Το μαφόριο της Θεοτόκου.(Ψάχνοντας Θεομητορικά κειμήλια)
web statistics
Από σήμερα ξεκινάμε την δημοσίευση ορισμένων άρθρων μας, που έχουν σχέση με τα Θεομητορικά κειμήλια.Είναι αποτέλεσμα έρευνας με βασικό σκοπό να παρουσιάσουμε που υπάρχουν θεομητορικά κειμήλια αυθεντικά ή μή.Παρακαλώ τους αγαπητούς αναγνώστες του ιστολογίου να μας γνωστοποιούν και άλλες πληροφορίες ή στοιχεία που τυχόν διαθέτουν,ώστε η έρευνά μας να γίνει καλύτερη και πληρέστερη.
ΤΟ ΜΑΦΟΡΙΟ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Έρευνα: πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου.
Η Τιμία Εσθήτα ή το Ιερόν Μαφόριον (λατ. mafortium, εβρ. ma’aforet) ήταν το πέπλο των γυναικών, ένα είδος χιτώνα που κάλυπτε την κεφαλή και έφτανε μέχρι τους αστραγάλους. Μαφόριο (ή μανοφόριο) ή Εσθήτα της Θεοτόκου ονόμαζαν οι βυζαντινοί αυτό το πορφυρό (κυρίως) ύφασμα που στις εικόνες της βλέπουμε να σκεπάζει το κεφάλι και το σώμα της Παναγίας πάνω από τον εσωτερικό χιτώνα.
Το Ιερό αυτό ένδυμα της Θεοτόκου μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη κατά τη δεκαετία του 460 μ.Χ. όταν αυτοκράτορας ήταν ο Λέων ο Α΄ ο Μέγας, ο Μακέλλης, που καταγόταν από τη Θράκη. Το γεγονός της μεταφοράς στην Βασιλεύουσα Πόλη της Τιμίας Εσθήτος (ή του Ιερού Μαφορίου) εορτάζουμε κάθε χρόνο στις 2 Ιουλίου, με την Θεομητορική εορτή της «Καταθέσεως της Τιμίας Εσθήτας εν Βλαχέρναις» (ή αλλιώς «Τα μεταθέσια της Σορού των Βλαχερνών»).
Σύμφωνα με το Συναξάριο της 2ας Ιουλίου, δύο πατρίκιοι ο Γάλβος και ο Κάνδιδος πήγαιναν προσκύνημα στους Αγίους Τόπους σε ένα χωριό κοντά στη Ναζαρέτ βρήκαν μία ευσεβέστατη χριστιανή Εβραία η οποία είχε στο σπίτι της, σε ειδικό δωμάτιο, την Τιμία Εσθήτα της Παναγίας και κόσμος πολύς ερχόταν και έβρισκε θαυματουργικά την ίαση από διάφορες ασθένειες. Οι δύο Πατρίκιοι κατόρθωσαν με τέχνασμα να πάρουν (ουσιαστικά να κλέψουν) το ιερό αυτό κειμήλιο και το μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη. Το τοποθέτησαν δε σε Ναό που ανήγειραν στην περιοχή των Βλαχερνών επ’ ονόματι των Αποστόλων Πέτρου και Μάρκου, και όχι της Θεοτόκου, φοβούμενοι μη τυχόν δώσουν στόχο για την πράξη τους.
Όμως η Χάρη της Παναγίας ενεργούσε θαύματα και το θέμα πήρε διαστάσεις. Γύρω στο 473 μ.X, ο αυτοκράτορας Λέων ο Μέγας πληροφορήθηκε την παρουσία του ιερού κειμηλίου στην ΚΠολη και με μεγάλη χαρά το μετέφερε σε Ναό της Θεοτόκου στις Βλαχέρνες (κτισμένου ήδη από την αυτοκράτειρα Πουλχερία), έκτισε σφαιροειδές Παρεκκλήσιο με νάρθηκα και τοποθέτησε την Τιμία Εσθήτα σε ειδική σορό δηλ. σε λειψανοθήκη, από ατόφιο ασήμι με επίχρυσα σκαλίσματα. Γι’ αυτό και το Παρεκκλήσιο ονομάσθηκε της «Αγίας Σορού». Αυτό το γεγονός εορτάζουμε στις 2 Ιουλίου κάθε χρόνο.
«…καὶ τῆς Θεοτόκου ἡ ἐσθὴς εὑρεθεῖσα ἐν Ἱεροσολύμοις παρά τινι εὐλαβεστάτῃ γυναικὶ Ἑβραΐδι καὶ παρθένῳ ἱερῶς φυλαττομένη, καὶ ἐν Κωνσταντινουπόλει διακομισθεῖσα, ἐν Βλαχέρναις ἀπετέθη, ἔνθα ὁ βασιλεὺς ναὸν ᾠκοδόμησε τῆς θεομήτορος, καὶ σορὸν ἐκ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου κατασκευάσας κατέθετο ταύτην, ἥτις ἐξ ἐρίων εὐφθάρτων ἐξυφασμένη καὶ στημόνων ὁμοιοειδῶν καὶ ὁμοχρόων ἀδιάφθαρτός ἐστιν καὶ ἀδιάλυτος μέχρι τοῦ νῦν, τῆς ἀειπαρθένου τὸ θαῦμα σαφῶς κηρύττουσα».(Chronographiacompendiaria, ΙΩΗΛΟΥ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΕΝ ΣΥΝΟΨΕΙ. PGMigne 139, 42.)
Πού πλέον ευρίσκεται η ιερά Έσθήτα;
«…Η εσθής της Θεοτόκου εν αργυρά επίχρυσω σορώ και εν ιδιαιτέρω παρεκκλήσιω, το όποιον εκαλείτο δια τούτο και «Αγία Σορός», κείμενον προς βορρά του Αγίου Βήματος, και κιτισθέν υπό Λέοντος του Μεγάλου, η εσθής αύτη ήτις ονομάζεται και «Μαφόριο» εκ του εβραϊκού μαφορά, δηλούντος σκέπασμα της κεφαλής, δεν ήτο κυρίως φόρεμα. Αλλά σκέπασμα – πέπλος, κεφαλής επικάλυμμα. Μαζί δε με άλλα κειμήλια μετακομίσθη εκ Κωνσταντινουπόλεως εις Ευρώπη, όπου εσώζετο εν τη “μονή των Τριβήρων” εν Γαλλία, ην δε εξ ερίων εύφθαρτων εξειργασμένον και η κρόκη και ο στημων ομοειδή και ομόχροα. και αδιάλυτο επί τοσαύτους αιώνας. Και διαμένει πάντως και μέχρι του νύν όπου και αν σώζεται. Εφερον δε αυτό οι αυτοκράτορες μεθ’ εαυτών στρατεύοντες και το εκράτουν εν είδει σημαίας…» (ΒΙΒΛΙΟ «τα θαύματα της Παναγίας», 1890, σελ. 453).
Το κείμενο αυτό λέει ότι η ιερά Εσθήτα από την Πόλη μετακομίσθηκε σε μονή της Γαλλίας, προφανώς από τους Σταυροφόρους, στην οποία και μάλλον υπάρχει.
Η βυζαντινή λειψανοθήκη του Τιμίου Σταυρού, η επονομαζόμενη Σταυροθήκη του Limburg
Η βυζαντινή λειψανοθήκη του Τιμίου Σταυρού, η επονομαζόμενη Σταυροθήκη του Limburg, είναι ένα από τα αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης.
Η βυζαντινή λειψανοθήκη του Τιμίου Σταυρού ήταν μέρος του βυζαντινού αυτοκρατορικού θησαυροφυλακίου μέχρι το 1204, όταν το θησαυροφυλάκιο λεηλατήθηκε από τους σταυροφόρους της τέταρτης σταυροφορίας και το πολύτιμο αντικείμενο κατέληξε στην Γερμανία, όπου και δωρήθηκε στο μοναστήρι Augustinernonnenkloster Stuben an der Mosel από την οικογένεια του σταυροφόρου ιππότη Heinrich von Ülmen. Σήμερα βρίσκεται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της πόλης Limburg an der Lahn. Πολλά άλλα βυζαντινά θρησκευτικά και καλλιτεχνικά αντικείμενα βίωσαν την ίδια μοίρα, γεγονός που εξηγεί την παρουσία τόσων πολλών από αυτά στη Δύση τον 13ο αιώνα.
Η βυζαντινή λειψανοθήκη του Τιμίου Σταυρού έχει σχήμα ορθογώνιο και αποτελείται από δύο τμήματα που συνταιριάζονται μαζί. Το πρώτο τμήμα είναι μία κασετίνα με τεμάχιο Τιμίου Ξύλου σε σχήμα σταυρού και το δεύτερο είναι ένα κάλυμμα που ολισθαίνει και εφαρμόζει πάνω στην κασετίνα. Και τα δύο τμήματα είναι κατασκευασμένα από ξύλο πλατανιάς ενδεδυμένο με χρυσό, σμάλτο και πολύτιμους λίθους.
Η εσωτερική κασετίνα είναι πλούσια διακοσμημένη με χρυσές και σμάλτινες πλάκες που τοποθετούνται κατά μήκος του σταυρού και καλύπτουν θήκες με τεμάχια αγίων λειψάνων του Πάθους του Ιησού Χριστού, της Θεοτόκου και του Ιωάννη του Βαπτιστή (τεμάχια αγίων λειψάνων από: τα σπάργανα, το λέντιον, τον ακάνθινο στέφανο, τα πορφυρόν ιμάτιον, την σινδόνην, τον σπόγγον, το μαφόριον της Θεοτόκου, τη ζώνη της Θεοτόκου από τα Χαλκοπράτεια, τη ζώνη της Θεοτόκου από τη Ζήλα και μαλλιά από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο).ατανιάς ενδεδυμένο με χρυσό, σμάλτο και πολύτιμους λίθους.
Η σταυροθήκη του Stavelot
Η τρίπτυχη σταυροθήκη του Stavelot είναι μία μεσαιωνική σταυροθήκη Τιμίου Ξύλου από χρυσό και σμάλτο. Δημιουργήθηκε για να στεγάσει τα δύο εσωτερικά τρίπτυχα βυζαντινής προέλευσης που έλαβε πιθανότατα ως δώρο, ο ηγούμενος του αββαείου των Βενεδικτίνων μοναχών του Stavelot (στο σημερινό Βέλγιο) Wibald (1098-1158), ο οποίος είχε σταλεί σε διπλωματική αποστολή στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Βαρβαρόσσα τον χειμώνα του 1154. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, ο Wibald έλαβε τα δύο μικρότερα τρίπτυχα ως διπλωματικό δώρο από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Μανουήλ Α’ Κομνηνό, και μετά την επιστροφή του στο Stavelot, ανέθεσε σε καλλιτέχνες της κοιλάδας του ποταμού Meuse (Μεύσης) να δημιουργήσουν το μεγαλύτερο εξωτερικό τρίπτυχο. Έτσι έχουμε ένα σπάνιο συνδυασμό βυζαντινών τρίπτυχων σταυροθηκών Τιμίου Ξύλου που ενσωματώθηκαν στο εσωτερικό λατινογενούς τρίπτυχης σταυροθήκης που λειτουργούσε και ως φορητό αλτάριο (= η αγία τράπεζα των Καθολικών). Η σταυροθήκη μάλιστα του Stavelot θεωρείται σήμερα και ένα εξαιρετικό αριστούργημα της Ρωμανικής αργυροχρυσοχοΐας και τέχνης.
Το μικρότερο βυζαντινό τρίπτυχο (αυτό που βρίσκεται ψηλότερα) φέρει σε μία εσωτερική κρυφή κοιλότητα: ένα μικροτεμάχιο Τιμίου Ξύλου, τεμάχιο από φόρεμα της Παναγίας, αντικείμενο από τον Πανάγιο Τάφο του Χριστού (που δεν μπορεί να αναγνωριστεί με βεβαιότητα, ίσως λίθος) και μικρό φύλλο περγαμηνής με την ακόλουθη επιγραφή στα λατινικά: De ligno Domini, de sepulchro domini, de vestimento marie virginis (= από το Ξύλο του Κυρίου, από τον Τάφο του Κυρίου, από φόρεμα της Μαρίας της Παρθένου). Η περγαμηνή και η επιγραφή είναι της ίδιας εποχής και πιθανότητα το σημείωμα γράφτηκε από τον ίδιο τον ηγούμενο Wibald, όταν έλαβε τα δώρα.
Ο Χιτώνας της Παναγίας στη Γεωργία
Πρόκειται για την τιμία Εσθήτα, που φυλασσόταν στις Βλαχέρνες; Μάλλον όχι, αν εκείνη ήταν μαφόριο και όχι χιτώνας (όπως περιγράφεται πιο πάνω). Ίσως πρόκειται για το δεύτερο ένδυμα της Παναγίας, που δώρισε πριν την κοίμησή της (το μαφόριο και το χιτώνα – γι’ αυτό ήταν δύο τα ενδύματα, ενώ, αν ήταν ίδια, θα ήταν λογικό να είχε μόνο ένα & να είχε ήδη δώσει το άλλο σε κάποιον φτωχό). Έτσι επιβεβαιώνεται και η πληροφορία της παράδοσης περί δύο ενδυμάτων. Δημοσιεύουμε το κειμενάκι από την Πηγή Ζωής.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΑΥΤΟ ΚΕΙΜΗΛΙΟ ΦΥΛΑΣΣΕΤΑΙ ΣΤΟ ΚΡΑΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΖΟΥΓΚΔΙΔΙ ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ.
