Παναγία,
ἡ μυρωμένη αὐγή
τοῦ
Πρωτ. Εὐαγγέλου Παχυγιαννάκη
Καί
ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί, ἡμέρα...».
Ἔτσι τελειώνει τό συμπλήρωμα κάθε ἡμέρας τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, στό
πρῶτο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τῆς Γένεσης. Πρῶτα τό σκο τάδι καί ὕστερα τό φῶς. Πρῶτα
ἡ νύχτα καί ὕστερα ἡ αὐγή,τό γλυκοχάραμα τῆς ἡμέρας. Ἡ ζωή ξεπή δησε μέσα ἀπό τό
χάος. Τό πηχτό σκοτάδι τῆς ἀβύσσου. Αὐτόἔγινε
στήν ὑλική δημιουργία. Τό ἴδιο ὅμως συμβαίνει καί στήν πνευματική δημιουργία. Μέσα
ἀπό τή βαθιά σκέψη τῆς ἄκτιστης οὐσίας ἀναδύεται ἡ κτιστή σοφία,ἡ προκαθορισμένη
ἁρμονία τοῦ τέλους ὅλων τῶν πραγμάτων, πού εἶναι ἡ κοινωνία τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, ἡ ὀμορφιά τοῦ κόσμου.
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐπωάζει τά στοιχεῖα τῆς φύσεως
καί ἀπό τό βαθύ σκοτάδι τῆς ἀβύσσου δημι-ουργεῖται τό πανόραμα τῆς δημιουργίας,
ἡ ὀμορφιά τοῦ κτιστοῦ παραδείσου. Τό ἴδιο Ἅγιον Πνεῦμα, μετά τήν πτώση καλεῖ τόν
ἄνθρωπο νά μετέχει στή «θεία φύση» μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Καί πάλιν τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι Ἐκεῖνο, πού μᾶς ἐπιτρέπει
νά ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς πίστεως γιά τόν Χριστόν: «γεννηθέντα ἐκ Πνεύματος
Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου». Ἡ Παρθένος προβάλλει τό φῶς τοῦ μυστηρίου τῆς Ἁγίας
Τριάδος στόν κό -σμο. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Πατρός κυοφορεῖται ἐν σιωπῇ μέσα στή
γαστέρα τῆς Θεοτόκου. Καί ὅπως
«ἡ βιβλική διήγηση τῆς δημιουργίας δείχνει ὅτι τό Ἅγιον
Πνεῦμα ἤδη ἐπιτελοῦσε τή λειτουργία τῆς ἐπωάσεως τῆς ἀβύσσου, ἀπ' ὅπου ξεπήδησεν
ὁ κόσμος»(Εὐδοκίμοφ), κατά τόν ἴδιο σιωπηλό τρόπο τό Ἅγιο Πνεῦμα κατέρχεται στήν
Παρθένον καί συντε-λεῖται ἡ κυοφορία καί
ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἡ γέννηση τῆς Ἐκκλησίας.
Σ' αὐτό τό νέο ξημέρωμα, τῆς ἀναδημιουργίας τοῦ κόσμου
καί τοῦ ἀνθρώπου, ἡ Παναγία ὀνομάζεται, στό βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης «Ἆσμα Ἀσμά
των», ὄρθρος. Καί ὅπως, ὕστερα ἀπό τήν βαθιά νύ -χτα, ἀρχίζει νά γλυκοχαράζει ἡ
ροδαυγή καί ἀνα -τέλλει ἀπό τά σκοτεινά σπλάχνα τῆς νύχτας ὁ ὄρ θρος, ἔτσι καί ἀπό
τήν ἀσέληνη νύχτα τοῦ κόσμου τῆς πτώσεως ἀρχίζει νά ἀχνοφέγγει ὁ ὄρθρος. Νά ροδίζει
ἡ μυρωμένη αὐγή τῶν ἐλπίδων τοῦ νέου κόσμου στό πρόσωπο τῆς ἀειπαρθένου Θεοτόκου.
Εἶναι «ἡ ἐγκύπτουσα ὡσεί ὄρθρος», ὅπως τήν προορᾶται
ὁ ἱερός συγγραφέας τοῦ «Ἄσματος».
Πολύ πρίν ἡ Παναγία φανερωθεῖ ὡς ὄρθρος καί ἡμερέψει
ἡ Ἱστορία μέ τό γλυκό της ξημέρωμα, ση μά
δεψε τήν προπτωτική κατάσταση τῆς δημιουργίας τό βαρύ πέλμα τῆς Εὔας, μέ τήν εἴσοδο
τοῦ ἀνθρω -πίνου γένους στήν ἀσέληνη νύκτα. Ἡ ἐλπίδα τῆς θεώσεως ἔσβησε στήν ἀπελπισία τοῦ θανάτου. Ὁ ἐφιαλτικός
κόσμος τῆς παρανομίας καί τῆς παρακοῆς ὅδευε γεμάτος
τρόμο, ἀδιέξοδα καί
βαθιά ὀδύνη στό σκοτεινό βασίλειο τοῦ θανάτου. Καί ὁ ἄνθρωπος δίχως φῶς,
δίχως ἐλπίδα προχωροῦσε μέσ' στό σκοτάδι τρικλίζοντας καί στούς δαιδάλους τῆς ἀβεβαιότητος ἔντρομος,
δειλός καί φοβισμένος.
Σ' αὐτή τή σκοτοδίνη, μέ ραγισμένη τήν ἐλπίδα τῆς ἀναζήτησης
τοῦ φωτός Ἐκείνου, πού θά τόν ὁδηγοῦσε ἄσφαλτα
στόν προορισμό γιά τόν ὁποῖο πλάστηκε, σημάδεψαν οἱ Προφητικές φωνές τόν Ὄρθρο τῆς
σωτηρίας. Τήν ἔξοδο ἀπό τό σκοτάδι στό φῶς, ἀπό τόν θάνατο στή ζωή, ἀπό τήν ἀπελπισία
στήν ἐλπίδα τῆς ἀνεξάντλητης φωτοχυσίας. Αὐτός ὁ χρυσοπόρφυρος Ὄρθρος, ἡ σωτήρια Πύλη, ἡ ἀκα-ταίσχυντη Ἐλπίδα, τό γλυκοχάραμα τῆς νέας Ζωῆς, ἡ μυρωμένη
Αὐγή, εἶναι ἡ
Παναγία. Ἡ γλυκιά Παρθένος καί Μητέρα μαζί, ἡ Παναγία
μας, πού στέκεται μέ ἀνοικτή τήν ἀγκαλιά
της αὐτές τίς ὄμορ-φες κατανυκτικές ἀκολουθίες τῶν Παρακλήσεων καί μᾶς περιμένει.
Περιμένει τόν κάθε ἄνθρωπο, νά σμι-κρυνθεῖ, νά ταπεινωθεῖ, νά γονατίσει, νά γίνει
βρέ -φος ἀμόλευτο ἀπό τίς κακίες τοῦ κόσμου, γιά νά μπορέσει νά κρατηθεῖ στήν ἀγκαλιά
Της κι Ἐκείνη, βρεφοτρόφος ὡς εἶναι, θά
τόν γαλακτοτροφήσει μέ τό ἄδολο γάλα τῆς
οὐράνιας ἐλπίδος.
Τό στῆθος τῆς Παναγίας μας εἶναι γεμάτο ἐλπίδα.Ἐλπίδα
πού θαυματουργεῖ, πού δίνει ζωή, πού φυγα-δεύει τόν θάνατο, πού φέρνει σέ ὅλες
τίς πονεμένες καί νυχτωμένες καρδιές τόν ὄρθρο τῆς μυστικῆς πα-ρηγορίας. Οἱ
καμπάνες τοῦ Δεκαπενταύγουστου ἄρχισαν τό ἀργυρόηχο κάλεσμά τους. Ἄς τό ἀκού
-σουμε. Γιά νά γλυκοχαράξει μέσα μας τό θάμβος τῆς μυρωμένης Αὐγῆς...■
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου