Πέμπτη 22 Μαρτίου 2018

Απόψεις για τον Ακάθιστο ύμνο


web statistics


επιμέλεια:πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου
Ιδιαίτερη είναι η αγάπη και ξεχωριστός ο σεβασμός, με τον οποίο το σύνολο των πιστών περιβάλλει την Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου. Αγάπη και σεβασμός που πηγάζουν και εμπνέονται από το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται η Ακολουθία, από την εκφραστικότητα και τον πλούτο των κειμένων, από το μελωδικό ένδυμα των λόγων. Αγάπη και σεβασμός που εκδηλώνονται με την ευλαβή παρουσία και ενεργό συμμετοχή στην Ακολουθία των «πιστώς προσκυνούντων και δοξαζόντων» Χριστιανών, τα απογεύματα της Παρασκευής καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Ο Ακάθιστος ύμνος χαρακτηρίζεται ως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, γραμμένο πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και μερικώς της ομοιοκαταληξίας. Η γλώσσα του ύμνου είναι σοβαρή και ρέουσα, γεμάτη από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα. Έτσι η εξωτερική του μορφή παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία και ωραιότητα, που συναγωνίζεται το βαθύ του περιεχόμενο.
Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον πλούτο του λόγου, την ύπαρξη σχημάτων, την ποιητικότητα ορισμένων στίχων και προπαντός το υψηλό περιεχόμενο του ύμνου, που εξυμνεί την ενανθρώπιση του Θεού δια της Παναγίας Θεοτόκου. Είναι αλλεπάλληλες οι εκφράσεις χαράς, αγαλλιάσεως και λυτρώσεως που δίνουν ενθουσιαστικό τόνο στον ύμνο.
Το γεγονός δε ότι απ’ όλα τα κοντάκια μόνο αυτό είναι σήμερα σε χρήση στην λατρεία της Εκκλησίας μας δείχνει την δύναμη και την εντύπωση που έκανε και εξακολουθεί να κάνει στους πιστούς
«Ο Ακάθιστος ύμνος έγινε ο εμβληματικός ύμνος του Βυζαντίου, κάτι σαν άτυπος εθνικός ύμνος και αργότερα έγινε ο πιο αγαπητός ύμνος όλων των Ορθοδόξων…Η αξία του είναι λογοτεχνική, αφού πρόκειται για ένα υπέροχο ποιητικό κείμενο, από το οποίο προήλθαν πολλές από τις θεοπρεπείς ονομασίες της Παναγίας, που συναντάμε στα θεόπνευστα τροπάρια και στις άγιες εικόνες της.Η σημασία του είναι θεολογική, διότι συνδέει την θαυματουργική γέννηση του Χριστού «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου», με την θαυματουργική Ανάστασή Του …Αλλά κυρίως η σημασία του ύμνου είναι υπαρξιακή, γιατί τον εγκολπώθηκαν τόσες αναρίθμητες γενεές ανθρώπων ανά τους αιώνες και είδαν μέσα από αυτόν την Παναγία ως Μητέρα διαχρονική όλων μας, η οποία με την αδιάλειπτη και αμέτρητη αγάπη Της δέεται πάντα στον Χριστό να μας βοηθήσει σε κάθε δυσκολία ,πειρασμό ή δοκιμασία.Με άλλα λόγια ο «Ακάθιστος» συνδέεται με το νόημα της ζωής ως αγώνα κατά των δυσκολιών. Δηλαδή μας θυμίζει πως δεν είμαστε ποτέ μόνοι μας, γιατί η Παναγία είναι πάντα κοντά μας ,δέεται υπερ. ημών στον Υιό και Θεό Της και Εκείνος ανταποκρίνεται με την θεία βοήθειά Του…»
(Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος)

---------------------------------------------------------------------------------------
Ο Ακάθιστος Ύμνος είναι έργο ποιητικό, στο οποίο το φραστικό κάλλος και η έντεχνη παρουσίαση σπουδαίων γεγονότων μέσα από ένα κομψό στίχο, αμιλλώνται το θεολογικό βάθος. Στον Ακάθιστο Ύμνο, συμπυκνώνεται άριστα η ορθόδοξη Παράδοση, προβάλλεται το δόγμα της πίστεως, πάλλεται η ευσέβεια της Εκκλησίας, ανακλάται το μυστικό ασκητικό ήθος της, φανερώνεται η γλυκύτητα του προσώπου της Θεομήτορος και συγκλονίζεται η λατρεύουσα ψυχή της Ορθοδοξίας.
«Ο Ακάθιστος Ύμνος μοιάζει με πολυχεύμονα ποταμό, που πηγάζει από την αρχαία κοίτη της παραδόσεως και διαποτίζει ολόκληρη την υπόσταση του Χριστιανισμού. Μας ταξιδεύει νοερά στη συνοικία των Βλαχερνών, στο περικαλλή ναό της Θεοτόκου, εκείνο το αυγουστιάτικο βράδυ. Μας προκαλεί να ψάλλουμε μαζί με τους ταλαιπωρημένους κατοίκους της Πόλης, το «τη Υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…»,υπενθυμίζοντάς μας έτσι, την ιερή και άρρηκτη σύζευξη πίστης και πατρίδας και πως η Μητέρα του Θεού είναι προστάτιδα, οδηγήτρια και ελευθερώτρια κάθε πονεμένου και δοκιμαζόμενου λαού που πλήττεται από την αδικία και τα συμφέροντα των ισχυρών. Ας γίνει και για την ημικατεχόμενή μας πατρίδα , παρηγοριά και ελπίδα για κάθε πρόσφυγα που πονά, για κάθε μάνα που περιμένει, για κάθε εγκλωβισμένο που σβήνει, για να ψάλλουμε ελεύθερα σ’ αυτήν το «χαίρε νύμφη ανύμφευτε…».
Ο  Ύμνος ψάλλεται και σήμερα ακόμη με την ίδια πάντα ευλάβεια προς την Παναγία Θεοτόκο, Μητέρα όλων των Ορθοδόξων χριστιανών, γιατί στην κάθε δύσκολη στιγμή της προσωπικής ζωής μας, ή και ολόκληρου του Έθνους μας, την Παναγία έχουμε τείχος και οχύρωμα, σκέπη και κραταίωμα, να μας φυλάγει και να μας προστατεύει από τους ορατούς και αόρατους εχθρούς μας.)(Μ.Σιδηράς-θεολόγος)
 «Τις Έλλην δεν ακούει κατ’ έτος μετά κατανύξεως βαθείας τους χαιρετισμούς εκείνους, εν οις η ζωηροτέρα φαντασία και η ευλαβεστέρα αγάπη επεσώρευσαν όλας τας δυνατάς διαδηλώσεις της αφοσιώσεως προς την σώτειραν του έθνους ημών, και της βασιλείας, και της εκκλησίας;» Κ. Παπαρηγόπουλος.
Ο Ακάθιστος Υμνος χαρακτηρίζεται ως ένα από τα αριστουργήματα της βυζαντινής υμνογραφίας. Η γλώσσα του είναι πλούσια, ρέουσα, σοβαρή, αλλά ποιητική και ενθουσιώδης. Με καλλιέπεια, γλαφυρότητα και πλήθος καλολογικών στοιχείων, εξυμνεί την ενανθρώπιση του Θεού δια της Παναγίας Θεοτόκου.
Ο Ακάθιστος Ύμνος είναι οντολογικά συνυφασμένος με την Μητέρα Αγία Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και, όπως εύγλωττα γράφει ο αοίδιμος Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος Μελίτων, «και αυτή, μέσα εις την διαδρομήν της ιστορίας, είναι ένας πραγματικός Ακάθιστος Ύμνος, ένας ύμνος Ορθός, που κρατά την ευσέβειαν της πίστεώς μας και την αξιοπρέπειαν και την τιμήν του γένους μας».
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Φλωρίνης κυρός Αυγουστίνος έλεγε:
«Υπάρχουν, αγαπητοί μου, έργα τέχνης που θαυμάζουν οι αιώνες, όπως είναι π.χ. ο Παρθενών στην Ακρόπολι των Αθηνών. Όσον αφορά όμως στη θρησκεία των πατέρων μας, στην πίστη μας, έργο τέχνης άφθαστο είναι ο Ακάθιστος ύμνος. Είναι ανώτερος από το καλλιτέχνημα του Παρθενώνος. Διότι εκείνος μεν, παρ’ όλες τις προσπάθειες των ειδικών, υφίσταται φθορά, ενώ ο Ακάθιστος ύμνος, ως πνευματικό δημιούργημα, παραμένει αθάνατος. Ψάλλεται απόψε και εδώ στην πατρίδα μας, και στο Βελιγράδι, και στη Σόφια, και στο Βουκουρέστι, και στο Στάλινγκραντ, και στη Μόσχα, οπουδήποτε υπάρχουν Χριστιανοί ορθόδοξοι. Και εφ’ όσον θα υπάρχει ήλιος και θ’ ανατέλλουν τ’ αστέρια και θα θάλλουν τα δέντρα και θα ρέουν οι ποταμοί, ο ύμνος αυτός δεν θα παύση να συγκινή τις ψυχές των ορθοδόξων. Αριστούργημα είναι, Παρθενών του πνεύματος»
----------------------------------------------------------------------------------
 «Το τολμηρό ποιητικό εγχείρημα της θεολογικής σύνθεσης του Ακαθίστου Ύμνου συνιστά κατεξοχήν διαχρονικό παράδειγμα δυναμικής του δόγματος της Εκκλησίας, το οποίο δεν είναι μουσειακό αντικείμενο διαφυλάξεως, θεολογικής μελέτης, και μεταπρατικής χρήσεως της πατερικής και συνοδικής παραδόσεως, αλλά ζωντανός λόγος απευθυνόμενος στον άνθρωπο κάθε εποχής και με εφαρμογή στον καθημερινό βίο».( Αρχιμανδρίτης Αγαθάγγελος Σίσκος, βιβλιοφύλακας των Πατριαρχείων.-Απόσπασμα ομιλίας στην Παναγία των Βλαχερνών 10-3-2018)
Οι ιστορικοί και οι κριτικοί της λογοτεχνίας αναγνωρίζουν ομόφωνα στο ποίημα μια από τις μεγαλύτερες εκφράσεις της ποιητικής τέχνης.