ΑΠΟ ΤΟ ΡΩΜΑΪΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΒΡΕΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΓΕΩΡΓΙΑ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ, ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ (8ος ΑΙΩΝΑΣ) Ή, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΑΛΛΕΣ, ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ (15ος ΑΙΩΝΑΣ).
ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΧΙΤΩΝΑ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΜΑΡΤΥΡΟΥΝ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ (1641-1688), ΟΙ ΠΡΕΣΒΕΙΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ ΦΕΝΤΟΝ ΕΛΤΣΙΝ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΣ ΖΑΧΑΡΙΕΒ ΚΑΙ ΞΕΝΟΙ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ ΤΩΝ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ.
Ο ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟΣ ΧΙΤΩΝΑΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΩΝ 1,80 Χ 1,50 Μ., ΗΤΑΝ ΒΑΜΜΕΝΟΣ, ΑΛΛΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ Η ΒΑΦΗ ΕΦΥΓΕ.
ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΟΘΕΤΗΜΕΝΟΣ ΣΕ ΕΙΔΙΚΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΟ ΞΥΛΙΝΟ ΚΙΒΩΤΙΟ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΠΗΓΗ ΕΥΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΛΥΠΑΘΟ ΓΕΩΡΓΙΑΝΟ ΛΑΟ.
Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ (ΔΙΠΛΑ) ΕΙΝΑΙ ΕΥΛΟΓΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ.
Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΕ ΗΓΟΥΜΕΝΟ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΤΙΜΟΘΕΟ ΣΤΗΡΙΖΕΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ.
FEAST OF THE ROBE OF THE MOST HOLY THEOTOKOS
A history museum in Zugdidi (in western Georgia) has preserved many of the sacred artifacts confiscated from churches and monasteries at the beginning of the Soviet rule, from 1923 to 1936. Included among the artifacts is the Robe of the Most Holy Theotokos, which was brought there from the Dormition Monastery in Khobi (near Zugdidi). There are several different explanations as to how the Robe came to Georgia. According to one account, it was brought from Jerusalem at the beginning of the 12th century. According to another, it was brought to Georgia in the 8th century, during the period of iconoclasm in Byzantium. According to the chronicle Life of Kartli, the wonder-working Robe of the Most Holy Theotokos had been preserved in the church at Khobi for many centuries. In 1640 the Russian envoys Fedot Elchin and Pavel Zakharev visited western Georgia and reported having seen the Precious Robe. It was also described in the accounts of various travelers through western Georgia including Giuseppe Maria Zampi the Italian missionary, the patriarch of Alexandria (in the 17th century); and several monks of Mt. Athos. The Robe of the Theotokos was preserved in a silver case on the altar in Khobi, under the seals of both the catholicos and Prince Levan II Dadiani. According to tradition, many miracles have occurred and a great number of people have been healed by the wonder-working Robe. Every year on July 2, the Most Precious Robe is carried from the Zugdidi Museum to the Cathedral of the Blachernae Icon of the Theotokos. After the festal Liturgy the faithful joyfully venerate this most priceless treasure of the Christian Faith. Pilgrims from many countries have traveled to Zugdidi to venerate the Robe of the Most Holy Mother of God.
Thy Robe, O Virgin Theotokos, was bestowed upon the nation that venerates thee as a rampart against enemies both visible and invisible. For this we chant unto thee with glorious hymns!
Archpriest Zakaria Machitadze.
For further information on the book THE LIVES OF THE GEORGIAN SAINTS by Archpriest Zakaria Machitadze contact St. Herman Press: St. Herman Press, P.O. Box 70, Platina, CA 96076
ΠΗΓΕΣ.
ΙΣΤΟΛΟΓΙΑ:ΛΕΙΨΑΝΟΘΗΚΗ-ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ -e-ΘΕΟΤΟΚΑΡΟ-misha-pblogs.gr-pravoslavie-ru
AΛΛΕΣ:Wikipedia-Livepedia
Ωραίο αφιέρωμα. Βοήθειά σας/μας η Παναγία μας, πάτερ, και σε όλο τον κόσμο.
ΑπάντησηΔιαγραφή