web statistics
ΤΟ ΙΕΡΟΤΑΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΘΕΟΜΗΤΟΡΟΣ
... Για μας τους Ορθοδόξους η Παναγία μας είναι η Μητέρα του Ενανθρωπήσαντος Λόγου του Θεού, του Θεανθρώπου Λυτρωτή μας Χριστού και από Αυτόν απορρέει η τιμή που Της αποδίδουμε και σ’ Αυτόν καταλήγει!
Η Παρθένος Μαρία κατέστη η σημαντικότερη ανθρώπινη ύπαρξη, μετά τον ένσαρκο Λόγο του Θεού, διότι χάρις σ’ Αυτή και την ευλογημένη αποδοχή Της, να γίνει μητέρα του Θεού, πραγματοποιήθηκε το σχέδιο της θείας οικονομίας, δηλαδή η σωτηρία του κόσμου και κατέχει κεφαλαιώδη σημασία στην ορθόδοξη θεολογία μας. Έτσι «δικαίως και αληθώς Θεοτόκον την Αγίαν Μαρίαν ονομάζομεν· τούτο γαρ το όνομα άπαν το μυστήριον της οικονομίας συνίστησιν» κατά τον ιερό Δαμασκηνό (Έκδ. ΙΙΙ, 12). Είναι, κατά τον ίδιο, η «Αμνάς η τεκούσα τον Αμνόν του Θεού τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου, το της σωτηρίας ημών εργαστήριον, αγγελικών υπερτέρων δυνάμεων, δούλη και μήτηρ Θεού» του Σωτήρος (Δ΄, 5).
Κατά την θεολογία της Εκκλησίας μας το ιερότατο πρόσωπο της Θεομήτορος είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την χριστολογία, δηλαδή με την θεολογία του ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου. Η ορθή πίστη έγκειται στο ότι Αυτή γέννησε, όχι απλά κάποιο, έστω εξέχοντα, άνθρωπο, αλλά τον Θεάνθρωπο. Σύμφωνα με τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας: «Μόνη δε παρ’ εκείνας η αγία Παρθένος χριστοτόκος τε ομού και Θεοτόκος νοείταί τε και λέγεται. Γεγέννηκε γαρ ου ψιλὸν άνθρωπον καθ’ ημάς, σαρκωθέντα δε μάλλον και ενανθρωπήσαντα τον εκ Θεού Πατρός Λόγον» (Επιστολὴ Α΄, Προς μοναχούς P.G. 77, 21 A). Η υπέρτατη αξία Της έγκειται ακριβώς στο ότι κατέστη Θεοτόκος. Η αγία μας Εκκλησία περιχαράκωσε με τεράστιους αγώνες αυτή την ύψιστη αλήθεια, από τους αιρετικούς, οι οποίοι την ήθελαν απλά «Χριστοτόκο» και όχι «Θεοτόκο», (αρειανισμός, νεστοριανισμός), ως θεμελιώδες κεφάλαιο της σωτηριολογία της. Γι’ αυτό και τονίζει ο μεγάλος πατέρας της Εκκλησίας μας: «Έδει γαρ, έδει σαφώς εννοείν, ότι σχεδόν ἅπας ημίν ο περί της πίστεως αγὼν συγκεκρότηται, διαβεβαιούμενοι ότι Θεοτόκος εστίν η αγία Παρθένος» (Επιστολὴ 39, P.G. 77, 177 C).
Δυστυχώς οι πληροφορίες για την επί γης ζωή Της είναι πολύ περιορισμένες. Η αγία Γραφή και ιδιαίτερα τα ιερά Ευαγγέλια αναφέρουν ελάχιστες λεπτομέρειες και πάντοτε σε σχέση με τον Υιό Της και Κύριό μας Ιησού Χριστό. Έχει σχηματισθεί η άποψη ότι η Ίδια η Θεοτόκος απέτρεψε τους ιερούς ευαγγελιστές να γράψουν εκτενείς λεπτομέρειες για τη ζωή Της, εξαιτίας της ταπείνωσής Της. Ο ευαγγελιστής Λουκάς λ.χ. και σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας μας, είχε ζήσει κοντά Της και μάλιστα ως εικονογράφος είχε εικονίσει και τις πρώτες προσωπογραφίες Της, εν τούτοις στο ιερό Ευαγγέλιό του, ελάχιστα αναφέρει γι’ Αυτή, αν και τα περισσότερα από τους άλλους ευαγγελιστές. Την απουσία επαρκών γραφικών πληροφοριών αναπλήρωσε η ευσεβής εκκλησιαστική μας παράδοση, όπου από εκεί αντλούμε τις πληροφορίες για τη ζωή Της.
Ανήκε στη φυλή του Ιούδα, «εκ σπέρματος Δαυΐδ» (Ρωμ.1,3), έχοντας βασιλική καταγωγή. Γονείς Της ήταν ο Ιωακείμ και η Άννα. Ανήκαν στους λίγους ευσεβείς Ιουδαίους, οι οποίοι ανέμεναν με ανυπομονησία τον ερχομό του Μεσσία, που είχαν προαναγγείλει οι προφήτες. Όλοι αυτοί είχαν ως όνειρο της ζωής τους να δουν το Λυτρωτή και μάλιστα εύχονταν να γεννηθεί από τις φαμίλιες τους. Ο Ιωακείμ και η Άννα βρισκόταν σε προχωρημένη ηλικία και ήταν άτεκνοι. Όμως ο Θεός άκουσε τις προσευχές τους και τους χάρισε τέκνο, και όχι το οποιοδήποτε, αλλά κόρη, Αυτή που επιλέχτηκε από το Θεό να γίνει η μητέρα του Λυτρωτή! Γι’ αυτό και την αφιέρωσαν ευθείς στο Θεό. Την ονόμασαν Μαρία, που σημαίνει Κυρία, και που έμελλε να γίνει η αληθινή Κυρία όλου του ορατού και αοράτου κόσμου. Σε ηλικία δύο ετών την οδήγησαν στο Ναό για να προστατευθεί η αγνότητά Της και να τελειωθεί από τη χάρη του Θεού. Όλα αυτά δε γινόταν τυχαία, αλλά θεία εμπνεύσει, για να προετοιμασθεί το «τίμιο δοχείο» για να κρατήσει μέσα του τη Θεότητα. Να γίνει «ηλιοστάλακτος θρόνος, καθέδρα του Βασιλέως», κατά τον ιερό υμνογράφο.
Αλλά για να αξιωθεί να γίνει μητέρα του Θεού είχε έμφυτες όλες τις αρετές, τα χαρίσματα και την αγιότητα, που ήταν απαραίτητα για τον ύψιστο ρόλο Της. Κατέστη η «κεχαριτωμένη… και ευλογημένη εν γυναιξί» από το Θεό, διότι «εύρε χάριν» από Αυτόν (Λουκ.1,28). Έγινε η «Τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Υπήρξε «μακάρια η κοιλία (Της) η βαστάσα (τον Κύριο) και μαστοί (Της) ους εθήλασε (Αυτόν)» (Λουκ.11,27). Η Ίδια μέσα στην ταπείνωσή Της διακήρυξε και προφήτεψε: «Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί, ότι εποίησε μοι μεγαλεία ο δυνατός και άγιον το όνομα αυτού» (Λουκ.1,48). Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας αποφάνθηκαν με ένα στόμα, πως η Θεοτόκος υπήρξε η σπουδαιότερη ανθρώπινη ύπαρξη. Είναι κατά τον ιερό Δαμασκηνό, η «Εκλελεγμένη» από το Θεό και η «υπήκοος» σε Αυτόν. Υπηρέτησε και «ελειτούργησε τη Τριάδι» συνεργώντας στην την οικονομία της σωτηρίας ως ουδείς άλλος άνθρωπος. Ήταν με των «αρετών περιβεβλημένη την, ευπρέπειαν και κεκοσμημένη τη του Πνεύματος χάριτι», ώστε να είναι αυτή «το κάλλος της ανθρωπίνης φύσεως», «εφ΄ ω ο δημιουργήσας ευφράνθη Θεός». Και δια τούτο ως «αξιόθεος» εκλέγεται ακριβώς «εις νύμφην Θεού και μητέρα» (Ι. Δαμασκ. Έκδ. Ορθ. Πίστεως, P.G.94).
Ήταν πιστή. Ανήκε, όπως αναφέραμε, στην κατηγορία των ελάχιστων ιουδαίων, οι οποίοι είχαν απομείνει, ως το ευλογημένο «υπόλειμμα» του σκληροτράχηλου αυτού λαού, πιστοί στις επαγγελίες και τηρητές του Νόμου του Θεού. Υπήρξε ως «κρίνον αναμέσον των ακανθών φυέν..., ρόδον εξ ακανθών των Ιουδαίων», κατά τον ιερό Δαμασκηνό (P.G.94,Α΄, 6). Την πίστη Της άντλησε από τους δύο πιστούς γονείς Της, τον ευσεβή Ιωακείμ και την ευλαβέστατη Άννα. Η θαυματουργική Της σύλληψη και γέννηση από τους υπέργηρους γονείς Της, είναι το απτό παράδειγμα της αγιότητάς Της. Είναι «μακαρία η πιστεύσασα ότι έσται τελείωσις τοις λελαλημένοις αυτή παρά Κυρίου» (Λουκ.1,45). Η ακράδαντη πίστη της είναι το αιώνιο πρότυπο πίστεως στο Θεό για κάθε άνθρωπο.
Ήταν ταπεινή. Το απέδειξε με την άμεση και χωρίς υπεκφυγές την αποδοχή Της για να γεννήσει το Σωτήρα του κόσμου, λέγοντας: «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου, ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού» (Λουκ.1,47) και «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» (Λουκ.1,38). Έγινε «θελητής του ελέους» χωρίς υπεροψία για την υπέρτατη τιμή που Της δόθηκε από το Θεό. Αλλά και κατόπιν, όταν γέννησε το Χριστό παρέμεινε ταπεινή, δεν πέρασε ποτέ από το άγιο μυαλό Της ότι ήταν διαφορετική από τους άλλους ανθρώπους. Δεν υπάρχει καμιά πληροφορία ότι είχε κάποια προτεραιότητα στη Ναζαρέτ, σε σχέση με τις άλλες γυναίκες. Το μόνο που Την ξεχώριζε ήταν αρετές Της, η καλοσύνη Της και η αγάπη Της για όλους τους ανθρώπους.
Ήταν αγνή. Και στο σώμα και προπάντων στην ψυχή Της. Παρθένος αληθινή σε ολόκληρη την ψυχοσωματική Της υπόσταση. Ο Ησαΐας είχε προφητεύσει ότι «ιδού ή παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν» (Ησ.7,14. Ματθ.1,23), προβλέποντας ότι θα είναι η μοναδική και ξεχωριστή παρθένος που θα κυοφορήσει το Λυτρωτή του κόσμου. Από έμβρυο στην ευλογημένη κοιλιά της μητέρας Της είχε αφιερωθεί στο Θεό. Σε ηλικία δύο ετών οι ευσεβείς γονείς Της, πραγματοποίησαν την υπόσχεση που είχαν δώσει στο Θεό και γι’ αυτό την παρέδωσαν στο Ναό της Ιερουσαλήμ. Η Θεία Πρόνοια οικονόμησε να προσαχθεί στο Ναό και να μείνει, σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας μας, στα Άγια των Αγίων, μέχρι τα δώδεκα χρόνια Της. Αλλά και κατόπιν, παρέμεινε αγνή και άμωμη, αφού οι ευσεβείς ιερείς του Ναού την αρραβώνιασαν με τον δίκαιο Ιωσήφ, ο οποίος σεβάστηκε απόλυτα την αγνότητά Της (Λουκ.2,5). Μάλιστα όταν πληροφορήθηκε για την κυοφορία Της, «πριν ή συνελθείν αυτούς, ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος Αγίου» (Ματθ.1,18), παραξενεύτηκε και θέλησε να την εγκαταλείψει, αφού ήταν σίγουρος για την αγνότητά Της, αφού «ουκ εγίγνωσκεν αυτήν» (Ματθ.1,25). Η Ίδια δήλωσε στον άγγελο του Ευαγγελισμού: «ότι άνδρα ου γινώσκω» (Λουκ.1,34). Ήταν λοιπόν αγνότατη όπως την ήθελε ο Θεός, για να κυοφορηθεί στα ευλογημένα σπλάχνα Της. Έτσι παρέμεινε αγνή ως αειπάρθενος στους αιώνες, όπως προφήτευσε ο Ιεζεκιήλ στην Παλαιά Διαθήκη: «η πύλη αύτη κεκλεισμένη έσται, ουκ ανοιχθήσεται, και ουδείς μη διέλθη δι’ αυτής, ότι Κύριος ο Θεός Ισραήλ εισελεύσεται δι’ αυτής, και έσται κεκλεισμένη» (Ιεζ.44,2) υποδηλώνοντας σαφέστατα την αειπαρθενία της Θεοτόκου. Αυτό διδάσκει και η αγία μας Εκκλησία. Ο ιερός Δαμασκηνός την χαρακτηρίζει ως «την όντως αγνή μετά Θεόν υπέρ άπαντας» (Ι.Δαμασκ.Γ΄,16). Ως «αγνή και φίλαγνον» (Γ΄,19), «θυγάτριον ιερώτατον, το λαθόντα πεπυρωμένα βέλη του πονηρού» (Α΄,7)! Η αγνότητά Της θα είναι και αυτή το αιώνιο και μοναδικό πρότυπο αγνότητας σε όλους τους αιώνες. Η αγνότητα είναι συνώνυμη με την Παναγία μας!
Ήταν αγία. Άγιος σημαίνει ξεχωριστός από τους άλλους ανθρώπους. Σημαίνει τον άνθρωπο ο οποίος αντλεί από τον απόλυτα άγιο Θεό αγιότητα και χάρη. Η Θεοτόκος αγιάστηκε την ευλογημένη στιγμή του ευαγγελισμού Της, όταν το Πανάγιο Πνεύμα την επισκίασε. Ο αρχάγγελος Γαβριήλ τη διαβεβαίωσε πως «Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι» (Λουκ.1,35). Πως το Πανάγιο Πνεύμα Την ανακαίνισε και την καθαγίασε για να δεχτεί στα τίμια και αγνά σπλάχνα Της τον «ευλογημένο καρπό της κοιλίας Της» (Λουκ.1,42). Η Θεοτόκος ήταν, όπως είπαμε ξεχωριστή από τον αμαρτωλό κόσμο και ζούσε στη Ναζαρέτ με τον υπέργηρο Ιωσήφ και τη φαμίλια του, ζωή αγία. Αλλά και μετά την Γέννηση του Χριστού συνέχιζε να ζει με άκρα αγιότητα. Δίκαια η Εκκλησία μας την προσονόμασε Παναγία, σε σχέση πάντα με τους ανθρώπους αγίους. Αυτή βρίσκεται στην ανώτερη βαθμίδα αγιότητας από κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά και πάνω από την αγιότητα και αυτών των αγίων αγγέλων, αφού είναι: «Τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Η αγιότητά Της είναι και αυτή το μοναδικό πρότυπο για κάθε άνθρωπο, που αποφασίζει να αγιασθεί μέσα στην Εκκλησία του Χριστού!
Ήταν ανθρώπινη. Είχε ευγενή αισθήματα. Είχε απέραντη αγάπη για όλους τους ανθρώπους. Τη βλέπουμε να μεταβαίνει «εις ορεινήν μετά σπουδής εις πόλιν Ιούδα» (Λουκ.1,39), στην εξαδέλφη Της την Ελισάβετ, για να της αναγγείλει το Μεγάλο Ευχάριστο, ότι αξιώθηκε να κυοφορήσει το Θεό. Έτρεξε να εκφράσει την απέραντη χαρά Της ότι ο Λυτρωτής, που περίμεναν έρχεται! Όταν Την εξυμνούσε η Ελισάβετ, αφού «επλήσθη Πνεύματος Αγίου», ως «ευλογημένη εν γυναιξί» (Λουκ.1,42), καθόλου δεν αντέδρασε υπεροπτικά, αλλά «συνετήρει τα ρήματα ταύτα συμβάλουσα εν τη καρδία αυτής» (Λουκ.2,18), τα έκρυβε βαθιά στην ψυχή
Της. Συμμετείχε ακόμα ως τραγική μάνα στην στα πάθη και τη σταύρωση του Υιού Της. Πόνεσε και έκλαψε, αφού πραγματοποιήθηκε η προφητεία του θεοδόχου Συμεών πως «την ψυχήν (Της) διελεύσεται ρομφαία» (Λουκ.2,3). Τη βλέπουμε επίσης μετά την Ανάσταση να ακολουθεί τις μυροφόρες στον τάφο του Κυρίου. Αργότερα να στηρίζει τους μαθητές του Χριστού. Να είναι κατόπιν το πιο επίλεκτο μέλος της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, ως την τίμια και σεπτή Της κοίμηση και την εις ουρανούς μετάστασή Της. Η ανθρωπιά Της είναι και αυτή μοναδικό αρχέτυπο, διότι Αυτή πρώτη είχε ανακτήσει το «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση»!
Η ευσεβής παράδοση αναφέρει συγκινητικότατες στιγμές από τις τελευταίες ώρες της επίγειας ζωής Της. Όπως έζησε ταπεινά και αθόρυβα, έτσι θέλησε και να φύγει αθόρυβα και ήσυχα. Δε ζήτησε πολυτέλειες και μεγαλοστομίες κατά την έξοδό Της, παρά μόνο σεμνότητα και απλότητα. Ο Υιός Της και Κύριός μας Την τίμησε με την θαυματουργική σύναξη των αγίων αποστόλων «εκ περάτων συναθροισθέντων Γεθσημανή τω χωρίω», εκτός του αγίου αποστόλου Θωμά. Αυτός έφτασε τρεις μέρες αργότερα (κατά θεία συγκατάβαση) και ζήτησε να ανοίξουν τον θεομητορικό τάφο για να προσκυνήσει και αυτός την Δέσποινα του κόσμου. Αλλά όταν άνοιξαν το τίμιο μνημείο δε βρέθηκε το πανάγιο σώμα Της, διότι ο Θεός δεν επέτρεψε αυτό το άγιο σκήνωμα που κυοφόρησε και γαλούχησε τον Δεσπότη Χριστό να παραδοθεί στη φθορά και γι’ αυτό το μετέστησε στον ουρανό, να ευφραίνεται αιωνίως κοντά στο θρόνο της μεγαλοσύνης του Θεού. Για την θαυμαστή μετάστασή Της στον ουρανό η Εκκλησία μας ομιλεί για αναστολή των φυσικών νόμων: «νενίκηνται της φύσεως οι όροι εν σοι Παρθένε Άχραντε»! Ο ιερός Δαμασκηνός αναφέρει πως αν και είναι η «πηγή της Ζωής», «προς την ζωήν δια μέσου του θανάτου μετάγεται», και ενώ «εν τω τόκω τους όρους υπερβάσα της φύσεως, νυν υποκύπτει τοις ταύτης θεσμοίς και θανάτω το ακήρατον καθυποβάλλεται σώμα» (Β΄, 10).
Η Παναγία μας συνεχίζει και μετά την εις τους ουρανούς μετάστασή Της να είναι η Μεγάλη και στοργική Μητέρα του κόσμου, όπως υπήρξε και κατά την επίγεια ζωή Της. Παραμένει εσαεί«Θησαυρὸς σωτηρίας, και πηγὴ αφθαρσίας». Ως Θεοτόκος, στέκει πολύ κοντά στο θρόνο της μεγαλοσύνης του Υιού Της και έχει παρρησία προς Αυτόν. Δέεται νυχθημερόν για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, για τη σωτηρία του κόσμου. Δέεται γι’ αυτούς που Την τιμούν και τη μεγαλύνουν, αλλά δέεται και γι’ αυτούς που Την υποτιμούν, την κακολογούν και τη βλασφημούν αδιακρίτως. Δεν υπάρχει χώρος στην καρδιά Της για μίσος και αποστροφή, αλλά οι πάντες χωρούν σε αυτή.
Μέσα στο ζόφο και τη σκοτοδίνη που μαστίζουν ανηλεώς τις ταραγμένες ψυχές μας. Μέσα «στων παθών μας τον ψυχικὸν τάραχον, καὶ τῆς ἀθυμίας τὴν ζάλην». Μέσα στην απελπισία και τα αδιέξοδά μας, που δημιουργήσαμε εμείς οι ίδιοι ως εφτασφράγιστα δεσμωτήρια, προβάλει η ολόφωτη μορφή της Παναγίας μας για να μας απαλύνει τον πόνο, να μας δώσει κουράγιο και ελπίδα, προκειμένου να συνεχίσουμε την πολυτάραχη πορεία μας στο χρόνο. Όπως η φυσική μας μητέρα παραστέκεται στα προβλήματά μας και μας χαρίζει χαμόγελο και ελπίδα από το περίσσευμα της καρδιά της, έτσι και η Μεγάλη Μητέρα του κόσμου, η Κυρία Θεοτόκος ως «έχουσα μητρικὴν παρρησίαν» κοντά στον Υιό Της, μας παραστέκει και μας βοηθά αέναα, έστω και αν δεν το αντιλαμβανόμαστε. Χαρίζει πλούσια τα ελέη των ευσπλαχνιών Της, τα οποία η Εκκλησία μας χαρακτηρίζει ως «ευσπλαχνίας την άβυσσον». Γίνεται ο ιατρός των ασθενούντων, καθ’ ότι «των ιαμάτων το δαψιλές επιχέει». Δίνει χαρά στους θλιμμένους Αυτή, που είναι «η της χαράς δεξαμένη το πλήρωμα (και) της αμαρτίας την λύπην εξαφανίσασα» και «της ευφροσύνης, η γεννήσασα τον αίτιον». Δίνει ελπίδα και στήριγμα στους απελπισμένους της ζωής, «η των απελπισμένων μόνη ελπίς και των πολεμουμένων βοήθεια». Δίνει ειρήνη στους κατατρεγμένους «την ειρήνην την πάντα νουν υπερέχουσαν». Δίνει γαλήνη στους ταραγμένους, η «τον αρχηγόν της γαλήνης, τον Χριστόν εκύησεν». Γίνεται το ασφαλές λιμάνι στους ναυαγούς της ζωής ως ο μοναδικός «λιμήν και προστασία των (εν Αυτή) προσφευγόντων». Φωτίζει τον δρόμο όσων έχουν σκοτισμένη διάνοια, ως «το ζοφερόν της αγνοίας διώκουσα». Είναι για τους φτωχούς η «της εὐεργεσίας ο πλούτος» και ο αέναος χορηγός, διά του Θεού, όλων των «επιούσιων» αγαθών. Είναι, καταλήγοντας, η γλυκιά νοητή μορφή στα νανουρίσματα των βρεφών, η οποία, μέσα από τα γλυκόλογα λόγια των ορθοδόξων μητέρων, καλείται να τα συντροφεύει στον απαλό τους ύπνο! Η Παναγία μας δε λείπει, για μας τους ορθοδόξους, από καμιά πτυχή της ζωής μας!
Υμνούμε λοιπόν και μεγαλύνουμε «συν ασωμάτοις χορείαις» Την Παναγία Μητέρα του Κυρίου μας, δικαίως και αληθώς. Την ευχαριστούμε γιατί έγινε το ευλογημένο μέσον της σωτηρίας μας και η νοητή γέφυρα, η οποία μας ένωσε για πάντα με το Θεό. Την ευγνωμονούμε, γιατί αποτελεί το αιώνιο παράδειγμα και το πρότυπο της αγιότητας και της αγνότητας για κάθε ανθρώπινη ψυχή. Την υψώνουμε, διότι ο υπέρτατος ρόλος Της ως Θεοτόκος, αγίασε την ανθρώπινη φύση μας, και έγινε πρόξενος της ένωσής της με το Δημιουργό της. Την παρακαλούμε, τέλος, με δάκρυα στα μάτια να είναι αεί: «Πάντων θλιβομένων η χαρά, και αδικουμένων προστάτις, και πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις, και βακτηρία τυφλών, ασθενούντων επίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη και αντίληψις, και ορφανών βοηθός,…»! Έχουμε απόλυτη ανάγκη τη βοήθειά Της, και τρέφουμε τη βεβαιότητα, ότι με τη δική Της υψηλή αρωγή, η τραχιά πορεία της ζωής μας, μπορεί να γίνει «ευθεία», να παραμερισθούν τα νοητά «αγκάθια και τριβόλια» και να εξουδετερωθούν οι «παγίδες», που μας την κάνουν δύσβατη και αδιέξοδη! Χάρις σ’ Αυτήν ο δρόμος για τον ουρανό είναι πια διάπλατα ανοικτός! «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου