τιμή προς το πρόσωπο της Παναγίας.
Ένας Μοναχός του Αγίου Όρους, ο μακαριστός Γέροντας Μωυσής, ο οποίος πριν από ένα χρόνο εκοιμήθη στην Καστοριά, γράφει τα εξής για την Παναγία: "Η Παναγία είναι η μόνη ελπίδα. Δεν υπάρχει άλλη για τους πολλούς απελπισμένους. Δεν στεκόταν στα δεκανίκια των λόγων των άλλων. Στηριζόταν στον Σταυρό του Υιού της. Ο πόνος την ομόρφαινε πιο πολύ. Στον κίνδυνο βρήκε τη λύτρωση. Επέλεξε τη σιωπή. Κυνηγήθηκε. Αγάπησε τα δύσκολα. Ἀντεξε στον πόνο. Έπαθε λοιπόν και έμαθε. Κέρδησε και έχει να δώσει. Ό,τι έχει είναι δικό μας. Ο πλούτος ακένωτος, ζωοδόχος πηγή, ζωηφόρος αγάπη, επιτάφιος της απόγνωσης. Τό πέμπτο Ευαγγέλιο της Παναγίας είναι όλο λευκές σελίδες, είναι γραμμένο από θωπευτική σιωπή, από μελάνι παραμυθίας".
"Χαρά του κόσμου υπάρχεις, αμαρτωλών ο λιμήν· χειμαζομένων ρύστις, Θεοτόκε Παρθένε· δέξαι ουν βοώ σοι καμού την ευχήν, και την δέησιν άχραντε, ην και προσάγαγε τάχει τω σω Υιώ, ίνα σώση με τον άσωτον".ΑΜΗΝ.

Το αειπάρθενο της Θεοτόκου και αιρετικές "εόρτιες ρουκέτες"


web statistics




ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 23η Μαρτίου 2015.

Με θλίψη διαπιστώνουμε, ότι τις παραμονές των μεγάλων εορτών της Εκκλησίας μας κάποιοι φροντίζουν να ρίχνουν «πυροτεχνήματα», αστήρικτες, ανιστόρητες, αυθαίρετες και εν πολλοίς παιδαριώδεις και γελοίες θεωρίες, προκειμένου να προσβάλουν την αξιοπιστία των Αγίων Γραφών και την σώζουσα διδασκαλία της Εκκλησίας μας.

Αφορμή για την ανακοίνωσή μας αυτή πήραμε από ένα πρόσφατο δημοσίευμα στην εφημερίδα STAR PRESS 1, με τίτλο: «Ο Ιησούς είχε αδελφό, τον Ιάκωβο», παρουσιάζοντας ως «είδηση βόμβα» μια «ανατρεπτική θεωρία Αμερικανού θεολόγου». Όπως έγραψε: «Η Παναγία δεν ήταν “αέναη παρθένα”, όπως πιστεύει μέχρι σήμερα ο χριστιανικός κόσμος, αφού, σύμφωνα με τον Μπεν Γουιδεράιγκτον, απεβίωσε αφότου είχε γεννήσει και άλλα παιδιά, τα οποία, αναπόφευκτά, θεωρούνται αδέλφια του Ιησού Χριστού».

Και συνεχίζει το δημοσίευμα: «Ο καθηγητής Θεολογίας στη Θεολογική Σχολή του Κεντάκι των ΗΠΑ και μελετητής της Καινής Διαθήκης ανάβει φωτιές, ισχυριζόμενος ότι “η Καινή Διαθήκη δεν λέει ότι η Μαρία είναι μια αέναη παρθένα. Αναφέρει ότι ήταν παρθένα, όταν συνέλαβε τον Ιησού και αυτό σίγουρα συνεπάγεται ότι μετά τον Ιησού απέκτησε και άλλα παιδιά. Έτσι τα “αδέλφια” και οι “αδελφές” του ήταν πράγματι αδέλφια και αδελφές του”».Προχώρησε μάλιστα ο εν λόγω «θεολόγος» και σε συνέντευξη στο μεγάλο παγκόσμιο τηλεοπτικό δίκτυο CNN, για να μάθει όλος ο κόσμος την καινούργια «ανακάλυψή» του(!), την «ανατρεπτική θεωρία» του, η οποία, ωστόσο είναι γνωστή στους αιρετικούς κύκλους εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια! Περισσότερο επικεντρώνεται στο πρόσωπο του αδελφοθέου Ιακώβου, διότι τον αποκαλεί ρητά ο Απόστολος Παύλος ως «αδελφό του Ιησού» (Γαλ.1,19). Εν προκειμένω ο αιρετικός αμερικανός «θεολόγος», εν μέσω της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και εν όψει της μεγάλης εορτής του Πάσχα, «έριξε» τη δική του «ρουκέτα», με στόχο να σπιλώσει την Εκκλησία του Χριστού και να κλονίσει την πίστη, όσων έχουν «χαλαρή» σχέση με το Χριστό και την Εκκλησία Του.


Πιστεύουμε ότι είναι «χαμένος χρόνος» να ασχολούμαστε με τέτοια θέματα, για τα οποία η αγία μας Εκκλησία έχει δώσει εδώ και πολλούς αιώνες άπαξ διά παντός αυθεντικές απαντήσεις. Εν προκειμένω για μας τους Ορθοδόξους δεν υφίσταται θέμα αειπαρθενίας της Θεοτόκου. Επειδή όμως ο απόστολος μας παραγγέλλει:«έτοιμοι προς απολογίαν παντί τω αιτούντι» (Α΄Πετρ.3,15) και με σκοπό τον επιστηριγμό στην Ορθόδοξη πίστη εκείνων που εύκολα κλονίζονται και επηρεάζονται από την πλάνη της αιρέσεως, θα μπούμε στον κόπο να παραθέσουμε ορισμένες βασικές μαρτυρίες από την αγία Γραφή, που αποδεικνύουν και κατοχυρώνουν την δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας σχετικά με το αειπάρθενο της Θεοτόκου. Η αμφισβήτηση της αειπαρθενίας της Θεοτόκου αποτέλεσε μια κακόδοξη διδασκαλία, που εμφανίστηκε ήδη από τους αποστολικούς χρόνους (Κήρυνθος κ.α.). Κατά τους νεώτερους χρόνους επανεμφανίζεται μέσα στους κόλπους του Προτεστανισμού τον 16ον αιώνα και από τον 19ον αιώνα μεταξύ των μαρτύρων του Ιεχωβά. Τα κυριότερα χωρία από την αγία Γραφή που προβάλλουν οι δύο τελευταίες νεώτερες αιρέσεις (Προτεσταντισμός-Χιλιασμός) είναι τα εξής: «Και ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν» (Ματθ. 1,25). «Ουχ ούτός εστιν ο του τέκτονος υιός; ουχί η μήτηρ αυτού λέγεται Μαριάμ και οι αδελφοί αυτού Ιάκωβος και Ιωσής και Σίμων και Ιούδας; και αι αδελφαί αυτού ουχί πάσαι προς ημάς εισι; πόθεν ουν τούτω ταύτα πάντα;» (Ματθ.13,55-56). Από την φράση «τον πρωτότοκον» συμπεραίνουν, ότι η Παναγία μετά τον Ιησού γέννησε και άλλα τέκνα. Ωστόσο «πρωτότοκος» λέγεται ο πρώτος γεννώμενος, ο διανοίγων μήτραν, (βλ. Εξοδ.13,2,12-13), ασχέτως αν ακολουθούν, ή όχι άλλα τέκνα. Ο Χριστός λέγεται «πρωτότοκος» όχι μόνον ως Υιός της Παρθένου, αλλά και ως Υιός του Θεού (βλ. Κολ.1,15. Εβρ.1,6). Από το ότι ο Υιός του Θεού λέγεται «πρωτότοκος», μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι ο Θεός Πατήρ έχει και δευτερότοκον Υιόν; Όχι βεβαίως. Επίσης από την φράση «έως ου έτεκε» συμπεραίνουν, ότι μετά την γέννηση του Χριστού η Παναγία είχε συζυγικές σχέσεις με τον Ιωσήφ. Εδώ ο ευαγγελιστής ενδιαφέρεται, να μας πληροφορήσει ότι ο Χριστός είναι καρπός τελείας αγνότητος και αποτέλεσμα της επελεύσεως του αγίου Πνεύματος στην Θεοτόκο και όχι καρπός συζυγικής σχέσεως με τον Ιωσήφ, χωρίς (ο ευαγγελιστής) να εξετάζει το τι έγινε μετά την γέννηση του Χριστού. Μ’ ένα τέτοιο τρόπο εκφράζεται πολλές φορές η αγία Γραφή. Για παράδειγμα: «και ιδού εγώ μεθ υμών ειμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28,20). Από τη φράση αυτή μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα, ότι ο Χριστός μετά την συντέλεια του κόσμου θα παύσει να είναι μαζί με τους εκλεκτούς του; Όχι βέβαια.

Επίσης ούτε από τα χωρία της Γραφής όπου γίνεται λόγος περί «αδελφών» του Ιησού μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα, ότι αυτοί οι «αδελφοί» είναι τέκνα της Παναγίας και ομομήτριοι αδελφοί του Ιησού, όπως αυτό φαίνεται από τις παράκάτω βιβλικές μαρτυρίες: «Είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον, πως έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;» (Λουκ.1,34). Αφού η παρθένος ήταν «μεμνηστευμένη» με τον Ιωσήφ, εφ’ όσον επρόκειτο να ζήσει συζυγικώς μαζί του δεν θα έπρεπε να έχει απορία και να ρωτά πώς θα αποκτούσε υιόν. Θα αποκτούσε υιόν με τον Ιωσήφ. Τώρα όμως ερωτά, πράγμα το οποίο σημαίνει, ότι η Παναγία εγνώριζε, ότι ο Ιωσήφ δεν προοριζόταν να γίνει σύζυγός της αλλά μόνον προστάτης της. Με το ερώτημά της προς τον άγγελο είναι σαν να του έλεγε: «έχω μεν άνδρα, αλλά αφού δεν έχω συζυγικές σχέσεις μαζί του, ούτε πρόκειται να έχω ποτέ στο μέλλον, πώς θα γεννήσω υιόν;».

Επίσης: «Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Ναζαρέτ εις την Ιουδαίαν εις πόλιν Δαυΐδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ, δια το είναι αυτόν εξ οίκου και πατριάς Δαυΐδ, απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί, ούση εγκύω» (Λουκ.2,5). Η περίοδος της μνηστείας την εποχή εκείνη έληγε, την ημέρα που ο άνδρας παρελάμβανε την γυναίκα του στο σπίτι του. Εν προκειμένω η Παναγία εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται ως «μεμνηστευμένη» παρ όλο που είχε ήδη συγκατοικήσει με τον Ιωσήφ. Άρα και μετά την συγκατοίκηση δεν είχε συζυγικές σχέσεις με τον Ιωσήφ.

Επίσης: «Εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον» (Ματθ.2,13). Δεν λέγει το «παιδίον σου και την γυναίκα σου», αλλά «το παιδίον και την μητέρα αυτού». Προ της γεννήσεως του Χριστού ο ευαγγελιστής ονομάζει τον Ιωσήφ «άνδρα» της Μαρίας (Ματθ.1,16), την δε Μαρία ως «γυναίκα» του Ιωσήφ (Ματθ.1,20,24.Λουκ.2,5), παρ’ όλο που δεν είχαν συζυγικές σχέσεις μεταξύ τους, όπως είδαμε προηγουμένως. Μετά όμως την γέννηση, ουδέποτε αναφέρονται έτσι, αλλά η Μαρία αναφέρεται πάντοτε ως «μήτηρ» του Ιησού. Εάν λοιπόν δεν υπήρχε σαρκική συνάφεια καθ’ όν χρόνον ο Ιωσήφ ονομάζεται «ανήρ» της Μαρίας και η Μαρία ως «γυνή» του Ιωσήφ, πως μπορούσε να υπάρχει συνάφεια κατόπιν, όταν ουδέποτε ονομάζονται έτσι, αλλά η Μαρία αναφέρεται πάντοτε ως «μήτηρ» του Ιησού; Σε μία μόνο περίπτωση η Παναγία ονομάζει τον Ιωσήφ πατέρα του Ιησού, αλλά αμέσως ο Ιησούς την διορθώνει: «Και προς αυτόν η μήτηρ αυτού είπε τέκνον, τι εποίησας ημίν ούτως; ιδού ο πατήρ σου καγώ οδυνώμενοι εζητούμέν σε και είπε προς αυτούς, τι ότι εζητείτέ με; ουκ ήδειτε ότι εν τοις του πατρός μου δει είναί με;» (Λουκ.2,48-49). «Γιατί με αναζητούσατε; Δεν γνωρίζετε, ότι εγώ πρέπει να βρίσκομαι στο σπίτι του Πατέρα μου;» Σαν να έλεγε στην μητέρα του: Ο αληθινός Πατέρας μου δεν είναι ο Ιωσήφ, αλλ’ ο ουράνιος Πατέρας, του οποίου οίκος είναι ο ναός του Σολομώντος.

Επίσης: «Τελευτήσαντος δε του Ηρώδου ιδού άγγελος Κυρίου κατ όναρ φαίνεται τω Ιωσήφ εν Αιγύπτω λέγων• εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ• τεθνήκασι γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου. ο δε εγερθείς παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γην Ισραήλ» (Ματθ. 2,19-21). Δεν λέγει «παράλαβε το παιδίον και την γυναίκα σου», αλλά «παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού». Τρείς μετέβησαν στην Αίγυπτο, ο Ιωσήφ με την μητέρα και το παιδίον. Τρείς και επέστρεψαν από την Αίγυπτο. Τέταρτος, δηλαδή άλλο τέκνο της Παναγίας, δεν φαίνεται. Άρα ούτε και κατά τον χρόνον της παραμονής της Θεοτόκου με τον Ιωσήφ στην Αίγυπτο, (που μπορεί να ήταν περίπου δύο χρόνια), είχε ο Ιωσήφ συζυγικές σχέσεις με την Παναγία.

Επίσης «Ιησούς ουν ιδών την μητέρα και τον μαθητήν παρεστώτα ον ηγάπα, λέγει τη μητρί αυτού• γύναι, ίδε ο υιός σου. είτα λέγει τω μαθητή• ιδού η μήτηρ σου. και απ εκείνης της ώρας έλαβεν ο μαθητής αυτήν εις τα ίδια» (Ιω.19,26-27). Εάν η Παναγία είχε και άλλα τέκνα, γιατί ο Ιησούς δεν ανέθεσε την φροντίδα για την προστασία της, όπως θα ήταν εύλογο και αυτονόητο σε κάποιο από τα παιδιά της, αλλά στον Ιωάννη; Είναι επίσης άξιο προσοχής, ότι εδώ ο Ιησούς με την φράση «ίδε ο υιός σου»,(«ο υιός» με άρθρο), υποδεικνύει τον Ιωάννη ως τον μοναδικό μελλοντικό υιό της. Εάν η Παναγία είχε αποκτήσει και άλλα τέκνα ο Ιησούς δεν θα εκφραζόταν έτσι, αλλά θα έλεγε: «ίδε έναν ακόμη από τους υιούς σου».

Επίσης: «Ιούδας, Ιησού Χριστού δούλος, αδελφός δε Ιακώβου …» (Ιουδ.1). Ο Ιούδας ενώ από τους ευαγγελιστές εμφανίζεται ως αδελφός του Ιησού (Ματθ.13,55. Μαρκ.6,3), εδώ στην επιστολή του, αυτοσυσταίνεται όχι ως αδελφός του Ιησού, αλλά ως αδελφός του Ιακώβου, του δε Ιησού ως δούλος. Το ίδιο επίσης και ο αδελφόθεος Ιάκωβος στην Καθολική επιστολή του ονομάζει τον εαυτό του δούλο του Ιησού Χριστού: «Ιάκωβος, Θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού δούλος» (Ιακ.1,1).

Από τις παραπάνω γραφικές μαρτυρίες αποδεικνύεται ξεκάθαρα, ότι οι λεγόμενοι «αδελφοί» του Ιησού δεν ήταν τέκνα της Παναγίας και ομομήτριοι αδελφοί του Ιησού, αλλά ήσαν μάλλον τέκνα του Ιωσήφ από προηγούμενη γυναίκα του, τα οποία κατοικούσαν στο σπίτι του Ιωσήφ στη Ναζαρέτ (Ματθ.13.55-57). Κατ’ άλλους ήσαν εξαδέλφια, τα οποία οι Εβραίοι ονόμαζαν «αδέλφια».

Αναφέρουμε επίσης σχετικά με το θέμα αυτό και την καταπληκτική προφητεία του προφήτου Ιεζεκιήλ: «και επέστρεψέ με κατά την οδόν της πύλης των αγίων της εξωτέρας της βλεπούσης κατά ανατολάς, και αύτη ήν κεκλεισμένη. Και είπε Κύριος προς με, η πύλη αύτη κεκλεισμένη έσται, ουκ ανοιχθήσεται, και ουδείς μη διέλθη δι’ αυτής, ότι Κύριος ο Θεός Ισραήλ εισελεύσεται δι’ αυτής, και έσται κεκλεισμένη» (Ιεζ.44,1-2). Όπως ερμηνεύουν οι Πατέρες η «κατά ανατολάς» πύλη, για την οποία ομιλεί εδώ ο προφήτης, η οποία θα παραμείνει κλειστή και κανένας άλλος δεν πρόκειται να περάσει μέσα από αυτήν, παρά μόνον ο Θεός, είναι η Παναγία.

Το υπέρλογο και μοναδικό στην ιστορία της ανθρωπότητος γεγονός της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου συγκλόνισε, όπως ήταν φυσικό και επόμενο, την αγνή Κόρη της Ναζαρέτ, η οποία πλέον ζούσε για να υπηρετεί το έργο της Θείας Οικονομίας. Το πάναγνο σώμα της έμεινε για πάντα αγνό και άμωμο, πέρα από κάθε πάθος και ενστικτώδη λειτουργία. Η διαδικασία γέννησης, υποτάχτηκε μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, δυστυχώς, στο πάθος και την ενστικτώδη λειτουργία της φύσεως. Αλλά η Θεοτόκος είχε καθαριστεί κατά τον Ευαγγελισμό της, από τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος, από το πανάγιο Πνεύμα και άρα η ίδια ήταν απηλλαγμένη από πτωτικά πάθη και ενστικτώδεις παρορμήσεις και γι’ αυτό παρέμεινε αγνή και αειπάρθενος. Πως ήταν δυνατόν η αγία γαστέρα της, η οποία φιλοξένησε τον πανάγιο Θεό, να φιλοξενήσει πτωτικούς ανθρώπους, μολυσμένους από το προπατορικό αμάρτημα; Πως ήταν δυνατόν να κυοφορήσει στα σπλάχνα της, αυτή, που ήταν καθαρισμένη από τους ρύπους της αμαρτίας και τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος, φορείς του προπατορικού αμαρτήματος; Εάν συνέβαινε αυτό, δεν θα ήταν η ανωτέρα μεταξύ όλων των γυναικών και όλων των αγίων, αλλά θα ήταν κατωτέρα μεταξύ πολλών αγίων γυναικών, οι οποίες εφύλαξαν ισοβίως παρθενία.

Μνημονεύουμε τέλος την Γ΄ εν Εφέσω Οικουμενική Σύνοδο (431), η οποία εδογμάτισε, εν Αγίω Πνεύματι, ότι η κατά σάρκα Μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, υπήρξε Θεοτόκος και αειπάρθενος. Προ τόκου, εν τόκω και μετά τόκον, παρέμεινε παρθένος. Στον όρο της Συνόδου αυτής μεταξύ άλλων αναφέρονται τα εξής: «Συνεκάλεσεν ημάς ενταύθα η αγία και Θεοτόκος Παρθένος Μαρία, το αμόλυντον της παρθενείας κειμήλιον, ο λογικός του δευτέρου Αδάμ παράδεισος…» (Πηδάλιον αγίου Νικοδήμου σελ. 170).

Περαίνοντας, καλούμε τους πιστούς μας να κωφεύουν σε τέτοιου είδους δημοσιεύματα και βλακώδεις θεωρίες, όπως η παρά πάνω και να συνεχίσουν τον πνευματικό τους αγώνα αυτή την ιερή περίοδο, έχοντας τη βεβαιότητα πως το ανέσπερο Φως της Αναστάσεως έχει τη δύναμη να σβήνει και να εκμηδενίζει τα «βεγγαλικά» των αιρετικών και των χριστιανομάχων, αφήνοντας πίσω τους μαύρο καπνό, στάχτες και δυσωδία!

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ ΚΑΙ Η ΕΣΩΚΑΣΤΡΙΝΗ ΒΛΑΧΕΡΝΗΤΙΣΣΑ


web statistics
Ιωάννης Ελ. Σιδηράς
Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Ιστορικός – Νομικός

vlaherna«Αναγράφει σοι, η Πόλις σου Θεοτόκε»

Μέγας ο ναός των Βλαχερνών και Άγιος ο τόπος, όπου ανηγέρθη και μέχρι σήμερα «εν οστρακίνω σκεύει» δεσπόζει κάτω από την «αόρατη σκιά» των πάλαι ποτέ περιλάμπρων ανακτόρων. Σύντρεις οι θεόθεν παρεμβολές στον χώρο της θεομητορικής εμβέλειας της θαυματουργού και Παντανάσσας Βλαχερνήτισσας Παναγίας. Ο παλαίφατος και περίπυστος ναός της συνείχετο, όπως γράφει ο συγγραφέας Ακύλας Μήλλας, με το «Ιερόν Λούμα» ή άλλως το «Ιερόν Λουτρόν» στο οποίο έρρεε το «αγίασμα του ύδατος» από την υπόγεια βυζαντινή στοά, που μέχρι και σήμερα αενάως εκπηγάζει εντός του υπάρχοντος και επί Αθηναγόρου του Α΄ ανεγερθέντος (1960) συγχρόνου ναού της Βλαχερνήτισσας.
Το δεύτερον εξαίσιον της Θείας Παρεμβολής υπήρξε το πάλαι η επί του ανακτοβυζαντινού ναού των Βλαχερνών τοπική συνάφεια και συγκοινωνία του φυλακτηρίου της «Αγίας Σορού», στην οποία είχε αποθησαυρισθεί η «Αγία Εσθής» (Ιερόν Παφόριον) της Θεομήτορος. Το δε τρίτον θαυμαστόν δώρημα παραμένει η εφέστιο και παλαίφατος θαυματουργή εικόνα της Βλαχερνίτισσας Παναγίας (τέλη 5ου ή αρχές 6ου αιώνος) ενώπιον της οποίας εψάλη ο «Ακάθιστος Ύμνος» στην «Υπέρμαχο Στρατηγό του ευσεβούς Γένους ημών», η οποία έσωσε την Πόλη αυτής και εξ αυτού του γεγονότος ο αυτοκράτωρ Ηράκλειος διέταξε όπως με την κατασκευή προσθέτου τείχους ασφαλισθεί ο μέχρι τότε «εξωκαστρινός ναός» της Βλαχερνήτισσας Πολίτισσας Παναγίας εντός της Βασιλίδος, που έκτοτε δεσπόζει ως «Εσωκαστρινή Βλαχερνήτισσα, σύμφωνα με την γραφή του φιλόμουσου Μητροπολίτου Πέργης κ. Ευαγγέλου (Γαλάνη).
Στην Παναγία των Βλαχερνών αρμόζει και πρέπει ο στίχος του Ακάθιστου Ύμνου: «Χαίρε, δι’ ης εγείρονται τρόπαια, χαίρε δι’ ης εχθροί καταπίπτουσι». Ταυτισμένη μέσα στον χωροχρόνο της ρωμαίικης παραδόσεως η Βλαχερνήτισσα Παναγία με τον «Ακάθιστο Ύμνο» και τα όσα θαυμαστά ιστορικά γενόμενα συνδέονται με την «εκ κινδύνου σωτηρία» της Βασιλίδος.Η παράδοση της πολίτικης Ρωμιοσύνης, που ως «κιβωτός σωτηρίας» διασώζει μέχρι και σήμερα τα θεόθεν γενόμενα, καταγράφει το θαύμα ως εξής: Σωτήριο έτος 626. Η Κωνσταντινούπολη πολιορκούνταν υπό των Περσών και των Αβάρων επί αρκετούς μήνες. Ο αυτοκράτωρ Ηράκλειος απουσίαζε στην Μικρά Ασία πολεμώντας εκεί τους επιβουλείς Πέρσες.
Όταν πληροφορήθηκε ότι η Πόλη πολιορκούνταν, έστειλε εκ του στρατού του τους 12 χιλιάδες άνδρες στον φρούραρχο της Κωνσταντινουπόλεως Βώνο για να υπερασπίσουν με την φρουρά, την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Ο Βώνος με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Σέργιο εξόπλισαν και όσους εκ των πολιτών μπορούσαν να φέρουν όπλα. Όλοι απεφάσισαν να αντισταθούν μέχρις εσχάτων. Ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε την πόλη και ενεθάρρυνε τα πλήθη και τους μαχητές.
Η Πόλη ολόκληρη είχε εναποθέσει τις ελπίδες της στην «υψηλή πνευματική Έφορο και Προστάτιδά της», την «Υπέρμαχο Στρατηγό», την Υπεραγία Θεοτόκο. Η πολιορκία ήταν στενή και ισχυρά. Παρά ταύτα η Πόλη ανθίστατο σθεναρώς στις επιθέσεις των πολιορκητών, οι οποίοι επέμεναν στην πολιορκία. Αιφνιδίως όμως φοβερός ανεμοστρόβιλος καταστρέφει τον στόλο των πολιορκητών, οι οποίοι αναγκάζονται κατά την νύκτα της 7ης προς την 8η Αυγούστου να λύσουν την πολιορκία και να φύγουν άπρακτοι. Η Βασιλεύουσα εσώθη. Ο λαός της Πόλεως πανηγυρίζοντας την σωτηρία του, την οποία είχε αποδώσει στην κραταιά προστασία της Θεομήτορος, συναθροίστηκε στον περίλαμπρο ναό των Βλαχερνών, όπου ετελέσθη, προεξάρχοντος του Πατριάρχου Σεργίου, ολονύκτια ευχαριστήρια ακολουθία. Τότε «Ορθοστάδην», όλος ο λαός έψαλε τον ευχαριστήριο προς την Θεοτόκο Ύμνο, ο οποίος γι’ αυτό έκτοτε ονομάσθηκε «Ακάθιστος». Βεβαίως ο Ύμνος αυτός προϋπήρχε και εψάλλετο προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου, αλλά κατά την Μεγάλη εκείνη νύκτα καθιερώθηκε πλέον κατά τρόπο επίσημο και πανηγυρικό στην Εκκλησία μας. Το γνωστό «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ» συνετελέσθη αναμφιβόλως κατ’ εκείνες τις μεγάλες ώρες, καθώς δι’ αυτού ολόκληρη η λυτρωθείσα εκ της συμφοράς Πόλη «ανέγραψε τα νικητήρια», απέδωσε δηλαδή ευγνωμόνως την νίκη, στην προστάτιδα αυτής Θεοτόκο.
Έκτοτε ο περίλαμπρος ναός των Βλαχερνών κατέστη «Σύμβολον Θεομητορικόν», το «Παλλάδιον της Υπερμάχου Στρατηγού», στο οποίο ανά τους αιώνες η Ρωμιοσύνη είτε αναπτερωμένη είτε ματωμένη εναπέθετε τα δάκρυα, τους καημού, τους στεναγμούς και τις ελπίδες της. Και όταν ακόμη με τα τραγικά γεγονότα των «Σεπτεμβριανών» του 1955 κατεστράφη ο ναός, η Ρωμιοσύνη της Πόλης στάθηκε περήφανη στα πόδια της και με τις ενέργειες του Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρου του Α΄ (1948 – 1972) ανήγειρε και εγκαινίασε το έτος 1960 τον υπάρχοντα σήμερα ναό της Βλαχερνήτισσας, τον οποίο ο Βαρθολομαίος ο Α΄, ο της μαρτυρικής Ίμβρου ευσεβής και ευλαβής γόνος σεμνοπρεπώς και μεγαλοπρεπώς ευπρέπισε (2011 – 2012).
Ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης με την γλαφυρή και ευήδονη γραφίδα του περιγράφει απαράμιλλα το «Ιερόν Αγίασμα της Παναγίας των Βλαχερνών» και τα της Ιεράς Πανηγύρεως σ’ αυτό, ως εξής: «Εις τας Βλαχέρνας θα λάβωμεν μέρος σήμερον εις μίαν από τας ωραιοτέρας θρησκευτικάς πανηγύρεις του υποδούλου Γένους, η εκτύλιξις της οποίας
θα μας παρουσιάση μίαν πανοραματικήν σκηνήν της παλαιάς Βασιλίδος των Πόλεων εν μεγάλη εθνική εορτή. Τελείται σήμερον η πανήγυρις των Βλαχερνών. «Η κατάθεσις της τιμίας εσθήτος της Θεοτόκου εν τω ναώ των Βλαχερνών». Ο ναός ούτος ο περίκλυτος έχει αποθανατισθεί επισημότατα εν τη παραδόσει του Γένους μετά την Αγίαν Σοφίαν τόσον, ώστε το όνομά του να καταστή δημοτικόν και προσφιλέστατον, και να κτίζωνται, και σήμερον ακόμη, εν ταις χώραις του Ελληνισμού ναοί, φέροντες το ωραίον όνομά του: Η Αγία Βλαχέρνα. Παναγία η Βλαχέρνα…
Εισέλθωμεν διά της πύλης του περιτοιχίσματος εις το ωραίον άλσος, γεμάτον από ευωδίαν, γεμάτον από δρόσον. Εις το τέρμα του εγείρεται ο ναός, ξύλινος και ταπεινός, κατερχόμενος υπό την γην, εντός του οποίου υπάρχει η Ιερά εικών της Οδηγητρίας και το Αγίασμα. Τόσον ταπεινός, ωσάν να τρέμη να υψώση την στέγην του, μήπως διεγείρη τον φθόνον και την οργήν των υψηλών μιναρέδων του κατέναντι Ναυστάθμου.
Ήδη ήρχισεν η Πανήγυρις. Ήρχισεν η Ακολουθία. Αρχιερεύς από των Συνοδικών ελθών από το Φανάριον, παρακολουθούμενος και από όλον τον χορόν του Πατριαρχικού ναού, τελεί την Θείαν Λειτουργίαν. Εισέλθωμεν από το υαλόφρακτον προπύλαιον, κατέχον όλην την αριστεράν πλευράν του ναού, ένθα η κυρία είσοδος. Καταβώμεν ολίγας βαθμίδας. Και ιδού κατέναντί μας η αγία εικών της Παναγίας Βλαχέρνας επί προσκυνηταρίου χωμένου όλου μέσα εις τα άνθη, ρόδα προ πάντων πολυειδή και πολύχρωμα.
Μεγάλη πηχυαία το μήκος η Εικών. Παναρχαία. Η παράδοσις την χρονολογεί από τους ενδόξους εκείνους του Ηρακλείου χρόνους, ενώπιον της οποίας εψάλησαν οι χαιρετισμοί μετά το γενόμενον τότε θαυμαστόν καταποντισμόν των Αβάρων οπού επολιόρκουν την Πόλιν. Είναι όλη επαργυρωμένη διά θαυμασίας βυζαντινής τέχνης, φέρει δε επάνω της πάμπολλα και πολυτιμότατα αναθήματα, εν οις και μετάλλιον επίχρυσον, παλαιόν χρυσόβουλλον με λατινικήν επιγραφήν. Η φήμη αύτη είνε από τας γλυκείας εκείνας παραδόσεις του Γένους, το οποίον συνηθίζει να περικοσμή τα ιερά του κειμήλια με ωραίας αφηγήσεις. Το βέβαιον όμως είνε ότι η Εικών είνε παναρχαία. Η Κυρία Θεοτόκος παρίσταται βαστάζουσα εν αγκάλαις τον Ιησούν Χριστόν. Η μορφή της είναι σοβαρά εις το έπακρον. Οι οφθαλμοί μεγάλοι και αυστηροί, και ως να απεικονίζουν φαίνεται τον στίχον: «Χαίρε ως βροντή τους εχθρούς καταπλήττουσα». Του Χριστού όμως το πρόσωπον είναι κατεστραμμένον…
Η Θεία Λειτουργία εγγίζει εις το τέρμα… όταν δε ο γλυκύμολπος πρωτοψάλτης Βιολάκης, κατά την διανομήν του αντιδώρου έψαλλε, βοηθούμενος από τον Δομέστιχον και τους καλλιφώνους κανονάρχας του, τον καλοφωνικόν Ειρμόν: «Άνωθεν οι προφήται…» ο κόσμος των προσκυνητών ο παμποίκιλος εντός του οποίου συνανεμίγνυντο και οθωμανίδες εστολισμέναι λαμπρώς με τα ολομέταξα γιασμάκια των, και εβραίαι υπερηφάνως φέρουσαι τον ιδιαίτερον κρήδεμνον της κεφαλής των – διότι την Αγίαν Βλαχέναν ευλαβούται όλαι οι φυλαί της Πόλεως ως εκ των θαυμάτων της, των οποίων την χάριν καθ’ εκάστην απολαύουσιν – ο κόσμος τότε των προσκυνητών ο παμποίκιλος διεσπάρη, περί το άλσος απολαμβάνων την αχόρταστον αυτού δροσιάν, και πίνων από το αθάνατον αγίασμα, εν χαρά και ευφροσύνη ψυχής…
Επί τρεις ημέρας καθ’ εκάστην τα τελήται αρχιερατική Θεία Λειτουργία, και επί τρεις ημέρας θα ψάλλωνται οι ωραίοι της πανηγύρεως ύμνοι, να ημπορέση να μετάσχη της εορτής όλος ο ορθόδοξος της Βασιλευούσης κόσμος, χιλιάδες αναρίθμητοι…».
Ο Πανοσιολογιώτατος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Τατάρνης Ευρυτανίας, Αρχιμ. π. Δοσίθεος καταγράφει το «Μέγιστο Θαύμα» της Παναγίας των Βλαχερνών γράφων: «εκ των πολλών θαυμάτων της Παναγίας των Βλαχερνών όσα διεφημίσθησαν καθ’ όλον τον Ορθόδοξον κόσμον, το εξής αναφέρει επισήμως και η ιστορία υπό το όνομα: ΤΟ ΘΑΥΜΑ: «Επί βασιλείας Λέοντος του σοφού, γράφει η σλαβωνική αφήγησις, εις τον εν Βλαχέρναις λαμπρότατον ναόν της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου ολονύκτιος αγρυπνία ετελείτο εν ημέρα Κυριακή, τη πρώτη Οκτωβρίου, και πλήθος λαού παρίστατο, περί την τετάρτην ώραν της νυκτός, ο Άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός, ανυψώσας τους οφθαλμούς του, είδε την Ουράνιον Άνασσαν, την Σκέπην παντός του κόσμου, την Υπεραγίαν Θεοτόκον ισταμένην εν τω αέρι και προσευχομένην και λάμπουσαν ως ο ήλιος, και σκέπουσαν τον λαόν αυτής με το τίμιον αυτής μαφύριον. Ιδών δε ο ιερός Ανδρέας λέγει τω μαθητή αυτού μακαρίω Επιφανίω γενομένω κατόπιν Πατριάρχη: – Βλέπεις αδελφέ, την Βασίλισσαν και Κυρίαν των απάντων ευχομένην υπέρ του κόσμου; Απεκρίθη εκείνος: – Ναι, βλέπω Πάτερ άγιε, και απορώ…»
Το θαύμα τούτο έγινεν υπόθεσις λαμπράς εορτής της Παναγίας της Αγίας Σκέπης, ούτως ονομασθείσης, την οποίαν μεγαλοπρεπώς όντως πανηγυρίζουσιν οι Ρώσσοι ιδίως, τη 1η Οκτωβρίου, εγείροντες και ναούς εις τιμήν της Αγίας Σκέπης»
Ο φιλόμουσος και μουσοστεφής συγγραφεύς Μητροπολίτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο της Πέργης Ευάγγελος (Γαλάνης) χαρακτηρίζει την Βλαχερνήτισσα Παναγία ως την «Εσωκαστρινή της Πόλης» και γράφει: «Η Παναγία του «μεταύλιου». Και η ικέτιδα του «παραύλιου». Συνάντηση στο άλλο άκρο του ουράνιου τόξου. Η υμνοστάλακτη του φαναρίου στη σκιά των κάστρων για μια τελευταία χειραψία της ιερείτιδας με την Πόλη. Όχι όμως και με τη Ρωμηοσύνη που της ασπάζεται τακτικά το χέρι. Ειδικά στην περίοδο των Χαιρετισμών. Τότε που πάνε να την προσκυνήσουν διπλά. Μια για τη χάρη της, και μια για την ιστορία της.
Την επισκέπτομαι κάθε χρόνο και με τους Ζωγραφιώτες, προσκύνημα καθιερωμένο για την Παρασκευή της Δ΄ εβδομάδας. Μπαίνουμε με αραιόπορους τους Ζωγραφιώτες. Με λιγότερους τους συμπολίτες. Αλλά και πάλι έγχορδοι μπροστά στην «υπέρ λόγον διά λόγον του λόγου λοχεύσασαν». «Δόξα σοι».
Αφού τη ράτσα μας έδωκες Ρωμαίικη, Πολίτικη, Ορθόδοξη. Προχωρούμε για συνάντηση της εύχυμης ελπίδας. Θέλουμε να «ξενωθώμεν του κόσμου». Ν’ αφήσουμε σπίτια, παρόντες και απόντες. Να μεταθέσουμε κάπου αλλού το νου μας. Συλλειτουργοί να γίνουμε περιθαμβείς κάποιας ζωηφόρας ώρας.
Στο κατάβρεκτο αυτό από θρόμβους ικεσίας Σεμνείο, όλο γλύκα κι όλο πίκρα, το νοούμενο. Φτερουγίσματα αγγέλων με χαιρετίσματα πότε από την ταραχή του κόσμου και πότε από τη γαλήνη του Θεού. Πώς το σκέφτηκε ο υμνωδός Ανδρέας ο Κρήτης, ο Ιωσήφ ο υμνογράφος, μέσα στα μυστικά προστάγματα να χωρέσει και την αλήθεια του κόσμου. Την πραγματικότητα της ζωής!
Από ποιο γράμμα του αλφαβήτου ν’ αρχίσουμε απόψε τους χαιρετισμούς; Από ποιά χρονολογία, ποιόν Πατριάρχη, ποιό γεγονός; Μέσα στ’ απόβραδο της Βλαχέρνας, βλέπουμε όλα να λευκαίνονται, να ιλαρώνονται. Όλα να θέλουν να εισχωρήσουν σε κάποιο όμμα στοργής. Κι όλα να ομορφαίνουν. Να μοιάσουν τις όψεις των αγίων. Ν’ ακούσουν λόγια Ευαγγελισμών…
Απόψε θέλουμε να σμίξουμε με τα «προσκυνήματα» των περασμένων. Με τις όψεις που αντίκρισαν την υπερβατικότητα της Ρωμηοσύνης. Με την πρώτη και αυθεντική εικόνα του Ακαθίστου. Τη φιλοτεχνημένη από κηρομάστιχο από τον Ευαγγελιστή Λουκά και θησαυρισμένη στο Άγιον Όρος. Και να γίνουμε όλοι ένας ασπασμός. Ένα σημάδι της Ορθοδοξίας. Μέσα την Πόλη της Ορθοδοξίας.
Μετεωρισμένος ο νους, φλογίζεται από τους κτύπους του χρόνου, από τους κυματισμούς της αοριστίας μας. Πέφτει επάνω στο κακουχισμένο εικόνισμα της Ελπιδοφόρου αποζητώντας το περιοφθάλμιο νέφος της να χαράξει μέσα του και τη δική του σκιά. Το άγος της Ρωμηοσύνης. Αυτό το εφύμνιο του δικού της κανόνα. Του δικού της ακαθίστου ύμνου. Καταφθάνουν μέσα μας ιαχές, ρήσεις, βοές. Θέλουν να γνωρίσουν τη συγγένειά μας. Να τραγουδήσουν πάνω στην ομοηχία μας. Να συμψάλλουμε μαζί τον ευαγγελισμό της ώρας.
Πριν φύγουμε από τον τόπο του αγιάσματος, να νιώσουμε το αυθόρμητο ανάβρυσμα του είναι μας. Ώρα να καταπαύσουν οι λιτανείες. Αλλά να φιλιωθούμε με το νόημα της βραδιάς. Με τις φτερούγες του μυστηρίου της Ρωμηοσύνης. Που δεν οδηγούν σε τέρμα. Αλλά στο νυν και στο αεί ταυτόχρονα. Σε ακροάσματα ατάραχα. Μα και γλυκόφθογγα μαζί. Όπως αυτός ο υπόγειος ρόχθος του αγιάσματος των Βλαχερνών. Όπως και η λατρευτική μεταρσίωση των μυσταγωγών μας. Κι όπως ο ίδιος ο αφαίρετος, ο χαμένος από τη γη του κόσμος μας, που από τα παραύλια και τα προαύλια της ξένης συμμετέχει στις γονυπετήσεις μας με το δικό του άρωμα στο «Ρόδον το Αμάραντον»…
Με τη Βλαχερνήτισσα, παίρνουμε θέση «ανωφερή και μετέωρον», απ’ όπου και «το φως των νοημάτων οράται». Μπαίνουμε και σε σφαίρα παραμυθίας. Κι ακούμε την εσωκαστρινή σαν τον έσχατο αναβαθμό στην εσώκλειστη αντοχική πορεία μας. Περ’ από εκεί, η οριακή ψηλάφηση των οραματισμών. Το κεφάλαιο της εξόδου. Στίχοι με τον κόσμο το μικρό και στίχοι με τον κόσμο τον μεγάλο. Τον κόσμο χωρίς την Πόλη και τον κόσμο με τη μνήμη του λαού. Τη μνήμη της Ρωμηοσύνης. Σφυγμοί που πρέπει ν’ αντέξουν, είτε πίνοντας της λήθης το αθάνατο νερό, είτε κρατώντας στο χέρι πασχαλιές αναστάσιμες»
«Αναγράφει σοι, η Πόλι σου Θεοτόκε» Και «Ορθοστάδην» σοι αναβοά: «Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε».
ΠΗΓΗ.ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ

Η Παναγία των Χαιρετισμών ή του Ακαθίστου της Ι.Μ. Διονυσίου


web statistics


Από τις πολυτιμότερες εικόνες της Παναγίας είναι και ή των «Χαιρετισμών» ή του «Ακάθιστου» πού βρίσκεται στην Ιερά Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους. Από τις πιο παλαιές χρονολογικά, στο δε Άγιον Όρος είναι η αρχαιοτέρα.

Είναι κατασκευασμένη από κηρομαστίχα και με μύρο περιρρεομένη. Στο πίσω μέρος σε αργυρά πλάκα, είναι τετυπωμένος ο Αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ ο Κομνηνός και ο Όσιος Διονύσιος ο κτήτορας της Μονής και είναι γραμμένο το εξής: «Αυτή η είκών η Θαυματουργός εστί την οποίαν βάσταξέ Σέργιος ο Πατριάρχης περιερχόμενος τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως έδιωξε τους πολεμίους και την οποίαν ό Αυτοκράτωρ Αλέξιος ιδιοχείρως εδώρησε τω Άγίω Διονυσίω».
Είναι λοιπόν εκείνη την οποίαν ό Σέργιος κατά την ιστορική εκείνη βραδιά του 626 κρατώντας την περιήρχετο μαζί με κλήρο και λαό τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως και εμψύχωνε το λαό και τον ολιγάριθμο στρατό πού υπεράσπιζε την Πόλη. Είναι ιστορικά παραδεκτό ότι υπερφυσική δύναμη κατατρόπωσε τους πολυάριθμους Σκύθες και Αβαρούς. Δεν μπορεί διαφορετικά να εξηγηθεί αφού ό στρατός με τον Ηράκλειο είχε εκστρατεύσει προς την Περσία. Οι πολέμιοι με αρχηγό τον Χαγάνο έφθασαν επιθετικοί και με στρατό και στόλο πολιόρκησαν τα στενά και την ξηρά και απειλούσαν. Ποιος θα σώσει την Πόλη; Ό Χαγάνος παρασπόνδησε σε μια συνθηκολόγηση με την Πόλη για να λύσει την πολιορκία και με αυθάδεια και σαρκασμό ειρωνεύτηκε τους πιστεύοντας στο θεό Βυζαντινούς: «Μη σας γελάει ό θεός σας, εγώ αύριο θα είμαι κύριος της πόλεως σας».
Η απάντηση επηρέασε το ηθικό και έφερε ταραχή, φόβο και απελπισία στις καρδιές των πολιορκημένων. Το κλίμα της απαισιοδοξίας άρχισε να κυριαρχεί. Τη χαλύβδωση του ηθικού ήλθε να επιφέρει ή θαρραλέα παρουσία του γενναίου και αξιοτάτου Πατριάρχου Σεργίου: «Είναι κρίμα να απελπίζεστε. Σκέπτεστε σαν άνθρωποι πού δεν πιστεύουν στο Θεό και στο αποτέλεσμα του ιερού πολέμου. Στα χέρια της Παναγίας εμπιστεύθηκα την Πόλη και τον άμαχο πληθυσμό της. Στην Παναγία όλοι μας με θέρμη ψυχής ας προσευχηθούμε». Πραγματικός συναγερμός και ενθουσιασμός συνέβηκε τότε. Ο Πατριάρχης, ο Κλήρος και ο Λαός, μια φωνή μια ψυχή, ξεχύθηκε στους δρόμους και στα τείχη με τα ιερά κειμήλια στα χέρια, πού ήσαν ή Ζώνη της Παναγίας, ή Ιερά Εσθήτα Της, λείψανα αγίων, λάβαρα και εικόνες. Ο Πατριάρχης, ζωντανός και άκαμπτος, κρατούσε υπερυψωμένη τούτη την Εικόνα και έδινε δύναμη και θάρρος. Απ' όλων τις καρδιές αυθόρμητα έβγαιναν φωνές και ευχές πού φανέρωναν την εμπιστοσύνη του Λάου προς την Παναγία: «Φθάσε Παναγία μου, μη μας εγκαταλείπεις τώρα πού χανόμαστε, σώσε το λαό Σου και την Πόλη Σου».
Τότε συνέβηκε ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα και υπερφυσικά γεγονότα της πίστεως. Τρομαγμένοι οι επιτιθέμενοι εχθροί άκουγαν θόρυβο σαν χιλιάδες στρατός να επιτέθηκε εναντίον τους πού έφερνε όλεθρο και καταστροφή στις τάξεις τους. Ξαφνικά και απροσδόκητα, από διώκτες έγιναν διωκόμενοι. Χιλιάδες πτώματα στρώθηκαν στη γη, πανικόβλητοι όσοι είχαν απομείνει τράπηκαν σε φυγή για να σωθούν μακριά από την Πόλη, φωνάζοντας απεγνωσμένα μεταξύ τους: «Που βρέθηκε, που ήταν κρυμμένος τόσος στρατός;». Όμως στρατός δεν υπήρχε, όπως είπαμε, ή θεία τιμωρία τους κυνηγούσε, αφού προκλητικά και υπερήφανα τα έβαζαν με την Πόλη Πόλεων πού εντός της είχε πολλούς πιστούς πού με εμπιστοσύνη κατέφυγαν στη θεία προστασία. Ή ιστορική παράδοση ομιλεί για ένα ανεξήγητο μέγα θόρυβο και ανεμοστρόβιλο πού έφερε πανικό και καταστροφή. Εκτός από τα πτώματα νεκρών πού βρίσκονταν σκόρπια έξω από τα τείχη, συντρίμμια είχαν γίνει τα εχθρικά πλοία και πολλά πτώματα ναυτών φάνηκαν στην ακροθαλασσιά των Βλαχερνών.
Ιστορική πραγματικότητα το γεγονός τούτο. Τα δάκρυα πόνου, οδύνης και αγωνίας, ή οσμή θανάτου και αιχμαλωσίας πού είχε παγώσει στην κυριολεξία τους χιλιάδες εντός της Πόλεως Βυζαντινούς, μετεβλήθησαν σε ζητωκραυγές και αλαλαγμούς χαράς και δοξολογίας στο Θεό και την Παναγία Δέσποινα. Τότε ο Πατριάρχης Σέργιος μέσα σε ανέκφραστα χαρμόσυνα συναισθήματα βάδισε με τον κλήρο και το λαό προς την Παναγία των Βλαχερνών. Μέσα σε θρησκευτικό παραλήρημα χαράς και ιερού ενθουσιασμού, σε μια ατμόσφαιρα πού οι καρδιές σκιρτούσαν και τα μάτια έρεαν δάκρυα από άκρα συγκίνηση και θεία ευγνωμοσύνη, δοξολόγησαν και ευχαρίστησαν την Παναγία σε μέγεθος και βαθμό πού δεν πρέπει να έχει το όμοιο του. Με άλλα λόγια, μιλάμε για μια γενική ευχάριστη εικόνα χιλιάδων ανθρώπων πού είχαν στην κυριολεξία «μεθύσει» χριστιανικά. Μοναδικό το γεγονός σε πανανθρώπινη κλίμακα. Εκεί, εντός του Ναού, αλλά και εκτός, όπου βρέθηκαν οι πιστοί αρχής γενομένης από τον Πατριάρχη ό όποιος άρχισε να ψάλλει για πρώτη φορά το: «Τη Ύπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια κ.λπ.». Και στη συνέχεια, όλοι μαζί τη νύκτα εκείνη «ορθοστάδην τον ύμνο τη του Θεού Μητρί γηθοσύνως έμελπαν». Για αυτό το Θαυμάσιο αυτό πνευματικό άσμα των «Χαιρετισμών», ονομάσθηκε «Ακάθιστος Ύμνος».
Ο άγνωστος ποιητής των «Χαιρετισμών» έπλεξε το καλύτερο εγκώμιο και γενικά ότι ανώτερο έχει γραφεί για την Υπέρμαχο Στρατηγό. Έχει χαρακτήρα διηγηματικό, θεολογικό και δοξαστικό. Κυρία υπόθεση έχει τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και, γενικότερα, την ενανθρώπιση του Χριστού και, ακόμη, γίνεται λόγος για το ηθικό και πνευματικό μέγεθος και ύψος της Παναγίας και των προσφορών της στον κόσμο. Το Κοντάκιο «Τη Υπερμάχω», δεν έχει σχέση με τον ποιητή του Ύμνου, είναι δημιούργημα της ημέρας εκείνης. Σ' αυτό ακούγεται λυτρωτικός και νικητήριος προς τη Μητέρα του Θεού παιάνας πού ως πνευματικός Στρατηγός έχει ακατανίκητη τη δύναμη και οι πιστοί παρακαλούν να ελευθερώνει «εκ παντοίων κινδύνων».
Πλέον στους αιώνες και σήμερα οι Χαιρετισμοί, ο Ακάθιστος Ύμνος ο τόσο λαοφιλής συγκινεί βαθιά την πιστεύουσα ψυχή και ιδιαιτέρως τον ορθόδοξο Ελληνισμό, ό όποιος στον ύμνο αυτό και στο πρόσωπο της Θεοτόκου βλέπει συνδεδεμένες εκκλησιαστική και εθνική παράδοση και ζωή Πίστη και Πατρίδα φαίνεται ότι συσφίγγονται έναρμονίως γύρω από ύμνο αυτό. Διαχρονικός και λαοφιλέστατος, ηλεκτρίζει πολλές ψυχές όποιες την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής τρέχουν να τον ακούσουν τω από τους θόλους των Ναών. Για αιώνες και μάλιστα στην 400χρονη σκλαβιά, ήταν ό Εθνικός Ύμνος του Γένους. Απ' όλα αυτά εξάγεται αβίαστα και ή σημασία της Εικόνας αυτής. Δικαιως οί πιστοί Έλληνες μπρος σ εικόνα αυτή αισθάνονται έντονα την παντοδυναμία της Παναγίας και εθνική έξαρση.

Ένα από τα εξαίσια γεγονότα της Εικόνας, αφ' ότου τον 13ο αι. δόθηκε στη Μονή Αγίου Διονυσίου, είναι το εξής: Το 1592, ό Αλγερινός πειρατής Ιφ Αρταβάν Αλφα, ξεκινώντας από τη νήσο Σκύρο, ήλθε με πολλούς δικούς του στην Ί. Μ. Διονυσίου προκειμένου να αρπάξει τους θησαυρούς της. Γνώριζε ότι υπήρχε εκεί και μια πολύτιμη εικόνα της Παναγίας. Αφού απεβίβασε κάπου 200 άνδρες οπλισμένους, απειλούσε. Ό Ηγούμενος αφού συσκέφθηκε αποφάσισε να προσφέρει γενναία δώρα στον πειρατή για να σώσει τους Μοναχούς και τη Μονή. Ένας Μοναχός, από το παράθυρο, φώναξε προς τον Αρταβάν: «Ας τα κανονίσουμε φιλικά για μη χυθεί αίμα. Αποφασίσαμε να σας δώσουμε 50.000 φλουριά, λάδι κι κρασί». Ό πειρατής του απάντησε: «Καλόγηρε, σύμφωνοι αλλά θα πάρουμε και ένα αντικείμενο από τα κειμήλια σας κατά εκλογή μου». Ό Ηγούμενος πού ήταν πλησίον του Μονάχου συμφώνησε, αλλά στο Μοναστήρι θα περάσει αυτός μόνο με δέκα δικούς του. αφού εισήλθαν και ό Ηγούμενος μέτρησε τα χρήματα και τους παρέδωσε λάδι και κρασί, ό αρχιπειρατής είπε σε έναν δικό του πού γνώριζε από άλλη φορά την εικόνα (του Ακάθιστου) και σε ποιο σημείο υπήρχε και τους κάλεσε εκεί. αφού έφθασαν ό πειρατής πήγε να πάρει την εικόνα, ενώ ό Ηγούμενος και οι Μονάχοι έμειναν άναυδοι. Αυτό το παληόξυλο διάλεξες, είπε στον Αρταβάν υποκριτικά. Αυτό αξίζει μιλιούνια, απάντησε εκείνος. «Άφησε την στη θέση της, είπε ό Ηγούμενος, οι εικόνες έχουν αξία μόνο για μας τους Χριστιανούς, πάρτε κάτι άλλο». Όχι, αυτό θα πάρω, είπε πεισματικά ό Ιφ. Προτιμώ να ταφώ κάτω από τα ερείπια της Μονής, παρά να την πάρετε, είπε και προσπάθησε να τον εμποδίσει. Ο Ιφ όμως τον έσπρωξε φωνάζοντας και απειλώντας: «Θα πεθάνετε όλοι σας». Πάνω στην αγανάκτηση του πρόλαβε ό Ηγούμενος να τους πει: «Έτσι πού φέρεστε, πηγαίνετε αλλά μαζί με την κατάρα μου».
Αμέσως εξαφανίστηκαν προς τη θάλασσα και έφυγαν με προορισμό Σκύρο. Το βράδυ, ενώ ταξίδευαν, είδε στον ύπνο του την Παναγία πού τους είπε απειλητικά: «Γιατί πονηρέ με πήρες; Πήγαινε με πίσω, εκεί πού εμένα ήσυχη και ειρηνική». Ξύπνησε έντρομος ό Αρταβάν, μα δεν κάμφθηκε Σε λίγο ξέσπασε ξαφνικά μεγάλη τρικυμία, ώστε έκλυδωνίζοντο και κινδύνευαν τα πλοία να καταποντιστούν. Πάνω στον αναπάντεχο κίνδυνο, θυμήθηκε το όνειρο και πήγε προς την Εικόνα και βλέπει το κιβώτιο πού την είχε τοποθετήσει κομματιασμένο και ή εικόνα γεμάτη μύρο πού ευωδίαζε Κατάλαβε αμέσως ότι ή τρικυμία είναι τοπική τιμωρία της Μητέρας του Χριστού . Μόλις την πήρε στα χέρια του σταμάτησε ή τρικυμία. Σε επαφή τους δικούς του φώναξαν όλοι, να γυρίσουμε πίσω γιατί θα μας πνίξει Θεός των Χριστιανών.
Έπειτα από αρκετές ώρες, επέστρεψαν στον όρμο της Μονής Διονυσίου Ό Σαρίφ έστειλε στη Μονή πειρατή, ό όποιος είπε στον Ηγούμενο: «Άνθρωπε του Θεού, ξέρω ότι κάναμε κακό, ό αρχηγός μου σε περιμένει κατέβεις να πάρεις την εικόνα και να μας απαλλάξεις από την κατάρα π μας έδωσες». Αφού κατέβηκαν στο λιμάνι οι Μοναχοί, ό Αρταβάν έδειξε το κομματιασμένο κιβώτιο και τα ρούχα πού είχε τυλίξει την εικόνα που ήταν μουσκεμένα από το θείο μύρο. Συγκινημένοι οί Μοναχοί παρέλαβαν την Εικόνα.
Το σπουδαιότερο από αυτή την υπόθεση, είναι ότι μερικοί πειρατές μετανόησαν, άφησαν τη ζωή αυτή και έμειναν στη Μονή και αφού κατηχήθηκαν έγιναν Χριστιανοί!
Διαπιστώνει εδώ κανείς με πόσους κόπους και θυσίες έχουν διατηρηθεί οι τόσοι πνευματικοί θησαυροί του Αγίου Όρους.
Ένα άλλο μέσα στα πολλά θαύματα της Παναγίας του "Ακάθιστου Ύμνο είναι και τούτο: Το 1753 δίδασκε στην Αθωνιάδα Σχολή ό σοφός διδάσκαλος και επίσκοπος Ευγένιος Βούλγαρης. Αρρώστησε βαρεία από φοβερό έλκος. 'Η ασθένεια ήταν θανατηφόρος, οί πόνοι δριμύς ώστε ζητούσε το θάνατο. Τον μετέφεραν στη Μονή Διονυσίου προκειμένου να, τον περιποιηθεί σπουδαίος νοσοκόμος της Μονής με γνώσεις ιατρικής, πλην ουδέν κατόρθωσε παρά τις προσπάθειες. Τότε, οί παρευρεθέντας είπαν στον στενάζοντα Ευγένιο για τη θαυματουργό Εικόνα του Ακάθιστου. Παρακάλεσε να τον μεταφέρουν κλινήρη προ αυτής. εκεί, γενομένης παρακλήσεως μέσα στους οξείς πόνους του, ικέτευσε την Κεχαριτωμένη. Τότε εκεί ξαφνικά αισθάνθηκε το φοβερό εκείνο βουβώνα ότι υποχώρησε και τους οξείς πόνους καταπραυνομένους, τα δε δάκρυα του να σταματούν. Το έλκος εκείνο αυτόματα διεράγηκε και σε λίγα λεπτά είχε εντελώς θεραπευτεί. Τότε, ό σοφός κατασυγκινημένος πήρε την πέννα και αμέσως έποι σε τους εξής ιαμβικούς στίχους:
«Ζωής δότην φέρουσα Σής ύπ' αγκάλης,
ζωοίς φέροντα θάνατον μ' ύπαί μάλης».
Δηλαδή, εσύ πού φέρεις τον δοτήρα της ζωής μέσα στην αγκαλιά σου δίνεις ζωή σε μένα πού φέρω τον θάνατον κάτω από τη μασχάλη.
Για την ωφέλεια πού προέρχεται στις ψυχές όσων διαβάζουν τους Χαιρετισμούς - εκτός φυσικά από τις καθιερωμένες παρασκευές στο Ναούς - ή ιδία ή Παναγία φανείσα σε Αγίους είπε: «θα αγαπώ, θα προστατεύω, θα φυλάττω κάθε πιστόν ό οποίος θα με χαιρετίζει άπαξ της ημέρας ει δυνατόν με τους ωραίους ύμνους των Χαιρετισμών Μου, και θα ζει σύμφωνα με τον νόμον του Θεού. Κατά δε την τελευταία ημέραν της ζωής αυτού, θα τον υπερασπισθώ και ενώπιον του Υιού Μου».
ΕΚΔΟΣΕΙΣ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ
Φωτογραφίες: http://aerapatera.wordpress.com