Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013
Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013
ΣΥΝΑΞΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΒΗΘΛΕΕΜΙΤΙΣΣΑΣ.
web statistics
Σύναξη της Παναγίας της Βηθλεεμίτισσας
Εντός της μεγαλοπρεπούς Βασιλικής της του Χριστού Γεννήσεως στη Βηθλεέμ ξεχωρίζει η θαυματουργός εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, της επονομαζόμενης Βηθλεεμίτισσας. Η ιερή εικόνα της Παναγίας Βηθλεεμίτισσας είναι η εφέστιος εικόνα της Βασιλικής της Γεννήσεως του Χριστού στη Βηθλεέμ και βρίσκεται τοποθετημένη σε περίοπτο προσκυνητάριο, στη δεξιά πλευρά της νοτίου εισόδου του αγίου Σπηλαίου της Γεννήσεως.
Η άπειρη στοργή, που ξεχειλίζει από τα μάτια της εικόνας της Παναγίας, και το γαλήνιο βλέμμα της, γλυκαίνουν και ευφραίνουν τις καρδιές των πιστών. Αντίστοιχα ο ρουχισμός της εικόνας της Θεοτόκου, που είναι καλυμμένος με πολυτελή υφάσματα και πολύτιμα πετράδια, προκαλούν ιδιαίτερη εντύπωση.
Σαφή ιστορικά στοιχεία για την προέλευση της εικόνας δεν υπάρχουν. Εικάζεται ότι αυτή προέρχεται από τη Ρωσία και ειδικότερα η ευσεβής παράδοση τη συνδέει με την Αυτοκράτειρα των Ρώσων Αικατερίνη, η οποία επισκεπτόμενη την Αγία Γη και τη Βηθλεέμ, μετά από θαύμα που της επιτέλεσε η Παναγία, χάρισε τα τσαρικά ενδύματα της για να ντυθεί με αυτά η «Δέσποινα του Κόσμου». Σύμφωνα με την παράδοση επίσης παραχώρησε τα κοσμήματά της για να τοποθετηθούν στην ιερή εικόνα, επιτάσσοντας από τότε οι τσαρίνες να μη φορούν πλέον ρουμπίνια (διαμάντια κατ' άλλους), αλλά αυτό να είναι αποκλειστικό προνόμιο της «Βασίλισσας των αγγέλων».
Αναμφίβολα, η Παναγία Βηθλεεμίτισσα κατέχει ξεχωριστή θέση στις καρδιές όλων των Ορθοδόξων. Η Θεοτόκος, η κυρία των Αγίων Τόπων, είναι η φιλόστοργη μητέρα, η οποία υπάκουσε στην εντολή του Θεού και έφερε στον κόσμο το Σωτήρα και Λυτρωτή Κύριό μας και ταυτόχρονα είναι η μητέρα όλων μας και πρέσβειρα προς τον Υιό της σε κάθε προσφυγή μας. Είναι ο φύλακας άγγελός μας. Στις δύσκολες στιγμές μας, αυθόρμητα, στρεφόμαστε προς το πρόσωπο, την εικόνα και τη Χάρη της, επικαλούμενοι πάντα εκείνη ως «θερμή προστάτη και βοηθό μας».
AΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΟΣ ΚΡΙΝΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ ΕΥΣΕΒΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ
web statistics
Εις τα μέρη της πρεσβυτέρας Ρώμης ήταν ένας άνθρωπος ονόματι Ιωάννης, κατά πολύ ευλαβής και πλούσιος, όμως είχε το νου δύσκολον τόσο, οπού δεν μπορούσε να μάθει γράμματα, ούτε και μια προσευχή, να την λέγει κατά την τάξη των Χριστιανών.
Γι' αυτό, πήγε σε Μοναστήρι, και αφιέρωσε σ' αυτό όλα τα υπάρχοντά του για να μαθαίνουν οι αδελφοί γράμματα, οι οποίοι τον εδέχθησαν για τον πολύ πλούτον, που τους έδωσε και όλοι του ερμήνευαν τους ψαλμούς και ευχές, αλλά δεν μπορούσε να μάθει τίποτα.Τότε ένας αδελφός έμπειρος και ενάρετος, του ανάγνωσε όλες τις ευχές μία προς μία, τον ρώτησε, ποία από όλες του φαίνεται ωραιοτέρα να μάθει. Αυτός είπε ότι το, Χαίρε Μαρία, του άρεσε περισσότερο. Έβαλαν λοιπόν πολύ κόπο, και του έμαθαν τον Χαιρετισμό του Αγγέλου. Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία και τα υπόλοιπα, τον οποίον έμαθε με την πολυκαιρίαν και έλαβε τόση χαρά και ευφροσύνη, πως έμαθε αυτόν τον Αρχαγγελικόν Ασπασμόν, όπου του εφαίνετο ότι ηύρε θησαυρόν πολύτιμον και κάθε ώρα έλεγε: Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία. Όλοι οι αδελφοί του έβγαλαν την επωνυμία και τον έλεγαν όλοι 'Χαίρε Μαρία', το οποίον αυτός το είχε σε πολλή αγαλλίαση και πάντοτε προσηύχετο προς την Αειπάρθενον, λέγοντας αυτόν τον Ασπασμόν με χαρά και κατάνυξη και αυτό έλεγε ο αείμνηστος μέχρι την ώρα που βγήκε η ψυχή του.
Αφού λοιπόν τον έψαλλαν κατά την τάξη, τον εταφίασαν σε ένα τόπο ξεχωριστό, διότι ευωδίασε το ιερόν αυτού λείψανον, η ευωδία δεν λιγόστευε, αφού τον σκέπασαν αλλά περισσότερο ηύξανε και αισθάνοντο οι αδελφοί θυμίαμα εξαίσιον. Την ενάτη ημέρα, όταν τον εμνημόνευαν, βλέπουν ένα θαύμα παράδοξον και απόρησαν, διότι εφύτρωσε στον τάφο του ένας ωραιότατος κρίνος και σε κάθε φύλλο ήταν γραμμένα αυτά τα χρυσά γράμματα.
'Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία'.
Και η ευωδία του κρίνου ήταν τόση πολλή, όπου δεν έμοιαζε με κανένα άνθος επίγειον. Ο δε ηγούμενος είπε στους αδελφούς:
'Πατέρες μου, από το θαυμάσιο αυτό να γνωρίσουμε τι αγιωσύνη είχε αυτός ο μακάριος, και πόσο πόθον προς την Κυρία μας Θεοτόκον αλλά πρέπει να δούμε και τη ρίζα αυτού του κρίνου, για να καταλάβετε πόσο χαριτώνεται όποιος αγαπά με όλη την καρδιά του την Αειπάρθενον'.
Έσκαψαν τον τάφο και βλέπουν ότι έβγαινε κρίνος από το στόμα του Οσίου, και εξεπλάγησαν. Ο δε ηγούμενος πρόσταξε και έσχισαν το Ιερό λείψανον και είδαν ότι έβγαινε από την καρδιά του στην οποία ήταν ιστορισμένη η εικών της Υπεραγίας Θεοτόκου, και όλοι απόρησαν. Έλαβαν μετά λιτανείας και θυμιάματος εκείνον τον ιερώτατον κρίνον, τον εφύλαξαν με τα άγια Λείψανα και όλοι τον τιμούσαν, και εσέβοντο για την αγάπη της Θεομήτορος, με της οποίας τας πρεσβείας ας αξιωθούμε και ημείς της ουρανίας Μακαριότητας.
Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΜΑΡΙΑ Παναγιώτη Νέλλα
web statistics
Στήν ὀρθόδοξη προοπτική ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ὁ πυρήνας καί ταυτόχρονα ἡ πρώτη ἀνάπτυξη τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας. ἩἈποκάλυψη, πού εἶναι ὁ σαρκωθείς Λόγος τοῦ Θεοῦ, δόθηκε βέβαια μιά γιά πάντα στήν ἀνθρωπότητα ἐπί "Καίσαρος Αὐγούστου" (Λουκ. 2, 1) "ἐν ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ Βασιλέως" (Ματθ. 2, 1) καί ἐκεῖνοι πού τήν εἶδαν "τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτῶν" καί τήν ἄκουσαν καί "ἐψηλάφησανταῖς χερσίν αὐτῶν" (Α´ Ἰω. 1, 1) τήν κατέγραψαν στά βιβλια τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὅμως γράφει ὅτι "ἔστι καίἄλλα πολλά, ἅ ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα, ἐάν γράφηται καθ' ἕν οὐδ' αὐτό οἷμαι τόν κόσμον χωρῆσαι τά γραφόμενα βιβλία" (21, 25). Καί ὁΕὐαγγελιστής Λουκᾶς βεβαιώνει ὅτι ἡ Παρθένος - καί μαζί μ'αὐτή ἡ πρώτη κοινότης, ἡ Ἐκκλησία - "συνετήρει ... ταῦτα συμβάλλουσα ἐν τῇκαρδίᾳ αὐτῆς" (2 , 19· 2, 51)... Ἔτσι στήν Ὀρθοδοξία ἡ Αγία Γραφή καί ἡ Παράδοση εἶναι στενότατα ἑνωμένες καί κατανοοῦνται καί οἱ δυόμαζί στή θεία Λειτουργία, ὅπου γίνεται ἡ "ἀνάμνηση" ὅπου ὁ σαρκωθείς Λόγος γίνεται στήν κάθε ἐποχή σύγχρονος.
Ἔτσι ἡ ὀρθόδοξη καθολική Ἐκκλησία "παρέλαβε "καί "διατηρεῖ" (Λουκ. 2, 51) τήν Παρθένο στό κέντρο τῆς λατρείας της, ὅπωςἀκριβῶς ὁ "ἠγαπημένος" , τήν "παρέλαβε" σάν ὅτι πιό πολύτιμο ὑπῆρχε μετά τόν Ἰησοῦ" εἰς τά ἴδια" (Ἰω. 19, 27) - πού εἶναι ἀντίστοιχο μέτό "ἐν τοῖς κόλποις" (Ἰωαν. 13, 23) -καί ὅπως οἱ Μαθηταί "προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδόν τῇ προσευχῇ" τήν εἶχαν στό κέντρο τῆς συνάξεώςτους (Πράξ. 1, 14). Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο τό "μυστήριο" "τῆς Παρθένου εἶναι στήν Ὀρθοδοξία "μυστήριο" λειτουργικό καί γι'αὐτό μόνο μέσῳ τῆς λατρείας εἶναι δυνατόν νά διακρίνουμε τό πλῆθος τῶν χωρίων τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης πούἀναφέρονται σ'Αὐτή.
Οἱ Εὐαγγελισταί γράφουν πράγματι στά ἱερά βιβλία ὅ,τι εἶναι ἀπαραίτητο γιά τήν "ἀσφάλεια τῶν λόγων" τῆς κατηχήσεως (Λουκ.1, 4) καί ἀφήνουν τά ὑπόλοιπα νά τά ζῆ ἡ Ἐκκλησία στή Λειτουργία της. Ἐκεῖνο πού τούς ἀπασχολεῖ εἶναι νά παρουσιάσουν τό Χριστό, νά καταστήσουν δηλαδή σαφή τήν Οἰκονομία τῆς Σωτηρίας. Εἶναι δέ χαρακτηριστικό πώς ὅ,τι σχετικό μέ τή Οἰκονομία τῆς Σωτηρίαςἀναφέρεται στήν Παρθένο, τό σημειώνουν μέ ἰδιαίτερη ἐπιμονή. Ἔτσι ὑπογραμμίζουν τό γεγονός ὅτι ἡ Μαρία κατάγεται "ἐξ οἴκου Δαυΐδ" (Λουκ. 1, 27), ὅτι ἀνακεφαλαιώνει δηλαδή στό πρόσωπό της τήν Π. Διαθήκη, ὅτι εἶναι Παρθένος καί γεννᾶ κατά τρόπο παρθενικό "ἐκ Πνεύματος Ἁγίου" (Λουκ. 1, 28 -35), ὅτι εἶναι παροῦσα ὄχι μόνο στήν ἀρχή τῆς δημοσίας δράσεως τοῦ Ἰησοῦ, ὅπου λαμβάνει μάλισταἐνεργό μέρος (Ἰω. 2, 1-11), ἀλλά καί στό τέλος (Ἰω. 19, 25-28), καί ὅτι παρευρίσκεται στήν Πεντηκοστή, πού εἶναι ἡ σύσταση καί ἡφανέρωση τῆς Ἐκκλησίας (Πράξ. 1, 14 · 2, 1). Πέρα ὅμως ἀπό αὐτούς τούς κεντρικούς σταθμούς ὑπάρχουν χίλιες δύο ἄλλες λιγώτερο ἤπερισσότερο σαφεῖς ἐκφράσεις πού προσφέρουν μία, ἄν ὄχι πλήρη, πάντως ὅμως ἐπαρκή βιβλική εἰκόνα τῆς Θεομήτορος. Ἀρκεῖ νάὑπενθυμίσουμε τήν Ὠδή της "Μεγαλύνει ἡ ψυχή μουν τόν Κύριο" (Λουκ. 1, 46-55), πού εἶναι ἡ ἐφαρμογή στό πρόσωπο τῆς Παρθένου τῶν βασικωτέρων προφητειῶν τῆς Π. Διαθήκης καί - γιά νά περιορισθοῦμε στήν ἀρχή καί στό τέλος - τό ἰδιαίτερα ἐκφραστικό ΙΒ´ κεφ. τῆςἈποκαλύψεως, ὅπως τό "μέγα σημεῖον ἐν τῷ οὐρανῷ", ἡ "περιβεβλημένητόν ἥλιον γυνή", εἶναι ἀκριβῶς Ἐκείνη ἡ ὁποια "ἔτεκεν υἱόν ἄρρενα,ὅς μέλλει ποιμαίνειν πάντα τά ἔθνη ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ", στ. (1 6). Στήν ἴδια γραμμή εὔκολα ὁ ὀρθόδοξος μελετητής καταλαβαίνει ὅτι ἡΜαρία εἶναι ἡ γυνή ἐκείνη, τό σπέρμα τῆς ὁποίας συνέτριψε τήν κεφαλην τοῦ "ἀρχεκάκου ὄφεως" τῆς Γενέσεως (3, 15), ὅτι Αὐτή εἶναι ἡἀληθινή "Κιβωτός τῆς Διαθήκης" (Ἔξ. 25, 9 κ. ἑξ), ἡ "Πύλη ἡ κατά ἀνατολάς ἡ κεκλεισμένη" , (Ἰεζ. 44, 1), ἡ "Ράβδος Ἀαρών ἡ βλαστήσασα"(Ἀριθμ. 17, 23), μέ μιά λέξη ἡ ἀνακεφαλαίωση τῆς Ἱερᾶς Ἱστορίας, ἡ πραγμάτωση τῶν "τύπων" καί τῶν "σκιῶν" τῆς Π. Διαθήκης.
Γι' αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο οἱ Ὀρθόδοξοι δέν δέχονται πώς δέν ὑπάρχουν ἐπαρκῆ περί Παρθένου βιβλικά δεδομένα,πρᾶγμα πούὅπως ὁμολογεῖ ὁ ἀντικειμενικώτερος μελετητής τῆς θεομητορικῆς θεολογίας στή Δύση Rene Laurentin, δέχθηκαν μέ ὑπερβολική εὐκολία Προτεστάντες καί Καθολικοί στόν ΙΣΤ´ αἰώνα καί οἱ μέν ἀρνήθηκαν κάθε εὐλάβεια πρός τήν Παρθένο, οἱ δέ δημιούργησαν μιά περίΠάρθένου Θεολογία "παραβιβλική".
Στή συνέχεια θά δοῦμε πῶς ἡ Ἐκκλησία ὑπογράμμιζε τίς ποικίλες ἀπόψεις τῆς σημασίας τῆς Θεομήτορος καί πῶς ἔπλεκε, πλουσιώτερο καθε φορά, τόν ὕμνο της.
Πρῶτος σταθμός εἶναιἀναμφισβήτητα ὁ Ἅγ. Εἰρηναῖος (202; μ.Χ.), τοῦ ὁποίου ἡ μαρτυρία εἶναι πολύτιμη ὄχι μόνο γιατί ἐπικυρώνει τόν Ἅγιο Ἰγνάτιο Ἀντιοχείας καί τόν Ἰουστῖνο ἤ γιατί γνώρισε προσωπικά τόν Πολύκαρπο Σμύρνης, σύγχρονο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννη,ἀλλά κυρίως γιά τή θεολογική σημασία της.
Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος εἶναι πράγματι ὁ πρῶτο ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε σέ βάθος τήν ἀντίθεση Εὔα - Μαρία καί ἐτόνισε ὅτι ὅπως ἡἀνυπακοή τῆς μιᾶς ἔφερε στόν κόσμο τό θάνατο, ἔτσι ἡ ὑπακοή τῆς ἄλλης χάρισε στήν ἀνθρωπότητα τή ζωή. Ὁ ἴδιος ἄνοιξε ἐπίσης τόδρόμο στόν κεφαλαιώδη παραλληλισμό Μαρία - Ἐκκλησία μέ τή διατύπωση ὅτι ἡ Μαρία εἶναι ἡ Παρθέος γῆ ἀπό τήν ὁποία ὁ Θεός πῆρε το σῶμα τοῦ Νέου Ἀδάμ ("ἵνα μή ἄλλη πλάσις γένηται μηδέ ἄλλο τό σῳζόμενον, ἀλλ' αὐτός ἐκεῖνος ἀνακεφαλαιωθῇ, τηρουμένης τῆςὁμοιότητος") καί μέ τήν ἔκφραση ὅτι ἡ Παρθέντος εἶναι "ἡ αἰτία τῆς σωτηρίας γιά ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος".
Ὁ τρίτος αἰώνας χαρακτηρίζεται ἀπό τίς μαρτυρίες τοῦ Κλήμεντος Ἀλεξανδρείας (215), Τερυλιανοῦ (μετά τό 220) καί Ὡριγένους (253), οἱ ὁποῖοι, εἶναι κατηγορηματικοί στό χαρακτηρισμό τῆς Μαρίας σάν Παρθένου μητέρας τοῦ Ἰησοῦ, ἀειπαρθένου καί παναρέτου.
Ἀκολουθοῦν οἱ Πατέρες τοῦ Δ´ αἰῶνος, ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί ἰδιαίτερα ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πούτονίζουν μέ ἐπιμονή τόσο τήν ἁγιότητα τῆς Παρθένου, ὅσο καί κυρίως τόν κεντρικό ρόλο της στήν Οἰκονομία τῆς Σωτηρίας.
Τό θεμέλιο ὅμως τῆς θεομητορικῆς θεολογίας τοποθετήθηκε τό 431 στήν Γ´ Οἰκουμενική Σύνοδο, ἡ ὁποία ἐπικυρώνοντας τίςἀπόψεις τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας ὠνόμασε τή Μαρία "Θεοτόκο". Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ περιεκτικώτατος αὐτός ὅρος ὑψώθηκε σέδόγμα τόν καιρό τῆς διαμάχης τῆς Ὀρθοδοξίας, μέ τήν αἵρεση τοῦ Νεστοριανισμοῦ. Ἡ Καθολική Ἐκκλησία, πού ἔνοιωσε νά διακυβεύεται μέ τήν διδασκαλία τοῦ Νεστορίου ἡ ἴδια ἡ σωτηρία (ἄν πράγματι δέν ἑνώθηκε πλήρως ὁ Θεός μέ τόν ἄνθρωπο, πῶς εἶναι δυνατόν νά τόν σώση;) ἐπέμεινε στήν πλήρη καί ἀσύγχυτη ἐν Χριστῷ ἕνωση Θεοῦ καί ἀνθρώπου τόσο, ὥστε νά ὀνομάση τή Μητέρα τοῦ Ἰησοῦ ὄχι ἁπλῶς "χριστοτόκο", ὅπως ἤθελε ὁ Νεστόριος, ἀλλά ἀληθινά καί πραγματικά "Θ ε ο τ ό κ ο". "Τό παιδίον Θεός καί πῶς οὐ θεοτόκος ἡ τίκτουσα;"Καί: "Εἴ τις οὐ θεοτόκον ὁμολογεῖ τήν ἁγίαν Παρθένον, χωρίς ἐστιν τῆς Θεότητος". Αὐτή εἶναι ἡ βάση στήν ὁποία θά στηριχθοῦν ἀργότερα οἱ βυζαντινοί καί, θεμελιώνοντας ὁλόκληρο σχεδόν τόν πολιτισμό τους πάνω στήν πρός τήν Θεομήτορα εὐλάβεια, θά τήν ἀνακηρύξουνὄχι ἁπλῶς "Ὑπέρμαχον Στρατηγόν" καί "Σκέπην" τῆς Βασιλεύουσας, ἀλλά καί σταθεράν "τῆς πίστεως ἄγκυραν". Γιατί ἀκριβῶς "τοῦτο τόὄνομα - θά γράψη στό ἐγκόλπιο τῆς "Ὀρθοδόξου Πίστεως" ὁ Δαμασκηνός - ἅπαν τό μυστήριον τῆς οἰκονομίας συνίστησιν"!
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος αἰσθάνεται ρίγος, ὅταν μέσα στήν Ἐκκλησία συνειδητοποιεῖ ὅτι ἡ Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο δέν εἶναι ἁπλός οἶκτος ἤ ἐλεημοσύνη, ἀλλά "φιλανθρωπία", ἀληθινή δηλαδή καί πραγματική "φ ι λ ί α" (Ἰωάν. 15, 14). Ὁ Θεός ἔδωσε πράγματι στήν Παρθένο - καρπό τῶν κτισμάτων, φανέρωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως - νά γίνη, Αὐτή προσωπικά καί μέσα σ' Αὐτή ἡἀνθρώπινη φύση, "θ ε ο τ ό κ ο ς"! Καμμιά αἵρεση δέν μπορεῖ ποτέ νά εἶναι τόσο τολμηρή, ὅσο ἡ Ἀλήθεια. Καί καμμιά καταδίκη τοῦαἱρετικοῦ ἀνθρωποκεντρικοῦ "οὑμανισμοῦ" τοῦ ΙΔ´ καί Κ´ αἰώνα δέν μπορεῖ νά εἶναι τόσο ριζική καί ἀπόλυτη, ὅσο αὐτή ἡ περί ἀνθρώπου καί εἰκόνος τοῦ Θεοῦ ἀνθρωπίνης φύσεως "θεοτόκου", βιβλική καί πατερική ἀλήθεια!
(Ἀπόσπασμα ἀπό τήν εἰσαγωγή στό βιβλίο Νικολάου Καβάσιλα, Ἡ Θεομήτωρ, Ἱερόν Ἵδρυμα Εὐαγγελιστρίας Τήνου, Ἀθῆναι 1968).