Ο Κωνσταντίνος Παπαρηγόπουλος το χαρακτήρισε « ως προϊόν της ζωηροτέρας φαντασίας και της ευλαβεστέρας αγάπης».
Ο καθηγητής Γρ. Παπαμιχαήλ τονίζει την εξαιρετική θέση του ύμνου στην Ελληνική Υμνογραφία και υπογραμμίζει την πλαστικότητα του κειμένου, την τεχνικότατη μεγαληγορία, την μουσικότητα και ζωγραφικότητά του.
Ο Καθηγητής Θ.Δετοράκης έγραψε:«Είπαν ότι η μόνη αληθινή ποίηση είναι η θρησκευτική.Αν αυτό είναι αλήθεια,τότε ο Ακάθιστος Ύμνος είναι η ωραιότερη απόδειξη.Είναι ένα αληθινό ποίημα, στο οποίο συνυπάρχουν όλα τα στοιχεία της μεγάλης τέχνης,δύναμη στην έκφραση,τόλμη στις παρομοιώσεις ,τέλεια στιχουργική αρμονία και πάνω από όλα μια σπάνια ποιητική σύλληψη.Έχουμε ένα τέλειο ποιητικό δημιούργημα ,στο οποίο η χάρη και η αρμονία της μορφής συναγωνίζονται την ειλικρίνεια του αισθήματος και το ύψος του θρησκευτικού ενθουσιασμού.
Ο καθηγητής Ν.Τωμαδάκης θεωρεί ότι η μεγάλη αξία του Ακαθίστου έγκειται στο γεγονός «ότι αναφέρεται εις μίαν ανάγκην του ανθρώπου να δοξολογήσει,να εξυψώσει το θείον και δή την ενανθρώπισιν του Κυρίου δια της Θεοτόκου.Αυτή η αλλεπάλληλος επίκλησις της χαράς, της αγαλιάσεως, της λυτρώσεως , η οποία κατασκεπάζει και αυτάς τας επικλήσεις προς σωτηρίαν από κινδύνων,προσδίδει ενθουσιώντα τόνον εις τον ύμνον και αντιστοιχεί προς την εαρινήν διάθεσιν του ανθρώπου και δή του γυναικείου κόσμου…».
Ο καθηγητής Θ.Ξύδης έγραψε: «Ο Ακάθιστος είναι ο ωραιότερος, ο βαθύτερος, ο αρχαιότερος παρθενικός ύμνος ολόκληρης της χριστιανικής φιλολογίας. Η ψυχή του αναγνώστη ή του ακροατή δέχεται τα σκιρτήματα της θείας αγγελίας, το παραμύθιο της μητρικής παρηγορίας, τη γαλήνη της αδελφικής στοργής. Ο λόγος του κατορθώνει να δημιουργήσει υψιπετή πορεία, ενώνοντας την ψυχή του πιστού σε κοινωνία και θέση με το Θεό. Ο λόγος ... είναι σαν ενιαίος και σαν οξύτατα μονότροπος ήχος. Είναι, όμως, κάτι το αδιόρατο, που ξυπνά μέσα μας όλη η μουσική μας μνήμη. Ένας μουσικός ψιθυρισμός, που διαρκεί αλλά δεν ξεκουράζει ... η τέτοιου είδους πλήρωση του Ακαθίστου ύμνου στο απόφθεγμα. Αγγίζει το τέλος του αισθήματος. Το τέλος της σκέψεως. Εκεί που αρχίζει η σιωπή, ένας αντίλαλος απόμακρος δένει τη σιγή με την ακοή μας.  
…Η κάθε λέξη του Ακάθιστου φέρνει το πνευματικό περιεχόμενο που της ταιριάζει, θαρρείς, και που σε καμιά ίσως άλλη λέξη δεν προσιδιάζει. Έτσι, η κάθε λέξη, από την κοινή ομιλία ανάγεται προς την ποιητική γλώσσα, από την ακουστική της ύλη προς τη σημασιολογικής της εξαΰλωση.
Ο αυτοδίδακτος λαός τον Ακάθιστο τον έζησε στους αιώνες, μέσα στην κατανυκτική, την απλή ψαλτική, τη γεμάτη δραματικό τόνο. Το ύφος του Ακάθιστου είναι σύγχρονα και θρησκευτική ουσία. Η δύναμη της συνήθειας έφερε τον λαό πλησιέστερα προς τον Ακάθιστο, και η επιβολή της παραδόσεως που εδημιούργησε δεν είναι ποτέ καταθλιπτική για αυτόν. Ο μυστικισμός του ενίκησε την τυπολατρία. Πέρα από την επαναληπτική εκείνη αποστήθιση, η λαϊκή ψυχή απλώνει το δέος της και προσεγγίζει έτσι τα δυσκολονόητα σημεία του μελωδού. Το εκκλησιαστικό άσμα γίνεται δημοτικότερο με τις άφθονες παρατηρήσεις της ζωής, με την τάση απομακρύνσεως από την καθημερινότητα, με τις λογής επιρροές που κάνουν αντιδιαστολή του παραδομένου και του καινοφανούς, με το ότι έχει δέκτη τον λαό, κι ακόμα με το ότι κάποτε παραμυθεί τη συντριμμένη ψυχή.
Στον Ακάθιστο η κάθε λέξη του ποιήματος αποβαίνει λέξη του Υψίστου, παίρνει τη μαγική πλαστικότητα του θρησκευτικού, που σπρώχνει τον λόγο προς το ύψος, με την ποιητική μεγαλοδωρία που φτάνει έως τους πολλούς, που ζούσαν τότε που γράφτηκε ο Ακάθιστος, ακόμα και σήμερα που απομακρυνθήκαμε από τον χρόνο της συγγραφής του. Ο θρησκευτικός και ο αισθητικός παράγοντας αδελφωμένοι, παίζουν τον αποφασιστικότερο ρόλο στην περίπτωση του Ακάθιστου.»
Ο Ευάγγελος Παπανούτσος στην «Αισθητική» του εξαίρει τη γλώσσα του Ακάθιστου και τη θεωρεί εξόχως μουσική, ενώ τον ίδιο τον ύμνο τον χαρακτηρίζει «ποιητικότατο χριστιανικό επίνικο». Για τον πρώτο στίχο του προοιμίου γράφει ότι αυτός σε στενή συνάρτηση με το νόημά του δίνει στο εγκώμιο το χρώμα του πανηγυρισμού που έρχεται σαν ορμητικό ξέσπασμα έπειτα από δεινή αγωνία.

Νεοέλληνες ποιητές και λογοτέχνες
Το «χαῖρε» του Ακάθιστου απαντάται και στους νεοέλληνες ποιητές. Επαναλαμβάνεται σε ποιήματα θρησκευτικά και σε μη θρησκευτικά σημαίνει οπωσδήποτε κάποια μακρινή απήχηση από αυτόν. Το βρίσκουμε λοιπόν στο ποίημα «Ο Φιλόπατρις» του Α. Κάλβου, στον «Ὕμνο εἰς τήν ἐλευθερίαν» του Δ. Σολωμού, στο «Εἰς Μοναχήν», και σε ιταλικά ποιήματά του.
Οι νεοέλληνες ποιητές εκφράζουν στα αφιερωμένα στη χάρη της Παναγίας ποιήματα μια τρυφερότητα και μια υιική αναζήτηση θαλπωρής. Ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος σημειώνει ότι ο ποιητής εξαντλεί τον οίστρο της λυρικής φαντασίας στην επίκληση της Παρθένου…Είναι ένα παραπονεμένο παιδί, που αναζητεί το θάλπος της μητρικής αγκαλιάς.
Ο Παπαδιαμάντης, που αφιέρωσε και ο ίδιος ποιήματα στην Παρθένο, στην «Εφημερίδα» στις 9 Απριλίου 1888 γράφει για τον Ακάθιστο: «Ἐν τῷ προκειμένω ὕμνῳ ἀπαντῶσι καί ἐμπνεύσεις ἀκραφνεστάτης ποιήσεως... Ἡ δι’ ὅλου τοῦ ποιήματος διήκουσα ἰδέα εἶναι ἡ ὑπεροχή τῆς θείας Σοφίας ἀπέναντι τῶν προσπαθειῶν τῆς ἀνθρωπίνης διανοίας πρός εὕρεσιν τῆς ἀληθείας καί ἡ προσκύνησις τῆς Παναγίας…» Ας μη ξεχνάμε ότι ο Παπαδιαμάντης έχει και υμνογραφική δημιουργία και επομένως είναι πολύ κοντά στην ατμόσφαιρα της εκκλησιαστικής υμνογραφίας
Αλλά και ο Παλαμάς επηρεάστηκε πολύ από τον Ακάθιστο. Σε άρθρα του στο “Εμπρός” του 1918 αναφέρει ότι “ὁ Ἀκάθιστος ἐξεγείρει ἐντός ἡμῶν ἱεράς ὁμοῦ καί ἱλαράς ἀναμνήσεις καί συγκινήσεις” , τον αποκαλεί “γνήσιον βυζαντινόν ποίημα” και τον χαρακτηρίζει “τέλειον μωσαϊκόν, ἀπαρτισθέν ἀπό ψηφίδας παντός εἴδους, περιμαζευμένας πανταχόθεν. Εἶναι κατόρθωμα δογματικόν μαζί καί πανηγυρικόν”. Από τον Ακάθιστο ο Παλαμάς πρέπει να εμπνεύστηκε και τη μορφή της Παναγίας που παίζει σημαντικό ρόλο στην ποίησή του. Στον “Δωδεκάλογο του Γύφτου”, πανανθρώπινο κήρυγμα, το όραμα της Παναγίας δείχνει τη μεταπλαστική της δύναμη στη νέα θρησκεία, ενώ στη “Φλογέρα του Βασιλιά”, όπου ιστορείται η ζωή του Βυζαντίου και αντικατοπτρίζεται η ψυχή του ποιητή στην προσήλωσή της στην ελληνική εθνότητα, η Παναγία συνενώνει τον θρησκευτικό ευαγγελισμό. Στον τέταρτο λόγο της τελευταίας αυτής ποιητικής συλλογής, εισάγεται η Παναγία η Αθηνιώτισσα και μεταφέρεται ένα κοντάκιο της ακολουθίας του Ακάθιστου, ενώ στον όγδοο λόγο υπάρχει η ευαγγελική αναφώνηση “Χαίρε Χαριτωμένη”, μετοχή που υπάρχει στον Ακάθιστο στον παρακείμενο. Επίσης στον δέκατο λόγο, ανάμεσα σε πολλά ονόματα της Παναγίας είναι και η “Ακάθιστη” και υπάρχουν και πολλές άλλες ομοιότητες και αναφορές.
Τέτοιες αναφορές υπάρχουν επίσης και στον Α. Σικελιανό, όπως στον “Πρόλογο στη Ζωή”, όπου το τμήμα Η “Μάνα του γιου του Ανθρώπου” είναι αφιερωμένο στην Παναγία και θυμίζει τον τελευταίο οίκο Ω του Ακάθιστου, όπως και χαρακτηρισμοί από αυτόν. Επίσης αναφορές υπάρχουν και στη “Μητέρα του Θεού”, στο “Πάσχα των Ελλήνων” κ.α. . 231

Ο  καθηγητής Σωτήρης Μητραλέξης
(Ο Σωτήρης Μητραλέξης είναι Seeger Fellow στο Πανεπιστήμιο του Princeton, ερευνητικός εταίρος στο Πανεπιστήμιο του Winchester και επίκουρος καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Πόλεως, Κωνσταντινούπολη (Istanbul Şehir University - ερευνητική άδεια). Από τον Ιανουάριο έως τον Μάϊο του 2017 διετέλεσε επισκέπτης εταίρος στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και ερευνητικός συνεργάτης στο κολλέγιο Peterhouse

Πρωτ’ απ’ όλα, ο Ακάθιστος έχει καθαρά θεατρική δομή, και μάλιστα εξόχως χαριτωμένη (με το έτυμον της λέξεως), αφηγείται μια ιστορία -της οποίας τους διαλόγους παραθέτει αυτούσιους: στην πρώτη πράξη, ο αρχάγγελος Γαβριήλ επισκέπτεται την Θεοτόκο∙ και μόλις την αντικρύζει, αρχίζει το εγκώμιο:
Χαῖρε, δι’ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει! Χαῖρε, δι’ ἧς ἡ ἀρὰ (=κατάρα) ἐκλείψει
και λοιπά και λοιπά. Ακολουθεί στιχομυθία της Θεοτόκου με τον Γαβριήλ, και μετά είσερχόμαστε στην δεύτερη πράξη: η Θεοτόκος επισκέπτεται την συγγενή της Ελισάβετ, την σύζυγο του Ζαχαρίου και μητέρα του Προδρόμου. Ο Πρόδρομος, έμβρυο στην μήτρα της Ελισάβετ, αντιλαμβάνεται ότι η Θεοτόκος εγκυμονεί τον Χριστό και «ἅλμασιν ὡς ἄσμασιν» (χοροπηδώντας στην μήτρα αντί για να φωνάξει, γιατί που να φωνάξει το έμβρυο) 1, αρχίζει:
Χαίρε […]! Χαίρε […]!
και λοιπά. Ακολουθεί ένα μικρό επεισόδιο με τον Ιωσήφ, τον σύζυγο της Μαρίας, ο οποίος όσο να’ναι έχει αρχικά τις αμφιβολίες του 2, και μπαίνουμε στην τρίτη πράξη της ιστορίας μας: οι ποιμένες, οι βοσκοί, μαθαίνουν για το γεγονός της ενσαρκώσεως 3 και αρχίζουν την δοξολογία τους προς την Θεοτόκο με λεξιλόγιο που προκύπτει από τα… ζητήματα του επαγγελματικού τους κλάδου:
Χαῖρε, ἁμνοῦ καὶ ποιμένος μήτηρ∙ χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων 
Στην τέταρτη πράξη, μαθαίνουν διά του αστέρος τα νέα οι Μάγοι και αρχίζουν τους Χαιρετισμούς τους∙ ακολουθούν και άλλες πράξεις, και δεν έχουμε καν μπεί στην τρίτη από τις τέσσερις στάσεις του Ακαθίστου, βρισκόμαστε ακόμα στις δύο πρώτες…
Πρόκειται, σαφώς, περί κειμένου θεατρικού. Βέβαια, οι «Χαιρετισμοί», τα «Χαίρε […]! Χαίρε […]!» προφανώς δεν ανήκουν μόνον στα πρόσωπα της ιστορίας που αφηγείται ο Ακάθιστος, στον Αρχάγγελο, στους Ποιμένες, στους Μάγους κ.λπ., αλλά ταυτόχρονα [η πρωτίστως] στους μετέχοντες στην Ακολουθία πιστούς, την Παρασκευή στην εκκλησία, οι οποίοι τα κραυγάζουν ως δρώντα πρόσωπα του δράματος διά του Πρεσβυτέρου τους.
Η θεατρική αμεσότητα των Χαιρετισμών δεν εξαντλείται στα «Χαίρε […]! Χαίρε […]!» που ψάλλει ο λαός της Εκκλησίας, αλλά βρίσκεται και σε άλλα σημεία του κειμένου, όπου τα συναντάμε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που θα τα συναντούσαμε σε ένα θεατρικό κείμενο η κινηματογραφικό σενάριο, και δη με κλιμάκωση: ρωτά η Θεοτόκος τον Αρχάγγελο:
-Ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως τὴν κύησιν πῶς λέγεις;
-Ἐκ λαγόνων ἁγνῶν υἱὸν πῶς ἐστι τεχθῆναι δυνατόν; Λέξον μοι!
Πέρα από την θεατρικότητα, το κείμενο του Ακαθίστου καθορίζεται από τον πανταχού παρόντα ρυθμό του: ολόκληρο το κείμενο διαρθρώνεται γύρω από το εξής επαναλαμβανόμενο μοτίβο: αφ’ ενός (α) την αλληλουχία των πολλών ζευγών ισόποσων στίχων σε κάθε χαιρετισμό/εγκώμιο,
Χαῖρε, τὸ φῶς ἀρρήτως γεννήσασα∙ χαῖρε, τὸ πῶς μηδένα διδάξασα
κ.λ.π., και αφ’ ετέρου (β) την εναλλαγή του ακροτελεύτιου σε κάθε χαιρετισμό «Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε» με το «Ἀλληλούϊα» που κάθε φορά έπεται στο κείμενο. Το ζήτημα βέβαια δεν είναι απλώς το αν υφίσταται ισορροπία και ρυθμός σε ένα κείμενο, αλλά το με πόση μαεστρία πραγματώνονται αυτά. Μιά ανάγνωση του Ακαθίστου θα σας πείσει…
Προσέξτε τώρα την μουσικότητα του κειμένου: απλώς διαβάστε αργά, ρυθμικά και δυνατά το ακόλουθο απόσπασμα-παράδειγμα:
Βλέπουσα ἡ Ἁγία ἑαυτὴν ἐν ἀγνείᾳ, φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως∙
(τονισμένη-άτονη:) – ∪ ∪ ∪ ∪ – ∪ ∪ ∪ – ∪ ∪ – ∪ ∪ – ∪ ∪ ∪ – ∪ ∪ – ∪
Όπερ έδει δείξαι.
Ας προχωρήσουμε στις ποιητικές αρετές του κειμένου, στην καθ’ εαυτήν ποιητική του γλαφυρότητα, μέσω ελάχιστων παραδειγμάτων, σχεδόν τυχαίων μέσα στον κυκεώνα των διατυπώσεων-επιτευγμάτων:
Χαῖρε, δι’ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις∙ χαῖρε, δι’ ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.
Καί μόνον αυτόν τον στίχο να αποσπάσει κανείς, αντιλαμβάνεται το κατόρθωμα της εκφραστικής. Πως να τον σχολιάσει κανείς χωρίς να τον μαγαρίσει…
Επόμενο:
Καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νυδήν,/ ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν / ἅπασι, τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν.
Το αποδίδω στην τρέχουσα μορφή της γλώσσας για τις ανάγκες όσων έμαθαν ελληνικά επί υπουργίας Διαμαντοπούλου: «και υπέδειξε την εύφορη μήτρα της (νυδής=μήτρα) ως χωράφι καλό για όλους, όσοι επιθυμούν να θερίσουν την σωτηρία». Το «νυδήν» ακολουθείται από την ομοιοκαταληξία «ως αγρόν υπέδειξεν ηδύν», η οποία όμως συμπαρασύρει και το περιεχόμενο των στίχων, το νόημα, αφού την χρήση της έννοιας του αγρού ακολουθεί η έννοια του θερισμού, του θερισμού της σωτηρίας όμως. Σε όλο τον Ακάθιστο παρατηρείται τέλεια χρήση των εκφραστικών τρόπων της γλώσσας: εδώ θα μνημονεύσουμε την ευστοχότατη κρίση του Κώστα Ζουράρι, ο οποίος διαβεβαιώνει ότι τα τρία σημαντικότερα και τελειώτερα ποιήματα της ελληνικής γλώσσας είναι η Ιλιάδα, ο Ακάθιστος Ύμνος και ο Ερωτόκριτος.
5 Ενίοτε έχω την αίσθηση ότι κάποιες ομοιοκαταληξίες έχουν επιλεγεί ακριβώς για να προξενήσουν ένα χαμόγελο λόγω μιάς ζυγισμένης υπερβολής τους, στα πλαίσια του κατά τη γνώμη μου σκόπιμου και υπαρκτού λεπτοτάτου χιούμορ σε μερικά (μάλλον λίγα) σημεία του κειμένου: «μέλλοντος Συμεῶνος τοῦ παρόντος αἰῶνος μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος…». Αλλού η ομοιοκαταληξία «δένει» εκθαμβωτικά με το περιεχόμενο του στίχου, σε σχήμα θέσης-άρσης (ή συναμφότερου):
Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα∙ χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.
Παράλληλα, το κείμενο βρίθει συνειρμικών εικόνων σπάνιας μαεστρίας: «ρήτορας πολυφθόγγους ὡς ἰχθύας ἀφώνους ὁρῶμεν ἐπὶ σοί, Θεοτόκε» κλπ. Όλα αυτά τα αποσπάσματα χάνουν μεγάλο κομμάτι από την αίγλη τους όταν παρατίθενται αποκομμένα από την ενότητα του κειμένου, από τον ρυθμό του, την θεατρικότητά του και την ισορροπία του: ενταγμένα όμως στην ολότητά του σε κάνουν, πραγματικά, να παλαβώνεις.
Να σημειωθεί ότι ο Ακάθιστος χωρίζεται σε 24 «οίκους» (στροφές), ο καθείς εκ των οποίων ξεκινά με ένα γράμμα του αλφαβήτου 6: δηλαδή, όλα αυτά τα γλωσσικά επιτεύγματα που αναφέραμε καταφέρνουν και ανθούν μέσα στον (φαινομενικό) νάρθηκα της υποχρεωτικής έναρξης κάθε οίκου-στροφής από το επόμενο γράμμα του αλφαβήτου!
Είπαμε ότι θα εξετάσουμε τον Ακάθιστο μόνον ως λογοτεχνικό/θεατρικό κείμενο. Δεν θα μιλήσουμε για το πως θεολογεί αυτό το κείμενο, σε τι βάθος και με πόση ομορφιά. Επιτρέψτε μου όμως να ενδώσω στον πειρασμό και να παραθέσω ένα μόνο ψήγμα, το πως εικονογραφεί ότι «παρήλθεν η κατάρα του Νόμου»:
Χάριν δοῦναι θελήσας ὀφλημάτων ἀρχαίων ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων, ἐπεδήμησε δι’ ἑαυτοῦ πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ χάριτος∙ καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον, ἀκούει παρὰ πάντων οὔτως∙ Ἀλληλούϊα!
Τι εικόνα: γράφονται και καταγράφονται τα «οφλήματα» των ανθρώπων, από τα πλέον αρχαία χρόνια, διαρκώς: και ξαφνικά, Εκείνος απλώς -απλούστατα- «σχίζει το χειρόγραφο». Η Θεολογία ως Ομορφιά!
Ο θαυμασμός που προκαλεί αυτό το αριστουργηματικό κείμενο και ως κείμενο μόνον, ο Ακάθιστος Ύμνος, δύναται να καταστήσει τούτο ‘δω το άρθρο σχοινοτενέστατο και πάνυ ουρανομήκες, γι’ αυτό συγκρατούμαι και καταλήγω κάπου εδώ. Δεν μπορώ όμως να μην διερωτηθώ: δεν είναι πραγματικά κρίμα να διαβάζεται τέτοιο αριστούργημα σε μια εκκλησία δίπλα σου, στη γειτονιά σου, να ψάλλεται και να απαγγέλεται ένα κείμενο ζωντανό 7 που αποπνέει τόση ομορφιά και δωρίζει τέτοια αγαλλίαση στην καρδιά σου από το κάλλος του και μόνο, και εσύ να απέχεις λόγω της βλακώδους αναγωγής «εκκλησία=σκοταδισμός, μεσαίωνας, συντηρητισμός» η λόγω ανεξηγήτου πλην μείζονος πληξάρας; Είναι δυνατόν να λείπεις, να μην είσαι εκεί, ασχέτως της σχέσης σου με το εκκλησιαστικό γεγονός; Πόσω δε μάλλον αν καμώνεσαι ότι ασχολείσαι έστω και λίγο με το κάλλος των γραμμάτων η της Τέχνης…
Νεώτεροι υμνητές του Ακαθίστου Ύμνου.
Μάρω Σιδέρη (Θεολόγος-ιστορικός)
Ο Ακάθιστος Ύμνος, γράφτηκε ως έκφραση ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας (ναι, κάποτε οι άνθρωποι έλεγαν κι ευχαριστώ),  μα γράφτηκε στα μέτρα του επιβλητικού ναού της του Θεού Σοφίας…   Ο ακάθιστος είναι ένας υπέροχος ύμνος αφιερωμένος στην Κυρά της Πόλης… ύμνος προσαρμοσμένος στα μέτρα ενός επιβλητικού, τεράστιου Ναού… ύμνος τραγουδισμένος από ανθρώπους που μιλούσαν με τον Ουρανό, που δέχονταν τη βοήθεια του και ευγνωμονούσαν αψηφώντας τη βολή ενός καθίσματος που επιτρέπει στο σώμα να δειλιάζει… πώς το έλεγε αιώνες αργότερα ο Κολοκοτρώνης; εκείνοι οι άνθρωποι και στους θεούς τους όρθιοι μιλούσαν… κι επειδή μιλούσαν ακάθιστοι, άφησαν γερό κληροδότημα… μόνο έτσι αντέχει στο χρόνο μια κληρονομιά: όταν έχει κομμάτι από Ουρανό, κομμάτι από γη και κομμάτι από θυσία…

Ο Κώστας  Ζουράρις  για τον «Ακάθιστο Ύμνο»
Χαῖρε Λόγε Λόγου Ἀχωρήτου
Χαίρε η χώρα του Αχωρήτου, ην ο Λόγος διώδευσε μόνος.
Ο Ακάθιστος Ύμνος, δίοδος του υπέρ τον λόγον Λόγου. Ακάθιστος διέξοδος από το υπόγειον της φθοράς στο υπέργειον της ομορφιάς. Εδώ, σ’ αυτήν την ουρανοδρόμον Χώραν του Ακαθίστου, ναί, ύμνος άπας ηττάται! Πως, τάχα, θνητός, με βρότειον φθέγμα, να καλλιλογήσει την θεορρήμονα καλλιφθεγξίαν του Ακαθίστου Ύμνου; Πως να φθέγγεται, πεπερασμένος, ξεπεσμένος αυτός, αίνον για τον Ύμνον, με τα φθαρτά του λόγια, τα λασπωμένα της χωματερής του;
Κι όμως! Η υπεράρρητος ευφθεγξία του Ακαθίστου προτείνει υπεραχρόνως σε όλους εμάς, τους γεώδεις προσωρινούς, φθόγγους αφράστως μελωδούς. Τόνους ελευθερωτικής σιωπής σημαντικούς: χαίρε σιγής δεομένων, η υπέρ την πλάσιν πίστις!
Σιγής ημών, των αναλωσίμων χθαμαλών, ώστε αυτόθι και αιέν να υπερεκλάμψει η ακρουρανία Ελευθερία του Ακαθίστου Ύμνου.
Και ο ελευθέριος Ακάθιστος να μας ταξιδέψει στα εκείνα, τα Επέκεινα, εκεί όπου ο Λόγος κατενίκησε ακαταπαύστως την φθορά! Εκεί! Στα πέραν των εκεί, όπου η Ολκάς των θελόντων σωθήναι γίνεται για μας, ανεκπτώτως, η συντρίψασα τω Τόκω της τας πύλας Άδου.
------------------------------------------------------
Λάμπρος Σκόντζος (Συγγραφέας-Θεολόγος)
«..η καλλιέπεια του Ακαθίστου Ύμνου είναι πραγματικά θαυμαστή. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι είναι η σπουδαιότερη υμνολογική σύνθεση της Εκκλησίας μας και ένα κορυφαίο ποίημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Πραγματικά, τα εκφραστικά και αισθητικά στοιχεία του είναι πάμπολλα. Εξαιρετική εντύπωση προκαλούν οι παρομοιώσεις, οι ζωηρές εικόνες από την καθημερινή ζωή, το φυτικό και ζωικό βασίλειο, οι αντιθέσεις, τα αφηρημένα ουσιαστικά, τα οποία έπλεξε αριστοτεχνικά ο ποιητής σε κάθε στίχο….Ο υπέροχος αυτός ύμνος, με την ανεπανάληπτη ποιητική του αξία, ενέπνευσε κατά καιρούς πληθώρα καλλιτεχνών. Μεγάλοι ζωγράφοι ιστόρισαν με το χρωστήρα τους ατόφιες σκηνές του Ακαθίστου Ύμνου. Μεγάλοι ποιητές χρησιμοποίησαν αυτολεξεί φράσεις του θεσπεσίου ύμνου και δανείστηκαν από αυτόν καλλολογικά στοιχεία (Παλαμάς, Σικελιανός, Ελύτης). Σπουδαίοι ρήτορες δεν παραλείπουν να χρησιμοποιούν φραστικά σχήματα του Ακαθίστου Ύμνου στους λόγους τους. Επίσης η επίδραση του θαυμαστού ύμνου  στον απλό λαό υπήρξε τεράστια. Δεν είναι λίγες οι φράσεις που χρησιμοποιούνται με σημασία στον καθημερινό λόγο, παρμένες από το θεσπέσιο λειμωνάριο αυτού του ποιήματος, π.χ. «χαίρε βάθος δυσθεώρητον».

----------------------------------------------------

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου